Το επόμενο Σαββατοκύριακο το ΠΑΣΟΚ θα διεξαγάγει το συνέδριό του προκειμένου να προχωρήσει στη συνέχεια σε εκλογή νέου προέδρου. Είναι προφανές πως το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για το θέμα είναι εξαιρετικά περιορισμένο. Τα εσωτερικά ζητήματα του ΠΑΣΟΚ έχουν παύσει από καιρό να συγκινούν μεγάλα ακροατήρια. Από το 2012 και έπειτα, που οι Ελληνες σοσιαλιστές κατρακύλησαν εκλογικά, η απήχησή τους περιορίστηκε δραματικά.
Πριν από περίπου δύο χρόνια, σε άρθρο μου στην «Καθημερινή» («Ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκέναι») υποστήριξα πως το ΠΑΣΟΚ έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο. Ιδεολογικά στο κενό, δημογραφικά και εκλογικά γερασμένο και με την πολιτική του αξιοπιστία να βρίσκεται στο ναδίρ, υποστήριζα πως δεν μπορούσε να ξανασταθεί με αξιοπρέπεια στα πόδια του. Το όνομά του, παρά τις θετικές πλευρές της παρουσίας του, είναι ταυτισμένο με την πορεία χρεοκοπίας της χώρας, τη διόγκωση της διαφθοράς, την επέκταση του πελατειασμού και του μεγάλου και άχρηστου κράτους.
Ισχυριζόμουν, μάλιστα, πως το ΠΑΣΟΚ ήταν ένας κλινικά νεκρός οργανισμός και όπως σε όλους τους νεκρούς, του άξιζε μια αξιοπρεπής ταφή από τους δικούς του ανθρώπους, από αυτούς δηλαδή που ταυτίστηκαν και συμπορεύτηκαν μαζί του όλες αυτές τις δεκαετίες. Οι συνθήκες, σημείωνα τότε, ήταν ώριμες, απλώς η ηγεσία του έπρεπε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Κατέληγα υπογραμμίζοντας πως, «όσο το ΠΑΣΟΚ παραμένει ένα άταφο πτώμα, τόσο μολύνει το πολιτικό περιβάλλον και δεν αφήνει τίποτε να αναπτυχθεί στη θέση του».
Οι παραπάνω θέσεις μου δεν βρήκαν σύμφωνους όσους εκτιμούσαν πως το ΠΑΣΟΚ ήταν δυνατόν να ανακάμψει πολιτικά και εκλογικά. Οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν, οι ευρωεκλογές του 2014 και ιδιαίτερα οι εθνικές εκλογές του 2015, διέψευσαν τέτοιες προσδοκίες.
Η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. Το έργο της ταφής ανέλαβε, τελικά, το καταλληλότερο πρόσωπο γι’ αυτήν τη δουλειά: ο γιος του ιδρυτή. Σπάζοντας τα ταμπού, ο Παπανδρέου αποφάσισε να αποχωρήσει από το κόμμα του οποίου υπήρξε ηγέτης και να ιδρύσει το ΚΙΔΗΣΟ. Ο νέος φορέας, αν και δεν είχε καμιά σοβαρή προοπτική, πριόνιζε τις τελευταίες πιθανότητες του ΠΑΣΟΚ για επιβίωση, επιταχύνοντας το τέλος.
Η αποχώρηση του Γ. Παπανδρέου λειτούργησε λυτρωτικά για όσους σκέφτονταν να προχωρήσουν σε μια πράξη ευθανασίας του ΠΑΣΟΚ. Σήμερα, όλοι σχεδόν αντιλαμβάνονται πως ο ιστορικός κύκλος του κόμματος αυτού έκλεισε. Εκτός από τα χαμηλά ποσοστά, τα χρέη του κόμματος είναι τόσο πολλά που δεν αφήνουν στους φίλους του περιθώρια αισιοδοξίας.
Ποιο θα είναι όμως το μέλλον της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας, γνωστής και ως κεντροαριστερά στη χώρα μας; Ετσι όπως δείχνουν τα πράγματα αυτήν τη στιγμή, οι εναλλακτικές της κεντροαριστεράς είναι τρεις: ο παραδοσιακός της πόλος, αυτός με τους στενότερους δεσμούς με συνδικάτα και ομάδες συμφερόντων που συνδέονται με το κράτος, θα κινηθεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ για να βρεθεί, αργά ή γρήγορα, σε μια συμμαχία μαζί του εφόσον και όταν αυτός ολοκληρώσει τη στροφή προς τον ρεαλισμό. Μία δεύτερη εναλλακτική θα προσφερθεί στον χώρο της κεντροδεξιάς για όσα, λίγα, από τα πρώην κυβερνητικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ πιστεύουν πως μπορούν να διασωθούν μέσα σε ένα αναδιαμορφωμένο πολιτικό περιβάλλον στο χώρο της κεντροδεξιάς. Θα πρόκειται για μια διεύρυνση σαν αυτή του Κων. Καραμανλή προς τα στελέχη του παλιού Κέντρου (Μητσοτάκης, Παπακωνσταντίνου κ.ά.) τη δεκαετία του ’70. Τέλος, μια τρίτη προοπτική θα δοθεί από το «Ποτάμι». Εκεί ίσως βρεθούν άτομα που εκφράζονται περισσότερο από το ριζοσπαστικό κέντρο του Στ. Θεοδωράκη. Αν και νεότερο, χωρίς κοινωνικές ρίζες και με ενοχλητική για πολλούς προγραμματική ασάφεια, το «Ποτάμι» αποδείχτηκε ανθεκτικότερο από τη ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ, κυρίως γιατί εξέφρασε ένα υπαρκτό (αν και περιορισμένο εκλογικά) αίτημα ανανέωσης. Πρόκειται γι’ αυτό που περιγράφεται ως νέο κέντρο και καλύπτει τον χώρο του σύγχρονου (κοινωνικού) φιλελευθερισμού προσελκύοντας νέους και μεσήλικες της μορφωμένης μεσαίας και ανώτερης τάξης. Το μέλλον αυτού του εγχειρήματος δεν είναι προδιαγεγραμμένο, καθώς οι δυσκολίες που έχει μπροστά του είναι σημαντικές.
Τι εκτιμώ πως δεν θα συμβεί; Το ΠΑΣΟΚ να μπορέσει να αναλάβει μια επιτυχημένη πρωτοβουλία ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς της οποίας θα αναδειχτεί ο βασικός πυρήνας. Την ευκαιρία αυτή, όπως και η ΔΗΜΑΡ, την είχε το 2012-2013 και την έχασε. Είτε από μικροπολιτική σκοπιμότητα είτε από αλαζονεία και ανεπάρκεια, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ κατάφεραν να κάνουν όλα τα λάθη που δεν πρέπει να κάνει ένας πολιτικός φορέας, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης.
Εντέλει, οι νόμοι της δαρβίνειας βιολογίας πιθανόν να ισχύουν περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στην ανταγωνιστική, ανελέητη και γεμάτη απρόβλεπτες αναταράξεις και καταστροφές πολιτική αρένα. Δεν τα καταφέρνουν πάντοτε οι μεγαλύτεροι ή οι δυνατότεροι. Αντίθετα, πολλές φορές επιβιώνουν και αναπτύσσονται οι πιο ευπροσάρμοστοι και ευέλικτοι.
Είναι αλήθεια, ότι για δεκαετίες είχα την αίσθηση πως ακριβώς αυτό μας δίδασκε η ιστορία του ΠΑΣΟΚ.