Διαβάζω με ενδιαφέρον τις καθημερινές πλέον αντιπαραθέσεις για το ακριβές πολιτικό στίγμα της Δημοκρατικής Αριστεράς και ομολογώ ότι βρίσκω πειστικά ορισμένα επιχειρήματα και των δύο πλευρών. Και είναι λογικό. Τόσο αυτοί που αποφάσισαν να υποστηρίξουν μία ακόμα φορά το ΠΑΣΟΚ, όσο και αυτοί που συντάσσονται ανοιχτά πλέον με τη ΔΗΜΑΡ, έχουν να διαχειρισθούν το ίδιο σύνθετο πρόβλημα: η χώρα, με το ένα πόδι στον γκρεμό, καλείται να εφαρμόσει το γνωστό πρόγραμμα, που αποδεδειγμένα ανακυκλώνει την κρίση, εγκλωβίζει την οικονομία σε υφεσιακό σπιράλ και απογειώνει την ανεργία.
.
Αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, αν δηλαδή βρισκόμαστε μπροστά σε μια δανειακή σύμβαση που απαιτούσε μεγάλες θυσίες αλλά έβαζε τη χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να βολευτεί στη θαλπωρή της πλήρους άρνησης. Έτσι όμως όπως εξελίσσεται η υπόθεση των επάλληλων Μνημονίων, παραπέμπει σε ένα σίριαλ επώδυνων προσαρμογών και διαρκών «εσωτερικών υποτιμήσεων», παρά το γεγονός ότι όλοι πλέον συμφωνούν πως το φάρμακο δεν είναι το κατάλληλο, αλλά το μόνο προσφερόμενο.
.
Τι κάνεις λοιπόν σε μια τέτοια περίπτωση; Αν εξαιρέσουμε τη συνταγή της… αυτοκτονίας, που εισηγείται το μπλοκ της δραχμής, δύο δρόμοι υπάρχουν: ή κλείνεις τα μάτια και το καταπίνεις, ακόμα κι αν γνωρίζεις ότι η δράση του θα είναι προσωρινή, ή αλλάζεις φάρμακο.
.
Υπό ομαλές συνθήκες, βέβαια, οι οποίες στην περίπτωσή μας δυστυχώς απουσιάζουν, δεν αλλάζεις φάρμακο. Αλλάζεις γιατρό. Δεδομένου, όμως, ότι κανείς δεν μας… αναλαμβάνει, το μοναδικό περιθώριο που απομένει, είναι ή να αποδεχθούμε τη μοίρα και το γιατρό μας (βλέπε… ΠΑΣΟΚ), ή να το συζητήσουμε μαζί του (όπως ΔΗΜΑΡ), ακόμα κι αν ο θεράπων είναι αποδεδειγμένα… κουφός.
.
Για να σοβαρευτούμε, η βασική διαφορά ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ επί του Μνημονίου, είναι ότι ο ένας θα λερώσει τα χέρια του εφαρμόζοντάς το, ενώ ο άλλος έχει την άνεση του παρατηρητή. Διαφορετικά θα ήταν ασφαλώς τα πράγματα, αν το ΠΑΣΟΚ αναζητούσε συμμαχίες στα αριστερά και όχι στα δεξιά του, όπως κατά πάσα βεβαιότητα θα κάνει μετεκλογικά. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα υποχρέωνε τη Δημοκρατική Αριστερά να αποδείξει ότι εκτός από δημοκρατική, είναι και «κυβερνώσα», όπως συστήνεται, και θα πυροδοτούσε ριζικές ανατροπές σ’ αυτό που συνηθίσαμε από τη μεταπολίτευση και μετά να αποκαλούμε κεντροαριστερά.
.
Στις συνθήκες που διαμορφώνονται, ούτε τα κουκιά βγαίνουν, ούτε η διάθεση φαίνεται να υπάρχει για τέτοιου τύπου ανατροπές. Οχυρωμένο το ΠΑΣΟΚ πίσω από γραμμές που δοκιμάστηκαν και απέτυχαν, απρόθυμο να αλλάξει, προσκολλημένο σε μοντέλα που χωρούν όλους τους Δημαράδες, οδεύει πλέον προς μια μετεκλογική συνεργασία με τη ΝΔ.
.
Πού και πού, καλεί τη ΔΗΜΑΡ να… κρατάει το φανάρι. Ξεχνά, φαίνεται, ότι η ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος δεν χρειάζεται άλλοθι και παρένθετους, αλλά πολιτικές με σαφή ταυτότητα, που θα βάλουν τέλος στην εποχή της ευρύχωρης θολούρας και θα διατάξουν τις πολιτικές δυνάμεις πάνω σε άξονες προγραμματικούς.
.
Και μια τελευταία παρατήρηση: την ίδια στιγμή που η καθηλωμένη σε δημοσκοπικά χαμηλά ΝΔ έχει την πλήρη άνεση – και καλώς την έχει – να διεκδικεί στα λόγια την αδύνατη αυτοδυναμία και να απειλεί με αλλεπάλληλες αναμετρήσεις, το ΠΑΣΟΚ ζητά την ψήφο των πολιτών όχι για να αφήσει ανοιχτή την προοπτική μιας προοδευτικής πλειοψηφίας, όπως θα είχε προεκλογικά κάθε δικαίωμα να κάνει, αλλά για να είναι αυτό ως πρώτο κόμμα, που θα θέσει το πλαίσιο της συγκυβέρνησης με τον Σαμαρά και όχι εκείνος.
.
Είναι κι αυτό μια επιλογή… Θεμιτή, προφανώς. Το μέλλον θα δείξει αν αποδειχθεί ικανή να ξαναβάλει το ΠΑΣΟΚ στο παιχνίδι, ή αν θα το αποκόψει οριστικά από τις κοινωνικές δυνάμεις που κάποτε εκπροσώπησε, παγιώνοντας τη μετατόπισή του στα δεξιά του πολιτικού άξονα.
.
Ο Χρήστος Μαχαίρας είναι δημοσιογράφος