Τι ακριβώς σημαίνει όταν ένας πολιτικός ψηφίζει και δηλώνει «παρών»; Αν δηλώνει κάτι συγκεκριμένο, συνεκτικό και ουσιαστικό, χρειάζεται να μη δηλώνει παρών «σε κάτι», αλλά παρών «για κάτι», να παίρνει δηλαδή θέση με την παρουσία του και να μην παρευρίσκεται απλώς. Για να μην είναι το «παρών» προβληματικό και στην πολιτική του ουσία να σημαίνει «απών», χρειάζεται να μην παραινεί στο «τι να μην κάνουμε», αλλά να απαντά στο πάλαι ποτέ κρίσιμο ερώτημα «τι να κάνουμε».
Ο πολιτικός έχει επιλέξει εξ ορισμού να είναι «παρών». Το «παρών» το έχει δηλώσει όταν αποφάσισε να γίνει πολιτικός, ακριβώς γιατί δεν δέχτηκε να είναι «απών». Το «παρών» του, λοιπόν, είναι μια γενικότερη στάση, που για να έχει αντίκρισμα, χρειάζεται πάντα να μεταφράζεται σε θέση. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, επειδή δηλαδή επέλεξε να είναι «παρών» στο πεδίο της πολιτικής ως στάση ζωής, ανέλαβε οικειοθελώς την ευθύνη να μην καταγγέλλει γενικόλογα, να μην εξαντλεί την κριτική σε ανέξοδη αντίθεση, να μην απαντά στα δύσκολα διλήμματα μόνο από θέση αρχών και να μην καταφεύγει στη θαλπωρή αυτού που ονομάζεται «συνείδηση» όποτε συγκρούονται αρχές και πραγματικότητα. Έχει αναλάβει τη δύσκολη αλλά συναρπαστική ευθύνη, όχι μόνο να κρίνει αλλά και να προτείνει, να περνά καθημερινά τις αρχές του από την πυρά της πραγματικότητας. Να θεωρεί και να αναθεωρεί όχι για να συνταιριάξει τα αταίριαστα και να μπορεί στο τέλος της ημέρας να περπατά «με ψηλά το κεφάλι» ανάμεσα στους ανυποψίαστους, που σήμερα αφελώς χαμογελούν, αλλά αύριο οδηγούνται στη σφαγή. Όντας διορατικός, να παίρνει θέση στα σημερινά επώδυνα για να αποτρέψει τα εγκλήματα του αύριο. Συνδυάζοντας μια ηθική αρχών με μία ηθική συνεπειών, να μην μένει «καθαρός» και αλώβητος, εφησυχασμένος και πνευματικά οκνηρός, συνεπής αλλά δειλός και άβουλος, ώστε να μην αποδεικνύεται τελικά μοιραίος.
Όταν ένας πολιτικός βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμο σταυροδρόμι και σε μια απόφαση που θα έχει σοβαρές συνέπειες για το μέλλον, μπορεί να «θυμηθεί» ότι αυτή η απόφαση είναι αντίθετη με τις αρχές του. Χρειάζεται όμως να θυμηθεί ότι έγινε πολιτικός, ακριβώς γιατί κατανοούσε την υποκριτικότητα της επιβεβαίωσης αφηρημένων αρχών, μπροστά σε μια πραγματικότητα που τις αναιρεί καθημερινά και βάναυσα. Αν δεν θυμηθεί αυτό, τότε μιλάμε για κάποιον που ακόμα βρίσκεται στην πολιτική ηλικία του νηπίου, γιατί δεν κατανοεί ότι το κύριο στην πολιτική είναι να εξετάζεις τις συνέπειες των πράξεων και να δίνεις λόγο με βάση αυτές και όχι με βάση τις αρχές. Το θέαμα αυτού του πολιτικού, πάντοτε οιονεί παρόντος, αν δεν μας απωθεί, μας αφήνει τουλάχιστον ηθικά αδιάφορους.
Είναι αληθινά συγκινητικό, όμως, όταν ένας ώριμος πολιτικός – ανεξάρτητα αν είναι νέος ή μεγαλύτερης ηλικίας – δείχνει επίγνωση της ευθύνης για τις συνέπειες επιλογών και πράξεων και συναισθάνεται αυτή την ευθύνη με όλο το πάθος της ψυχής του. Τότε μπορεί να αναδειχθεί σε ηρωική μορφή με την βαθύτερη έννοια του όρου και να πει ότι «παρά τις αρχές μου, σ’ αυτή τη δεδομένη στιγμή, πιστεύω και πράττω αυτό και δεν δέχομαι να κάνω οτιδήποτε άλλο». Όποιος από εμάς δεν είναι πνευματικά νεκρός, μπορεί να κατανοήσει και να συναισθανθεί πόσο συγκινητικό και ανθρώπινο είναι να βρεθεί κάποιος σε μια τέτοια θέση, να μην διαλέξει να ψελλίσει «παρών», αλλά, παρά τις ιαχές και τις παραινέσεις των πολλών, να υπερασπιστεί αυτό για το οποίο, νέος κάποτε, πήρε την απόφαση να γίνει πολιτικός: Όταν δεν μιλά κανείς, να μιλήσει αυτός. Όταν η σκιά του φόβου αρχίζει να εισχωρεί στα μύχια των ανθρώπων, όταν ο κόσμος γύρω του φαίνεται να κρημνίζεται και η νύχτα να διαδέχεται τη νύχτα, να είναι αυτός που θα σηκωθεί όρθιος, όχι για να δηλώσει, αλλά για να είναι πραγματικά παρών. Τότε μόνο, όλοι εμείς θα πούμε ότι αυτός είναι άξιος να υπηρετεί το λειτούργημα του πολιτικού.