Τώρα που οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Παρίσι είναι πλέον παρελθόν, ας κάνω κι εγώ μια «βουτιά» είκοσι χρόνια πίσω. Επιχειρώντας να θυμηθώ ορισμένα εν πολλοίς ξεχασμένα ή και ελάχιστα γνωστά περιστατικά- αρκετά ανέκδοτα από τους Αγώνες της Αθήνας. Όπως τα έζησα, ως ίσως ο πρώτος πολιτικός συντάκτης , σχετικά νεαρός τότε το 1997-98, όταν μόλις τους είχαμε αναλάβει και η εφημερίδα μου με έκανε «ολυμπιακό ρεπόρτερ». Σκεπτόμενη ορθώς ότι η διοργάνωση κάθε άλλο παρά αθλητικό γεγονός ήταν.
Δεν νομίζω ότι έχει κανένα νόημα να κάνω συγκρίσεις των Αγώνων στο Παρίσι με τους δικούς μας Ολυμπιακούς της Αθήνας του 2004 – αν και δεν αποφεύγω πάντα τον πειρασμό. Μιλάμε για εντελώς διαφορετικές εποχές. Η τεχνολογία έχει αλλάξει τον κόσμο τον ίδιο και το πώς εμείς τον αντιλαμβανόμαστε. Και φυσικά δεν θα συγκρίνω τις πολυσυζητημένες Τελετές Έναρξης ή Λήξης– πάνε αυτές πέρασαν, το τι έμεινε έχει σημασία…
Το μακρινό 1998, η χώρα με πρωθυπουργό το Κώστα Σημίτη μόλις ένα χρόνο πριν είχε αναλάβει την διοργάνωση των Αγώνων του 2004. Θυμάστε τον Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ, μετά την συνεδρίαση και ψηφοφορία της ΔΟΕ να ανακοινώνει το θρυλικό πλέον : “The city who has the honor and the responsibility to organize the Olympiac Games of 2004 is… Athens”.
Πανηγύρια, αγκαλιές, φιλιά, ενθουσιασμός στις πλατείες και μετά από ένα μικρό διάστημα παγωμάρα. Το project είναι τεράστιο κι εμεις ίσως πολύ μικροί για να τα καταφέρουμε. Η αλήθεια είναι πως από το 1952 και το Ελσίνκι της Φινλανδίας, ποτέ ξανά μια μικρή χώρα δεν είχε αναλάβει την διοργάνωση που εν τω μεταξύ κάθε τετραετία μεγάλωνε και είχε όλο και περισσότερες απαιτήσεις.
Στην Αθήνα, στην μικρή «Αυγή», συνειδητοποιούμε σχετικά γρήγορα ότι η διοργάνωση δεν είναι αθλητικό γεγονός (θα γινόταν και μάλιστα κορυφαίο, όπως πάντα τις μέρες των Αγώνων φυσικά, και όσο πλησιάζουμε προς αυτούς τα αμιγώς αθλητικά ρεπορτάζ θα αποκτούσαν σταδιακά πιο κεντρικό ρόλο). Αντίθετα τώρα θα είχαμε μπροστά μας μια εξαετία με το σύνολο της κυβέρνησης να εμπλέκεται στο δύσκολο εγχείρημα. Η εισήγηση μου γίνεται δεκτή μέσα σε μια βραδιά στην «σύσκεψη». Το Ολυμπιακό ρεπορτάζ θα το καλύπτει πολιτικός συντάκτης – δηλαδή εγώ!
Ένα πρωτο μικρό ανέκδοτο παρασκήνιο εδώ: Η πρόταση υπέκρυπτε και μια ωφελιμιστική επιδίωξη. Να φύγω από την αρχισυνταξία και τους καθημερινούς καυγάδες με τον άλλο αρχισυντάκτη Νίκο Φίλη- που πάντως συμφώνησε αμέσως με την ιδέα.
Η «Αυγή» (όπως και ο Συνασπισμός, στην πλειοψηφία του), ήταν κατά της ανάληψης των Αγώνων. Προχωρήσαμε όμως, μετά την ανάληψη των Αγώνων, με μια συγκρατημένα κριτική διάθεση. Θα υποστηρίζαμε την τελική επιτυχία, αλλά ασκώντας κριτική όπου επιβαλλόταν. «Επιτυχημένοι Αγώνες με την μικρότερη οικονομική και οικολογική επιβάρυνση» ήταν η (αφελής;) θέση μας – και συμφωνούσα απολύτως. Θυμηθείτε ότι η κυβέρνηση είχε θέσει ως κύριο στόχο την είσοδο στην ΟΝΕ και η περίσπαση των Αγώνων σε συνδυασμό με τα έργα και τις δαπάνες ίσως έθεταν εν αμφιβόλω την επίτευξη του στόχου.
Το ρεπορτάζ από το Μέγαρο Μαξίμου έλεγε ότι και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν ήταν τόσο ενθουσιασμένος με την ανάληψη. Τέλος πάντων, διευθύνων σύμβουλος της Οργανωτικής Επιτροπής αναλαμβάνει ο Κώστα Μπακούρης, τεχνοκράτης υψηλού κύρους, που ελέγχει τις λεπτομέρειες σαν «ελβετός ωρολογοποιός», όπως είχε γραφτεί χαρακτηριστικά. Αλλά με εμφανέστατα «πολιτικά ελλείμματα» σε ότι αφορά τις προσωπικές ικανότητες διαχείρισης ενός τόσου σύνθετου εγχειρήματος. Η τοποθέτηση μάλιστα του Στρατή Στρατήγη, παλιού βουλευτή της ΝΔ και πολιτευτή της ΔΗΑΝΑ (πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν τότε ο Κωστής Στεφανόπουλος) στην θέση του προέδρου της Οργανωτικής Επιτροπής (ΟΕ) περιέπλεκε τα πράγματα. Τι θα κατάφερνε αυτό το εμφανώς αταίριαστο «δίδυμο» και κυρίως τι σηματοδοτούσε η τοποθέτηση στην κορυφή της ΟΕ ενός άχρωμου τεχνοκράτη και ενός παλιού πολιτευτή;
Ο Κώστα Λαλιώτης στο (αγαπημένο του) παρασκήνιο έλεγε διαρκώς: «ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει». Απαντούσε έτσι στο Μέγαρο Μαξίμου που έλεγε από την πλευρά του: «Άλλο η Επιτροπή Διεκδίκησης κι άλλο η Οργανωτική Επιτροπή».
Στην συζήτηση πρωταγωνιστούσε, αν και απούσα τότε από το προσκήνιο, η Γιάννα Αγγελοπούλου. Η απόφαση του Κώστα Σημίτη να μην της αναθέσει ρόλο στην διοργάνωση δημιουργούσε ερωτήματα.
Εν τω μεταξύ, σιγά – σιγά το «ολυμπιακό ρεπορτάζ» πύκνωνε από κυρίως νέους πολιτικούς συντάκτες και κάποιους που κάλυπταν το ρεπορτάζ υποδομών. Άλλωστε τα μεγάλα έργα ήταν το προαπαιτούμενο : Αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», Μετρό, Αττικής Οδός κλπ και φυσικά τα πολλά «ολυμπιακά έργα», στις εγκαταστάσεις που θα φιλοξενούσαν τα αθλήματα. Όλο και περισσότεροι συνάδελφοι αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε για το που πάει το πράγμα. Μέσα στην κυβέρνηση διέκρινε κανείς τουλάχιστον δυο γραμμές, ενώ τα χρονοδιαγράμματα συνεχώς αναθεωρούνταν, αφού οι σχετικοί στόχοι δεν «πιάνονταν».
Κάποια στιγμή στην θέση του Στρατή Στρατήγη τοποθετείται , ως πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής πλέον, η Γιάννα Αγγελοπούλου. Το «αφεντικό» όμως παρέμενε ο CEO της εταιρείας «Αθήνα 2004 Α.Ε» (το σχήμα υπό το οποίο έτρεξε η προετοιμασία), δηλαδή ο Κώστα Μπακούρης.
Εξ όνυχος τον λέοντα. Μια μικρή παρέκβαση με μια άλλη ανέκδοτη ιστορία για το που οδηγούσε αυτή η «συγκατοίκηση» και τι δεν μπορούσε να καταφέρει , κυρίως λόγω έλλειψης πολιτικής αντιλήψεως από τον μακαρίτη πια Κ. Μπακούρη.
Ένα κρίσιμο ζήτημα που ορθώς είχε εντοπιστεί ήταν ο Εθελοντισμός. Ο ρόλος των εθελοντών θεωρείτο (κι αποδείχτηκε ότι έτσι ήταν) καθοριστικός για την επιτυχία του εγχειρήματος. Βρισκόμαστε όμως στο 1999 και άντε να μιλήσεις στον Έλληνα της αστακομακαρονάδας και της χρηματιστηριακής «φούσκας» για την σημασία του Εθελοντισμού. Ο Παναγιώτης Φασούλας μόλις έχει αποσυρθεί από την Εθνική Μπάσκετ. Δεν έχει ασχοληθεί με την πολιτική (και το καταστροφικό - κυρίως για τον ίδιο - πέρασμα του από τον δήμο Πειραιά αργούσε). Ήταν ένας δημοφιλέστατος πρωταθλητής, έξυπνος, επικοινωνιακός με ωραίες ατάκες, ίνδαλμα πολλών παιδιών, νέων, αλλά και μεγαλύτερων. Η Γιάννα σκέφτεται ότι θα μπορούσε να τοναξιοποιήσει στον τομέα του Εθελοντισμού – κι όντως ήταν μια σωστή σκέψη. Ο ίδιος ανταποκρίνεται θετικά και συναντώνται στο γραφείο της. Μιλούν, συμφωνούν σε όλα. Ακόμη κι ότι θα ταξίδευε πάντα πρώτη θέση και θα έμενε μόνο σε πεντάστερα ξενοδοχεία. Απόλυτα λογικό αίτημα. Ένας άνθρωπος 2.13 πώς να ταξιδέψει σε οικονομική θέση στο αεροπλάνο;
Οι δυο τους βγαίνουν από το γραφείο της προέδρου και «πέφτουν πάνω» στον Μπακούρη. Γίνονται οι απαραίτητες συστάσεις από την Αγγελοπούλου, η οποία τον ενημερώνει ότι ο «Πάνυ» συζητά θετικά να αναλάβει τον τομέα του Εθελοντισμό. Ο διευθύνων δείχνει να μην γνωρίζει τον «ψηλό» του ελληνικού μπάσκετ… Και λέει το αμίμητο : «Ωραία, ας αφήσει ένα βιογραφικό του»!
Ο ίδιος ο Φασούλας εξηγούσε σε μια παρέα δημοσιογράφων αργότερα ότι σκέφτηκε να του πει εκείνη την ώρα μήπως έπρεπε ο Μπακούρης να του έδινε το δικό του βιογραφικό. Δίκιο είχε ο ψηλός…
Ήταν φανερό ότι με τέτοια νοοτροπία δεν πηγαίναμε πουθενά..
Τέλος πάντων κάποια στιγμή ο Μπακούρης φεύγει από το προσκήνιο κι η Γιάννα Αγγελοπούλου, ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του «Αθήνα 2004» ανασυγκροτεί την εταιρεία, προσλαμβάνει στελέχη κι αρχίζει να τρέχει το project .
Έχουν χαθεί ήδη τρία χρόνια και τα προβλήματα είναι τεράστια. Σε πολιτικό επίπεδο ο ίδιος ο Κώστας Σημίτης έχει πλέον τεθεί επικεφαλής του εγχειρήματος. Συγκαλεί τακτικές συσκέψεις με την συμμετοχή των συναρμόδιων υπουργών και σχεδόν πάντα της ίδιας της «Κυρίας». Ο πρωθυπουργός έχει αντιληφθεί την πολυπλοκότητα του εγχειρήματος. Την σημασία που έχει για την χώρα, αλλά εν τέλει και για τον στόχο της ΟΝΕ -μια χώρα που δεν μπορεί να οργανώσει Ολυμπιακούς μπορεί να είναι στον πυρήνα της Ευρώπης; Και οπωσδήποτε ο Σημίτης καταλαβαίνει την ανάγκη ισορροπιών μεταξύ των υπουργών του, αλλά και μεταξύ κάποιων υπουργών και της αντικειμενικά φιλόδοξης, με τάσεις «αυτονόμησης» , Αγγελοπούλου. Άλλο ανέκδοτο παρασκήνιο. Ο πληθωρικός και πάντα φιλόδοξος Ευάγγελος Βενιζέλος είναι υπουργός Πολιτισμού (με υφυπουργό Αθλητισμού τον Γιώργο Φλωρίδη). Θεωρεί ότι ως υπουργός Πολιτισμού είναι ο πολιτικός προϊστάμενος των Αγώνων. Όταν το δηλώνει σε μια συνέντευξη του, μια μικρή ηλεκτρική εκκένωση παρατηρείται στη Νέα Ιωνία, όπου έχει μεταφερθεί η έδρα του «Αθήνα 2004». Ο πρώτος ρόλος ανήκει στην «Κυρία» και δεν μπορεί κανείς να της τον αμφισβητήσει. Εδώ της τον έχει παραχωρήσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός, θα τον ξεπεράσει ένας υπουργός; Βέβαια τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, αλλά όλα αυτά είναι ενδεικτικά του πολέμου των παρασκηνίων που κράτησε μέχρι τουλάχιστον την Τελετή Έναρξης. Σε μια επόμενη συνέντευξη του ο Ευάγγελος Βενιζέλος μιλάει off the record σε μια μικρή παρέα δημοσιογράφων. Προσπαθώ να τον προβοκάρω για τον ρόλο του και τον ρόλο της Γιάννας κι ευφυέστατος ων με ρίχνει στο «αριστερό φιλότιμο». Μου λέει κάτι σε στυλ: «Καλά, εσύ είσαι αριστερό παιδί και καταλαβαίνεις. Είναι δυνατόν να αφήσουμε την «Κυρία» να κάνει μόνη της πολιτική; Η κυβέρνηση είναι η τελική υπεύθυνη. Θα δίνω συνεντεύξεις για την πορεία της ολυμπιακής προετοιμασίας κάθε εβδομάδα» και νομίζω ότι ενώ μου μιλάει κοιτάει περισσότερο τους συναδέλφους στο «πηγαδάκι». Δεύτερο ηλεκτροσόκ στη Νέα Ιωνία. Δεν μπορώ να γνωρίζω τι έγινε στη συνέχεια, αλλά μπορώ να διαβεβαιώσω πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν ξαναέδωσε συνέντευξη για την ολυμπιακή προετοιμασία…
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι Γιάννα Αγγελοπούλου έπαιζε μόνη της μπάλα. Άλλωστε η ίδια είχε αντίληψη των ισορροπιών που έπρεπε να τηρούνται. Και ήξερε να βλέπει την μεγάλη εικόνα, μη αφήνοντας διάφορες… τεχνικές λεπτομέρειες να της αποσπούν την προσοχή. Προχωρούσε με συμβιβασμούς, αλλά προχωρούσε. Έστω κι αν κάποιοι συμβιβασμοί θα αποδεικνύονταν οδυνηροί. Όχι για την ίδια. Αλλά, μελλοντικά για την χώρα…
Σε μια από τις πρώτες συσκέψεις με τον Κώστα Σημίτη και συναρμόδιους υπουργούς η Γιάννα Αγγελοπούλου θέτει το ζήτημα της μεταολυμπιακής αξιοποίησης των ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Τι θα γίνουν όλα αυτά τα ολυμπιακά ακίνητα μετά τους Αγώνες;
Ρεπορτάζ της εποχής ανέφεραν ότι οι Ολυμπιακές Ομοσπονδίες πίεζαν η μία μετά την άλλη για μεγαλύτερες και μόνιμες κατασκευές. Μάλιστα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές οι διάφορες καθυστερήσεις που παρατηρούνταν στην εν γένει ολυμπιακή προετοιμασία, έκαναν αυτές τις πιέσεις όλο και ισχυρότερες.
Η ιδέα της Αγγελοπούλου σήμερα ακούγεται απλή και αποτελεσματική. Να καλέσουμε τον ιδιωτικό τομέα να συμβάλλει στην κατασκευή και διαμόρφωση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων με αντάλλαγμα την ιδιωτική αξιοποίηση τους μετά τους Αγώνες. Ένα «Ολυμπιακό ΣΔΙΤ», δηλαδή!
Η ιδέα απορρίπτεται μετ’ επαίνων. Ο Κώστας Σημίτης διακρίνει αμέσως το πολιτικό μιας τέτοιας επιλογής. Θα τον κατηγορούσαν ότι «ξεπουλάει τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο ιδιωτικό κεφάλαιο»! Εύκολα φαντάζεται κανείς διάφορα πρωτοσέλιδα, αλλά και τις ανακοινώσεις της αντιπολίτευσης. Άλλωστε, ο Σημίτης στην δεύτερη τετραετία του δεν ήταν πανίσχυρος. Είχε κερδίσει με μόλις μία μονάδα τη ΝΔ, ο Κώστας Καραμανλής «ερχότανε», είχε ανοίξει μέτωπο με την Εκκλησία για τις ταυτότητες, με το ίδιο το κόμμα του και την αντιπολίτευση για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση, και παρά το ότι είχε «κλειδώσει» την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ και τη ζώνη του ευρώ, είχε μπροστά του το μέγα εθνικό ζήτημα της εισόδου της Κύπρου στην ΕΕ, πριν λυθεί το πολιτικό πρόβλημα και η κατοχή του μισού νησιού από την Τουρκία. Το τελευταίο που θα ήθελε ήταν να ανοίξει και μια «φάμπρικα» ανταγωνισμού μεγαλοεπιχειρηματιών για τα «ολυμπιακά φιλέτα» - και μάλιστα πριν αυτά κατασκευαστούν. Προοπτική που από μόνη της μπορεί να οδηγούσε σε άλλου τύπου προστριβές και καθυστερήσεις.
Άλλη μια ανέκδοτη ιστορία. Με αφορμή και τις καθυστερήσεις που παρατηρούνταν η ΔΟΕ είχε δημιουργήσει Συντονιστική Επιτροπή για τους Ολυμπιακούς του 2004. Ο ρόλος της Επιτροπής αυτής (είχαμε χάσει το μέτρημα των διαφόρων Επιτροπών) ήταν η παρακολούθηση της προόδου των προετοιμασιών της Αθήνας για τους Αγώνες. Κάτι σαν «επιθεώρηση της ΔΟΕ» της κυβερνητικής προετοιμασίας και φυσικά του «Αθήνα 2004». Τέλος πάντων τον Ιούλιο του 2001 ο Ζακ Ρογκ της ΔΟΕ ορίζει πρόεδρο αυτής της Συντονιστικής Επιτροπής τον Ελβετό «αθάνατο» , Ντένις Όσβαλντ. Ήταν έμπιστος του τέως προέδρου Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ, εθεωρείτο ιδιαίτερα αυστηρός και ένας από τους θιασώτες της «κίτρινης κάρτας» που είχε δείξει το 2000 η ΔΟΕ στην Αθήνα για τις καθυστερήσεις. Όμως ο Όσβαλντ είχε και ένα άλλο χαρακτηριστικό. Ήταν κωπηλάτης με συμμετοχές στους Ολυμπιακούς του Μεξικό (όπου είχε κατακτήσει χάλκινο μετάλλιο), του Μονάχου και του Μόντρεαλ. Είχε σηκωθεί μεγάλη συζήτηση για την σκοπιμότητα της κατασκευής του κωπηλατοδρομίου στον Σχοινιά. Τα αθλητικά σωματεία του Σαρωνικού (Ολυμπιακός, Όμιλος Ερετών, ΝΑΣ, ΝΟ Καλαμακίου, Γλυφάδα, ΕΝΟΑ κ.α) αντιδρούσαν. Είχαν μια λογική βάση οι ενστάσεις τους. Η ανάπτυξη του αθλήματος γίνεται στην εφηβική ηλικία. Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία πάνε σχολείο και φροντιστήρια, κάνουν ξένες γλώσσες και μέσα στο φορτωμένο πρόγραμμα τους, μερικές φορές ξημερώματα κι άλλες το απόγευμα κάνουν προπονήσεις. Συνεπώς ο Σχοινιάς, μια ώρα απόσταση, δεν ήταν η ενδεδειγμένη λύση, για την ανάπτυξη του αθλήματος. Κι όντως, 20 χρόνια μετά, λειτουργεί κυρίως για την Εθνική ομάδα και για αγώνες. Ο Όμιλος Ερετών που έχει ιδρυθεί το 1885 στο Πασαλιμάνι είναι το αρχαιότερο αθλητικό σωματείο της χώρας (ο Πανιώνιος και ο Απόλλων είχαν ιδρυθεί στη Σμύρνη κι ήλθαν εδώ μετά την Καταστροφή). Ως παλιός αθλητής του Ολυμπιακού (και) στην Κωπηλασία και με γνωστούς στον ιστορικό Όμιλο Ερετών, ανέλαβα να κάνω κάποιου «λόμπινγκ» στον Οσβαλντ κατά της λύσης Σχοινιά – υπήρχαν και περιβαλλοντικές ενστάσεις, αλλά σχεδόν παντού προβάλλονταν τέτοιου χαρακτήρα αιτιάσεις για κάθε ολυμπιακό έργο. Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι το «λόμπινγκ» πήγε κατά διαόλου…
Εναλλακτικές λύσεις για να μην προχωρήσει ο Σχοινιάς ήταν το αεροδρόμιο του Ελληνικού, που αποκλείστηκε για οικονομικούς λόγους. Αλλά και τα Γιάννενα με την Καστοριά που είχαν ήδη υποδομές στις λίμνες και σημαντική αθλητική δραστηριότητα. Ο Όσβαλντ εκ μέρους της ΔΟΕ ήταν ανένδοτος. Τους Αγώνες τους οργανώνει η Αθήνα και μόνο κάποιοι αγώνες του ποδοσφαιρικού τουρνουά μπορούσε να γίνουν και σε πόλεις της περιφέρειας. Σκέπτομαι ότι οι Αγώνες του Παρισιού «απλώθηκαν» σε πέντε- έξι πόλεις, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το μπάσκετ. Ο όμιλος της Εθνικής έγινε στην Λιλ κάπου 250 χιλιόμετρα μακριά από το Παρίσι. Κάπως έτσι σε μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα, η Ιστιοπλοΐα δεν έγινε στις Κυκλάδες, η κωπηλασία στα Γιάννενα και την Καστοριά, φτιάξαμε γήπεδα που δεν ξέραμε τι να τα κάνουμε ή εγκαταστάσεις που μετά καταστράφηκαν – οι περιπτώσεις του μπέιζμπολ και του κανόε – καγιάκ στο Ελληνικό αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα…
Το επόμενο καλοκαίρι πάντως, το 2002, εξαρθρώθηκε η 17Νοέμβρη και ο ΕΛΑ
(είχε προηγηθεί η δολοφονία του στρατιωτικού ακολούθου της Μ. Βρετανίας στην Αθήνα, ταξίαρχου Σόντερς το 2000), κρίσιμη ,εκτός προετοιμασίας σε επίπεδο υποδομών, παράμετρος για την επιτυχή οργάνωση των Αγώνων. Ούτως ή άλλως το ζήτημα της ασφάλειας, ιδίως μετά το χτύπημα της Αλ Κάιντα στους «δίδυμους» της Νέας Υόρκης ήταν κομβικής σημασίας και, όπως αποδείχθηκε, σημαντικό και σε επίπεδο προϋπολογισμού. Ποιος δεν θυμάται το περίφημο C4i ή τα περίφημα «Ζέπελιν» που μας παρατηρούσαν από αέρος , σχεδόν ακίνητα, τις μέρες πριν και κατά την διάρκεια των Αγώνων; Οι πιο μυημένοι ίσως θυμούνται και τον ISPS Code, διεθνή κώδικα για την ασφάλεια λιμένων που υιοθετήθηκε τον Δεκέμβριο του 2002 και έπρεπε άρον – άρον να εφαρμοστεί και στην χώρα μας και οπωσδήποτε στο λιμάνι του Πειραιά μέσα σε λίγους μήνες…
Το 2003 πάντως τα πράγματα φαίνονται να έχουν μπει σε μια σειρά. Βέβαια δεν ήταν όλα ρόδινα κι ανέφελα. Τα test events (επίσημοι κι ανεπίσημοι αγώνες κάθε αθλήματος, που λειτουργούσαν ως αθλητική πρόβα τζενεράλε) , έκρυβαν εκπλήξεις και μάλιστα κάποιες φορές οδυνηρές. Όπως στο κωπηλατοδρόμιο του Σχοινιά, όπου σημειώθηκε φιάσκο. Οι οργανωτές δεν είχαν φροντίσει να πάρουν δελτίο καιρού, εκείνη την ημέρα φυσούσαν θυελλώδεις άνεμοι, κωπηλατικές λέμβοι ανατράπηκαν μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Χάος. Μια πλήρης αποτυχία. Στο στρατηγείο της «Νέας Ιωνίας» συγκαλείται σύσκεψη για να αναζητηθούν τρόποι διαχείρισης της κρίσης. Επικοινωνιολόγοι, αναλυτές, στελέχη, όλο το επιτελείο του «Αθήνα 2004» υπό την Γιάννα προσπαθούν να βρουν λύση. Την οποία δίνει μια απλή ιδέα ενός δημοσιογράφου , στελέχους του Γραφείου Τύπου που είχε κληθεί εκτάκτως στην σύσκεψη – τον εν λόγω θα τον ξανασυναντήσουμε σε μια επόμενη ακόμη πιο δύσκολη κρίση. «Κυρία θα βγείτε και θα αναλάβετε την ευθύνη, λέγοντας ότι όλοι μαθαίνουμε από τα λάθη μας», προτείνει στην Αγγελοπούλου. Η εισήγηση γίνεται δεκτή και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνουν τα ίδια τα ΜΜΕ. «Έθνος», «Καθημερινή» , ακόμη κι η… δύσκολη «Ελευεθεροτυπία» με διευθυντή τον μακαρίτη Σεραφείμ Φυντανίδη υιοθετούν την «γραμμή». Και πλειοδοτούν τα «Νέα» που φιλοξενούν συνέντευξη της Γιάννς Αγγελοπούλου και «χτυπούν» ως τίτλο ακριβώς την φράση της: «Μαθαίνουμε από τα λάθη μας» !
Το σταθερό πολιτικό περιβάλλον παραμένει πάντα ζητούμενο. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποια προβλήμτα μπορεί να δημιουργήσει στην διοργάνωση μια πολιτική κρίση. Τον Ιούλιο του 2003 η ΔΟΕ συνεδριάζει στην Πράγα. Στο πολιτικό ρεπορτάζ συζητάμε μέρες τώρα ότι επίκειται ανασχηματισμός. Και ανασχηματισμός έγινε μεν, αλλά η είδηση ήλθε μια μέρα νωρίτερα. Ο Κώστα Λαλιώτης παραιτείται από την θέση του γραμματέα του ΠΑΣΟΚ! Είναι η πρώτη φορά που βλέπω την Γιάννα Αγγελοπούλου να έρχεται με ταχύ βήμα προς το μέρος μου. Βρισκόμαστε σε ένα σαλόνι έξω από την αίθουσα που θα συνεδρίαζε η ΔΟΕ. Η «Κυρία» κρατάει από το χέρι της τον σύζυγο της Θόδωρο και χωρίς να μας συστήσει λέει απευθυνόμενος ουσιαστικά και στους δυο μας. «Να ρώτα τον Νότη» και συνεχίζει «τι είναι αυτό με την παραίτηση Λαλιώτη, τι λες»;
Να πω ότι δεν αιφνιδιάστηκα θα ήταν ψέμα. Παρ’ όλα αυτά κάνω μιαν ανάλυση στο πόδι και καταλήγω με το βαρύγδουπο : «Τώρα ο Σημίτης θα κάνει μια δική του κυβέρνηση, χωρίς τα βαρίδια του βαθέως ΠΑΣΟΚ» ! Αν είχα πει «μπορεί να κάνει» όλα θα ήταν μια χαρά κι η πρώτη μου γνωριμία με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο θα είχε συνοδευτεί με μια σχετικά σωστή πολιτική πρόβλεψη. Την επόμενη μέρα ο ανασχηματισμός άφησε στους «πούρους εκσυγχονιστές» μια πικρή γεύση, καθώς ο Σημίτης διατήρησε στα κρίσιμα πόστα τους ίδιους υπουργούς, κι έστειλε στον «κουβά» τους περισσότερους πολιτικούς συντάκτες που πίσω στην Αθήνα είχαν κάνει κι αυτοί πάνω – κάτω την ανάλυση που είχα επιχειρήσει κι εγώ.
Θυμάμαι τον Κωστή Δήμτσα, διευθυντή τότε της «Βραδυνής» (εδώ και πολλά χρόνια πλέον στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου), ο οποίος βρισκόταν κι αυτός στην Πράγα. Είχαμε βγει για μια τσέχικη μπύρα μετά την ανακοίνωση του ανασχηματισμού κι εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω τι συγκράτησε τον Σημίτη. Αφού είχε «απαλλαγεί» από τον Λαλιώτη ,το (θεωρητικά) δύσκολο, γιατί «κόλωσε» στο (επίσης θεωρητικά) ευκολότερο που ήταν η δημιουργία μιας φρέσκιας μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης, που θα έδινε νέο «αέρα» στο ΠΑΣΟΚ; Ο Κωστής επέμενε ότι ο Σημίτης απλώς είχε «εκτονωθεί» με την απομάκρυνση του Λαλιώτη και στην συνέχεια αρκέστηκε σε σημειακές αλλαγές. Στην πραγματικότητα ο πρωθυπουργός δεν ήταν ο άνθρωπος των ανατροπών, εκτιμούσε ο συνάδελφος . Και μάλλον είχε δίκιο…
Οι «κίτρινες κάρτες» πάντως ανήκουν στο παρελθόν, νομοθετικές ρυθμίσεις διευκολύνουν την πρόοδο των έργων, τα χρονοδιαγράμματα τηρούνται , έστω και με δυσκολίες, κάποιες φορές. Η πόλη, αλλά και η χώρα συνολικά, ετοιμάζεται για τους Αγώνες. Οι ανησυχίες των ξένων για το αν θα τα καταφέρουμε έχουν υποχωρήσει. Το νιώθει κανείς αυτό ταξιδεύοντας με την αποστολή του «Αθήνα 2004» σε διάφορες πρωτεύουσες. Στο Βερολίνο, το Λονδίνο, την Λευκωσία, την Ρώμη , το Παρίσι, την Πράγα, αλλά και σε όλο τον κόσμο, παντού το κλίμα έχει αλλάξει. Πάμε να κάνουμε υπέροχους Αγώνες! Από τα τέλη Μαρτίου του 2001 λειτουργεί το νέο αεροδρόμιο στα Σπάτα, το «Ελευθέριος Βενιζέλος». Ένα χρόνο νωρίτερα, τον Ιανουάριο του 2000 είχε ξεκινήσει η λειτουργία ενός «έργου πολιτισμού», όπως το χαρακτήρισε τότε ο Διονύσης Σαββοπουλος. Του Μετρό της Αθήνας και των πρώτων στάσεων του στις γραμμές 2 και 3. Ένα έργο που έμελλε να αλλάξει την ζωή μας στην πόλη. Που μπορεί να φαντάζει σήμερα αυτονόητο, αλλά κάθε άλλο παρά αυτονόητο ήταν τότε. Μια ορθολογική κριτική που ακουγόταν εκίνη την εποχή, αλλά και τα επόμενα χρόνια, ήταν ότι καλά όλα αυτά τα μεγάλα έργα. Έπρεπε όντως να γίνουν. Αλλά ήταν ανάγκη να οργανωθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες για να γίνουν; Μήπως είχαμε βάλει το κάρο μπροστά από τα άλογα; Θεωρητικά ναι. Τα έργα αυτά που άλλαξαν το προφίλ της Αττικής μπορούσαν και έπρεπε να γίνουν ανεξαρτήτως του αν είχαμε την υποχρέωση να οργανώσουμε τους Αγώνες ή όχι. Αλλά μισό λεπτό, για την Ελλάδα μιλάμε. Το 2001 με αφορμή το πολύνεκρο ναυάγιο του «Σαμίνα» ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, αναλύοντας τις παθογένειες του ελληνικού κράτους είπε στην Βουλή το περίφημο «αυτή είναι η Ελλάδα». Με άλλα λόγια, πάνω από 20 χρόνια αργότερα, το ίδιο είπε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για την τραγωδία των Τεμπών.
Μια τέτοια χώρα, πόσο πιθανόν ήταν να ξεπερνούσε τόσα πολλά εμπόδια και παθογένειες δεκαετιών ώστε να κατασκεύαζε όλα αυτά τα έργα υποδομών μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, χωρίς την πίεση των ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων που επέβαλαν οι Αγώνες; Χωρίς τα «ολυμπιακά νομοσχέδια» που με διαδικασίες εξπρές παρέκαμπταν γραφειοκρατικές και άλλες αγκυλώσεις; Με βάση τα ελληνικά στάνταρ, κάποιες από τις απαραίτητες απαλλοτριώσεις για την Αττική Οδό πιθανότατα σε κάποιο δικαστήριο θα εκκρεμούσαν ακόμη. Κακά τα ψέματα, η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας λειτούργησε ως καταλύτης, επιταχυντής μιας διαδικασίας μεταμόρφωσης της Αττικής, αλλά και άλλων πόλεων της χώρας.
Έγραψα παραπάνω για έργα υποδομών και θυμήθηκα μια ακόμη ανέκδοτη ιστορία. Συντάκτης της «Αυγής» από τα νιάτα μου είχα συνηθίσει την «φάμπρικα» των υπογραφών. Όταν κάτι δεν άρεσε «στο κίνημα» , αλλά κάποιες φορές άρεσε και έπρεπε να υποστηριχτεί, συγκεντρώνονταν υπογραφές. Καταγγελίας της «χ» παρέμβασης ή υποστήριξης της «ψ» λύσης. Κλασική μέθοδος, που αδιαφορούσε αν ένα συντριπτικό ποσοστό υπογραφών ήταν συνήθως των ίδιων προσώπων. (Άλλωστε και μετά τους Αγώνες συναντήσαμε αυτό το φαινόμενο όπου στην λίστα υπογραφών κατά του γηπέδου του Παναθηναϊκού στο Βοτανικό για να προστατευτούν οι …κορμοράνοι του Ελαιώνα έβρισκε κανείς πάνω – κάτω τις ίδιες υπογραφές κατά της αξιοποίησης του παλιού αεροδρομίου του Ελληνικού, που υποστήριζαν ότι κάποτε εκεί υπήρχε δάσος)…
Τέλος πάντως, τότε η «Αριστερά του Όχι», όπως σκωπτικά την αποκαλούσαμε κάποιοι ακόμη και μέσα στην «Αυγή», κυριαρχούσε. Όχι στο Μετρό, όχι, στην Αττική οδό, όχι στο «Ελ. Βενιζέλος», όχι στο «μπάζωμα» του Κηφισού, όχι στον κόμβο με τις αερογέφυρες στο Ν. Φάληρο και την σχεδιαζόμενη επέκταση τους προς το λιμάνι , την Δραπετσώνα και την Ιχθυαγορά του Κερατσινίου.Με δυο λόγια: όχι σε όλα. Και οι υπογραφές στα σχετικά ψηφίσματα πάντα σχεδόν οι ίδιες!
Εκτός… Εκτός από μία περίπτωση.
Σε κάποια συνέντευξη της Γιάννας Αγγελοπούλου και του Ντέιβιντ Όσβαλντ στο «Κάραβελ» κυκλοφόρησε ένα κείμενο με υπογραφές, το οποίο μάλιστα το Γραφείο Τύπου του «Αθήνα 2004» φρόντισε να διανεμηθεί στους διαπιστευμένους ολυμπιακούς συντάκτες. Το κείμενο υπέγραφαν οι «συνήθεις ύποπτοι» του όχι. Μόνο που αυτή την φορά έλεγαν ναι! Κι όχι μόνο αυτό, αλλά εξέφραζαν και την αγωνία τους για το αν επρόκειτο να τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα και να είναι έτοιμο στην ώρα του να λειτουργήσει το …Τραμ! Η «Αριστερά του Όχι» έλεγε για πρώτη φορά ένα «Ναι». Κι ας επρόκειτο τελικά για το πιο αμφιλεγόμενο έργο. Χρόνια μετά οι ίδιοι άνθρωποι έλεγαν ότι εννοούσαν ένα … άλλο Τραμ – ίσως κατά το σύνθημα της επόμενης δεκαετίας «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» - πλην όμως παραδέχονταν επί της ουσίας ότι οι Αγώνες ήταν μια μοναδική ευκαιρία να υλοποιηθεί και να επαναλειτουργήσει στην Αθήνα το Τραμ και πανηγύριζαν παρότι η διαδρομή ήταν προβληματική. Η απόλυτη ιδεοληψία: Το Τραμ είναι καλό, η διαδρομή είναι λάθος, αλλά ας λειτουργήσει έστω στην λάθος διαδρομή γιατί αλλιώς δεν θα λειτουργήσει ποτέ. Προφανώς δεν καταλάβαιναν, ίσως δεν έχουν καταλάβει ακόμη, ότι με την τακτική τους δικαίωναν όσους ρεαλιστές έλεγαν ότι τα έργα υποδομών που είχε πια επιτακτική ανάγκη το πολεοδομικό συγκρότημα της Αττικής, μόνο υπό την πίεση ενός «εξωτερικού παράγοντα», όπως ήταν η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας θα μπορούσαν να γίνουν.
Δεν ξέρω αν αποτελεί σύμπτωση, αλλά προς το Φθινόπωρο του 2003 ο Ντένις Όσβαλντ ( ο «επιθεωρητής» της ΔΟΕ που λέγαμε) εστίαζε την αγωνία του και τις παρατηρήσεις του πλέον σε δυο μόνο σημεία. Το αν θα είναι έτοιμο το στέγαστρο Καλατράβα στο Ολυμπιακό Στάδιο και το αν θα λειτουργήσει το Τραμ. Μέχρι και για πόσα βαγόνια θα λειτουργούν και την πιθανότητα ενοικίασης κάποιων ακόμη είχε αναφερθεί σε μια συνέντευξη του…
Μ’ αυτά και με εκείνα καθώς μπαίνουμε στο 2004 η πόλη είναι έτοιμη να υποδεχθεί τους Αγώνες. Για την ακρίβεια οι πολίτες της είναι έτοιμοι – κι αυτό έχει την μεγαλύτερη σημασία. Το κίνημα του Εθελοντισμού πάει απρόσμανα καλά σε μια χώρα χωρίς καμιά ιδιαίτερη παράδοση στον τομέα αυτόν. Αλλά πέρα και από τους εθελοντές που είναι έτοιμοι να προσφέρουν επί του πεδίου, νοιώθουμε όλοι κατά κάποιον τρόπο εθελοντές. Ο έλληνας οδηγός που σταματάει με το ζόρι στο κόκκινο και δεν ξέρει για τι υπάρχει το stop στις διασταυρώσεις τώρα προσπαθεί με ευλαβική προσοχή να μην μπει στις «ολυμπιακές λωρίδες», που προορίζονται για την ταχεία και ασφαλή μετακίνση μελών των ολυμπιακών αποστολών. Ξαφνικά ο ελληναράς έχει γίνει πειθαρχημένος γερμανός. Βοηθά βέβαια κι η λειτουργία των υποδομών. Είχα πάντα δυο επιλογές να ανέβω την Πεντέλη σους γονείς μου από τον Πειραιά. Μέσω της Κηφισίας ( «μέσα από την Αθήνα» όπως λέγαμε) ή μέσω εθνικής (από το «ποτάμι») και στροφή προς Νέα Κηφισιά κλπ στο ύψος της «πίτσας με το μέτρο», για τους παλιότερους. Μια με μιάμιση ώρα διαδρομή κατά την διάρκεια της ημέρας, ανάλογα την κίνηση. Με την λειτουργία της Αττικής Οδού η διαδρομή γίνεται σε λιγότερο από μισή ώρα – μιλάμε για πριν 20 χρόνια, μην κάνουμε συγκρίσεις με την σημερινή κατάσταση.
Έχω ανέβει στη Νέα Ιωνία για κάποια δουλειά, ίσως να πάρω την διαπίστευση μου για τους Αγώνες, αν θυμάμαι καλά. Από τις προηγούμενες ημέρες έχω ζητήσει ένα ραντεβού με την Γιάννα Αγγελοπούλου. Όχι, για μια τυπική συνέντευξη (πάντα τις βαριόμουν), αλλά για μια συζήτηση σχετικά με την τελική ευθεία της προετοιμασίας πριν την έναρξη. Με δέχεται στο γραφείο της φορώντας ένα πολύ όμορφο κίτρινο φόρεμα, που επισημαίνω ότι της «πάει» για να ανταποκριθεί με ένα χαμογελαστό «ευχαριστώ» που αντανακλά την αναμενόμενη γυναικεία φιλαρέσκεια. Ήταν σχεδόν 12 το μεσημέρι. Μου προσφέρει ένα Cohiba, η ίδια ήδη κάπνιζε ένα. Κι ενώ συνήθως κατ’ιδίαν με αποκαλούσε Νότη ( εγώ πάντα την αποκαλούσα Κυρία πρόεδρε ή σκέτο κυρία), τώρα με αιφνιδιάζει με μια ερώτηση, περισσότερο τοποθέτηση, στον πληθυντικό:
«Φαντάζομαι δεν δυσκολευθήκατε σήμερα να έλθετε από τον Πειραιά» ;
Η ελάχιστα κρυμμένη ειρωνεία στον τόνο της φωνής της και την επιλογή του πληθυντικού είναι καλά στοχευμένη. Τελικά όταν θέλει η πρόεδρος του «Αθήνα 2004» δεν ξεχνάει. Στην προκειμένη περίπτωση δεν είχε ξεχάσει ότι σε μια συνέντπής, πριν κανένα χρόνο, ενώπιον του Ντ. Όσβαλντ την είχα ρωτήσει τι γίνει με τους οδικούς άξονες , σημειώνοντας πως μου είχε πάρει μιάμιση ώρα να φτάσω από τον Πειραιά στη Νέα Ιωνία. Η αλήθεια είναι ότι και εκείνη την μέρα είχα δυσκολευτεί με το μποτιλιάρισμα να φτάσω στα γραφεία του «Αθήνα 2004», αφού η Αττική Οδός θα λειτουργούσε τελικά μόλις στις 24 Ιουνίου του 2004, σχεδόν ενάμιση μήνα πριν την Τελετή Έναρξης, αλλά η βελτίωση ήταν αισθητή.
Ναι, γινόμασταν, είχαμε γίνει κάτοικοι μιας άλλης πόλης, μιας άλλης χώρας. Ναι, η επιτυχία των Αγώνων μας χαμογελούσε…
Τον Μάρτιο του 2004 η Νέα Δημοκρατία κερδίζει τις εκλογές και ο Κώστας Καραμανλής γίνεται πρωθυπουργός της χώρας. Σε όποιον είχε παίξει στοίχημα ότι θα μπορούσε να κερδίσει το ΠΑΣΟΚ με τον Γιώργο Παπανδρέου κανονικά γι λόγους προστασίας της περιουσίας και της ψυχικής του υγείας θα έπρεπε να του απαγορευτεί να τζογάρει ξανά. Αυτή η κυβερνητική αλλαγή πάντως δεν άλλαζε ουσιαστικά τίποτε αναφορικά με τους Ολυμπιακούς. Η χώρα ήταν έτοιμη. Οι νέοι υπουργοί παρέλαβαν φάκελους με τις εκκρεμότητες. Αν και οι εκκρεμότητες ήταν ελάχιστες – αν υπήρχαν. Όλα ήταν έτοιμα. Λεπτομέρειες έμεναν. Μόνο που καμιά φορά ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες…
Τον 40χρονο τότε Δημήτρη Παπαϊωάννου, ομολογώ ότι δεν τον γνώριζα – ούτε προσωπικά , ούτε το έργο του. Άλλωστε μόνο οι «μυημένοι» τον γνώριζαν και τον εμπιστεύονταν. Όπως ο φίλος του Αντώνης Ζαγκλαούτης, εργαζόμενος στον Πολιτιστικό τομέα της Οργανωτικής Επιτροπής, ο οποίος αφού δεν προχώρησε η ιδέα της ανάθεσης των Τελετών Έναρξης και Λήξης στον Βαγγέλη Παπαθανασίου (στο Σίδνευ το 2000, το δεκάλεπτο επεισόδιο που είχε σκηνοθετήσει με την παραλαβή της σκυτάλης – Ολυμπιακής Σημαίας, δεν είχε πάει καλά) πρότεινε τον Παπαιωάννου. Θα χρειαζόταν άλλο ένα κεφάλαιο που θα έκλεβα από ένα εξαιρετικό προσωπικό κείμενο του καταξιωμένου σκηνοθέτη και χορογράφου, το οποίο δημοσιεύτηκε στο Lifo, για να περιγράψω τα παρασκήνια της τελικής απόφασης της Αγγελοπούλου να του αναθέσει, ουσιαστικά εν λευκώ, τις Τελετές Έναρξης και Λήξης των Ολυμπιακών της Αθήνας. Το προσπερνάω. Πάμε στον Χειμώνα του 2003-04 και την Άνοιξη του 2004. Ο συνάδελφος Γιάννης Προβής, διευθυντής Ελληνικών Μέσων του «Αθήνα 2004» και η επίσης συνάδελφος Σίλα Αλεξίου από το Γραφείο Τύπου έχουν αναλάβει να «συστήσουν» τον Δημήτρη Παπαιωάννου στο (επιεικώς) άσχετο κοινό των «ολυμπιακών συντακτών». Τον συναντάμε σε ένα μπαρ στου Ψυρρή κι αργότερα στον «Φωκιανό», απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο. Κλειστός, σεμνός στα όρια της αγοραφοβίας. Φυσικά δεν απαντούσε και σε προκλητικές ερωτήσεις που ήθελαν να τον κάνουν να μας αποκαλύψει την βασική ιδέα της Τελετής Έναρξης – εκεί είχαμε επικεντρωθεί όλοι. Δεν φύγαμε σοφότεροι από τις δυο ανεπίσημες παρουσιάσεις του επικεφαλής μιας ολόκληρης ομάδας η οποία έκανε ολόκληρο τον κόσμο να μιλά για την Αθήνα και την Ελλάδα λίγους μήνες αργότερα. Άσε που η βασική αγωνία μας ήταν αν θα τοποθετηθεί εγκαίρως και με ασφάλεια το στέγαστρο του Καλατράβα στο Ολυμπιακό Στάδιο.
Αφού τοποθετήθηκε κι αυτό δεν υπήρχε τίποτε να μας ανησυχεί – νομίζαμε…
Ο Παπαδημητρίου είχε ζητήσει ή μάλλον επιβάλει στην Οργανωτική Επιτροπή να γίνει μια πρόβα τζενεράλε μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο την Δευτέρα 9 Αυγούστου, πριν την Τελετή Έναρξης της Παρασκευή 13 Αυγούστου. Μόνο που σε πείσμα κάθε πρωτοκόλλου η πρόβα θα γινόταν ενώπιον κοινού. Εθελοντές, επίσημοι από όλες τις αθλητικές αντιπροσωπείες, δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο, δεκάδες χιλιάδες θεατές συνολικά απόλαυσαν αυτό που είδε όλος ο πλανήτης λίγες μέρες αργότερα. Με εξαίρεση τα τελευταία 20 λεπτά και το άναμμα του βωμού με την Ολυμπιακή Φλόγα. Μάλιστα οι οργανωτές ζήτησαν από τα μεγάφωνα να τηρήσουμε εχεμύθεια για ό,τι είχαμε δει. Εχεμύθια από 70.000 ανθρώπους σκέφτηκα βγαίνοντας από το Στάδιο, μαζί με το Νίκο Φίλη, που εν τω μεταξύ είχε γίνει διευθυντής σύνταξης της «Αυγής». Εκείνο που μας ενδιεφερε πάντως εκείνη την ώρα ήταν αν έπρεπε σε αυτή την μεγαλοπρεπή τοιχογραφία της Ελληνικής Ιστορίας, ο Παπαϊωάννου παραλείψει τα 400 χρόνια Οθωμανικής κυριαρχίας ή όχι. Ψιλά γράμματα…
Τις προηγούμενες μέρες είχε κυκλοφορήσει ότι ο χρυσός Ολυμπιονίκης του Σίδνευ στα 200 μέτρα Κώστας Κεντέρης θα ήταν ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος. Αλλά αυτό δεν ήταν το μοναδικό νέο που κυκλοφορούσε σχετικά με τον πρωταθλητή μας. Όλο και περισσότερα διεθνή δημοσιεύματα
ήθελαν τον Κεντέρη, αλλά και την Κατερίνα Θάνου (αργυρό μετάλλιο στα 100 μέτρα στο Σίδνευ), που προπονούνταν με τον ίδιο προπονητή, να μην έχουν βρεθεί στο σημείο όπου είχαν δηλώσει για να δώσουν δείγμα σε αιφνιδιαστικό έλεγχο ντόπινγκ. Και μάλιστα δυο φορές! Οι κανονισμοί της WADA (της Επιτροπής της ΔΟΕ για το ντόπνινγκ) ήταν σαφείς και αυστηροί. Όποιος αθλητής συμπληρώσει τρία «no calls», δηλαδή δεν βρεθεί σε ενδεχόμενο αιφνιδιαστικό έλεγχο για ντόπινγκ κοντρόλ τρεις φορές, τότε θεωρείται ντοπαρισμένος! Οι αθλητές δήλωναν τον τόπο διαμονής, προετοιμασίας τους , που βρίσκονταν ανά πάσα στιγμή. Τα συνεργεία της WADA, κατά την δική τους απόλυτη επιλογή, χωρίς προειδοποίηση εμφανίζονταν και ζητούσαν έλεγχο. Αν ένας αθλητής δεν βρισκόταν στον χώρο που είχε υποδείξει τρεις φορές, τότε εθεωρείτο ντοπαρισμένος. Κι ας έλεγε , προκλητικά, ο τότε προπονητής τους Χρ. Τζέκος ότι ντοπαρισμένος είναι όποιος «πιάνεται». Όχι. Ντοπαρισμένος θεωρείται κι όποιος είναι τρεις φορές εξαφανισμένος. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες έχουν την σημασία τους ,μετά 20 έτη, διότι Κεντέρης και Θάνου είχαν αναζητηθεί – και μάλιστα πρόσφατα από τις 27 Ιουλίου 2004 - ήδη δυο φορές και δεν είχαν βρεθεί. Αυτές τις δύο εβδομάδες κάποια ελάχιστα δημοσιεύματα θέτουν το ερώτημα του που βρίσκονται ο Κεντέρης κι η Θάνου. Κυρίως είναι δημοσιεύματα από τον διεθνή Τύπο. Τον οποίο «καταβροχθίζει» καθημερινά ο τότε διευθυντής της «Αυγής», μακαρίτης πλέον κι αυτός Κώστας Κάρης που του αρέσει να «κάνει πλάκα» στον αθλητικό μας συντάκτη , Νίκο Πανταζίδη, ο οποίος δεν ήθελε να ακούσει τίποτε για τον «Αίολο Κεντέρη» αλλά να τσιγκλάει κι εμένα γιατί δεν ψάχνω λίγο παραπάνω την υπόθεση.
Όντως δεν την πολυέψαχνα , αφ’ ενός μεν γιατί μετρούσα μέρες στην εφημερίδα. Είχα παραιτηθεί ήδη από τις αρχές του 2003 και παρέμενα αμισθί σε μια συμφωνία κυρίων για να καλύψω τους Ολυμπιακούς και να μην τους αφήσω «ξεκρέμαστους». Με την λήξη τους έφευγα.
(Υπήρχε όμως εκείνες τις τελευταίες μέρες κι ένας προσωπικός οφελιμιστικός λόγος. Με τον πολύ στενό μου φίλο από τον Πειραιά, Αλέκο Τσουρινάκη ( για αναλυτική βιωματική αφήγηση ξεκίνησε, σε μνημόσυνο εξελίσσεται αυτό το ρεπορτάζ – μας έχει αφήσει εδώ και δυο χρόνια κι ο Αλέκος) είχα βάλει ένα στοίχημα. Ότι η Ελλάδα κέρδιζε τουλάχιστον 15 μετάλλια. Σε αυτά υπολόγιζα λοιπόν και δύο από τους Κεντέρη και Θάνου. Ε, κάπως απωθούσα την ιδέα να βρίσκονταν κάποια στιγμή ντοπέ οι δυο Ολυμπιονίκες μας. Ασχετο, τελκά οι δυο τους δεν αγωνίστηκαν, αλλά χάρη σε κάποια ανέλπιστα μετάλλια κατακτήσαμε 16 συνολικά και κέρδισα το στοίχημα. Α, ρε Αλέκο)…
Δεν έχει νόημα να εξιστορήσω παρα μόνο συνοπτικά τι έγινε. Την Τετάρτη 11 Αυγούστου οι δυο πρωταθλητές δεν βρέθηκαν στην τρίτη επίσκεψη των ελεγκτών της WADA, οι δυο τους υποτίθεται ότι προπονούνταν αλλού και μόλις το έμαθαν πήραν μια μηχανή να πάνε για έλεγχο, αλλά έπεσαν, κάτι που αμφισβητηθηκε εντόνως, οδηγήθηκαν στο ΚΑΤ , με εντολή «άνωθεν», οπότε κανένας έλεγχος δεν μπορούσε να γίνει. Τους αφαιρέθηκαν οι διαπιστεύσεις, η τύχη τους κρίθηκε σε αθλητικά και ποινικά δικαστήρια, αλλά η ουσία ήταν ότι δεν θα αγωνίζονταν. Κι ακόμη χειρότερα. Ο Κεντέρης θα ήταν ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος και θα άναβε τον βωμό. Κι ακόμη πιο πολύ χειρότερα. Ο διεθνής Τύπος έκανε λόγο πλέον για σκάνδαλο στην Αθήνα και κανένας δεν ασχολιόταν με τους Αγώνες. Μια συλλογική υπερπροσπάθεια επτά ετών κινδύνευε να τιναχθεί στον αέρα για μια ντόπα…
Την θέση του Κεντέρη πήρε την τελευταία στιγμή ο Νίκος Κακλαμανάκης – και τελικά τα πήγε πολύ καλά. Όμως κάπως έπρεπε να αλλάξει η ατζέντα. Να γίνει κάτι ώστε να ξεχαστεί το σκάνδαλο. Αλλά τι μπορούσε να γίνει; Μέσα σε μιάμιση μέρα και με τα περισσότερα στελέχη του «Αθήνα 2004» σε πανικό…
Παρένθεση, σχετική με τον πανικό. Παραμονή της Τελετής Έναρξης. Έχει προηγηθεί το «ολυμπιακό briefing» από τον Θόδωρο Ρουσσόπουλο στο Ζάππειο και δεν χρειάζεται να σημειώσω ότι όλοι ρωτούν για την υπόθεση Κεντέρη – Θάνου, λεπτομέρειες για το δήθεν ατύχημα, για την αναγκαιότητα ή μη της εισαγωγής στο νοσοκομείο, για την στάση της κυβέρνησης απέναντι στο ντόπινγκ, για όλα αυτά…
Από το Ζάππειο ανεβαίνω στο Μαρούσι στο Διεθνές Κέντρο Τύπου. Πέφτω επάνω στον γενικό διευθυντή Επικοινωνίας , συνάδελφο και φίλο από παλιά, Σεραφείμ Κοτρώτσο. Μου φαίνεται κίτρινος. Προσπαθώ να τον εμψυχώσω και του λέω : «The show must go on». Ο Κοτρώτσος ξέρει καλά αγγλικά κι αποκλείεται να μην ήξερε τον Φρέντυ Μέρκιουρι και το καταπληκτικό τραγούδι με τους εμβληματικούς αυτούς στίχους. Με κοιτάζει σαν χαζός. Επρεπε να το επαναλάβω δυο ή τρεις φορές για να το καταλάβει.
Ναι, οι Αγώνες να γίνουν με επιτυχία, το σώου, έπρεπε να συνεχιστεί, Αλλά πως; Πως θα μπορούσε – όσο ήταν δυνατόν – να φύγει από τα πρωτοσέλιδα το «σκάνδαλο Κεντέρη- Θάνου- Τζέκου» ;
Την λύση του δράματος, σε επικοινωνιακό επίπεδο, την δίνει παλι μια απλή ιδέα του φίλου πλέον Γιάννη Προβή, που είχαμε συναντήσει και παραπάνω. Δεύτερη πρόβα ολόκληρης της Τελετής Έναρξης, χωρίς περικοπές αυτή την φορά μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο. Με επίσημους της ΔΟΕ, αντιπροσωπείες αθλητικών αποστολών, στελέχη της Οργανωτικής Επιτροπής και φυσικά καλεσμένους όλους τους δημοσιογράφους του «ολυμπιακού ρεπορτάζ» και όλους τους ξένους ανταποκριτές και απεσταλμένους που βρίσκονταν στην Αθήνα! Το πρόβλημα του πρωτοκόλλου και των τυπικών απαγορεύσεων της ΔΟΕ, που θέλει την τελετή να κρατείται επτασφράγιστο μυστικό, ξεπερνιέται σχετικά εύκολα αφού με την ιδέα συμφωνεί και η Αγγελοπούλου. Σύμφωνα με το (φετινό) άρθρο του Δημήτρη Παπαιωάννου στο Lifo,που αναφέραμε παραπάνω, και ο ίδιος είχε ζητήσει δύο πρόβες μέσα στο στάδιο, σε ανύποπτο χρόνο. Πιθανόν να ισχύουν και τα δύο. Αλλά τώρα, Πέμπτη πρωί με το «σκάνδαλο της ντόπας» να κυριαρχεί σε όλα τα διεθνή ΜΜΕ, το στοίχημα ήταν διπλό. Όχι μόνο να είναι αύριο Παρασκευή απολύτως επιτυχημένη η Τελετή (κάτι που μια δεύτερη πρόβα καθιστούσε πιο πιθανόν), αλλά και να αλλάξει η ατζέντα. Να γίνει θετική. Η εξέδρα των επισήμων και των δημοσιογράφων γέμισε, η πρόβα έγινε, οι εντυπώσεις ήταν απόλυτα θετικές και φυσικά δεν υπήρξε καμία έκκληση για εχεμύθεια. Το αντίθετο μπορεί να πει κανείς. Σχεδόν παρότρυνση να γραφτούν ρεπορτάζ από την εντυπωσιακή πρόβα τζενεράλε.
Την επόμενη ημέρα, μάλλον ήδη από την ίδια νύχτα τα τηλεοπτικα δίκτυα και τα ηλεκτρονικά Μέσα, φιλοξενούσαν διθυράμβους ! Αίφνης όλοι ασχολούνταν με την Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Το πρωτοσέλιδο της «Καθημερινής», το Σάββατο το πρωί, συμπύκνωνε ουσιαστικά τους τίτλους όλων των ΜΜΕ από αργά το βράδυ της Πέμπτης με την λήξη της πρόβας της τελευταίας στιγμής μέχρι και την λήξη της επίσημης Τελετής την Παρασκευή 13 Αυγούστου 2004 : «Ήταν όλα υπέροχα – κερδίσαμε τις εντυπώσεις», έγραφε η εφημερίδα με μια μεγάλη φωτογραφία με τα πυροτεχνήματα να φωτίζουν τον ουρανό πάνω από το ΟΑΚΑ και τον Αττικό ουρανό.
Ο Τζέκος, η Θάνου κι ο Κεντέρης και «το σκάνδαλο της ντόπας» δεν «χωρούσαν» πλέον στα πρωτοσέλιδα. Πίσω και πριν από τον τεράστιο θρίαμβο της Τελετής, αυτής καθ’ αυτής, είχε επιτευχθεί ένας καθοριστικός επικοινωνιακός θρίαμβος.
Κάπως έτσι κύλησαν περισσότερο από δυο εβδομάδες. Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, με 16 μετάλλια για την Ελλάδα (αριθμός ρεκόρ μετά τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς του 1896) και πολύ δυνατές αθλητικές στιγμές. Για να φτάσουμε έτσι στις 29 Αυγούστου και στην επίσης εντυπωσιακή Τελετή Λήξης , που κι αυτή σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Παπαιωάννου με την ιδέα ενός σύγχρονου ελληνικού γλεντιού να ζωντανεύει μέσα στο Στάδιο. Αλλά την παράσταση να κλέβει η μικρή , τότε, Φωτεινή Παπαλεωνιδοπούλου (που μεγάλωσε στα παιδικά χωριά SOS – άλλος ένας δυνατός συμβολισμός), διδάκτωρ Βιολογίας σήμερα !
«Το κοριτσάκι που έσβησε την Φλόγα», σε μια ανεπανάληπτη στιγμή που συγκίνησε όλο τον κόσμο στέλνοντας το μήνυμα ότι κάπως έτσι γράφτηκε η ιστορία. Ανανεώνοντας το ραντεβού σε τέσσερα χρόνια , τότε στο Πεκίνο, και υπενθυμίζοντας ότι το «παραμύθι» των Ολυμπιακών δεν τελειώνει…
Δημοσιεύεται και portnet
Πηγή: portnet.gr