Οι βασανιστές της Μακρονήσου είχαν μία «θεϊκή» εξουσία πάνω στα κορμιά των θυμάτων τους. Ήταν ελεύθεροι να κάνουν ό, τι θέλουν σ’ αυτά και να οδηγούν τα βασανιστήρια, μέχρι τα έσχατα όριά τους. Δηλαδή στον θάνατο. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις επιδιώχτηκε ο θάνατος των υπό «αναμόρφωση» κρατουμένων, ως μέσον «διαπαιδαγώγησης» των υπολοίπων. Και αυτό ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικό. Αφού ελάχιστοι – κυρίως διανοούμενοι – άντεξαν στην δοκιμασία του θανάτου και δεν έφυγαν από εκεί είτε τρελοί, είτε νεκροί, είτε «δηλωσίες». Είναι εκείνοι που, γι’ αυτήν ακριβώς την επιβίωσή τους, παρά την υπέρβαση των βιολογικών τους ορίων, αποτελούν το «παράδοξο της Μακρονήσου».
Ο Τάσος Φακιολάς ανήκει στο «παράδοξο της Μακρονήσου». Διότι, ενώ πέρασε ως κρατούμενος αυτό που – όπως έγραφε η Χ. Άρεντ, έχοντας υπ’ όψη της το Άουσβιτς και το Γκουλάκ – όχι μόνον δεν μπορεί να συγχωρηθεί, αλλά ούτε καν να τιμωρηθεί, εν τούτοις άντεξε. Αφού, παρ’ ότι συχνά έφτανε στα όρια του θανάτου, αυτός, αυθάδης με τον θάνατο (τον δικό του βεβαίως, όχι των άλλων, όπως έκαναν οι βασανιστές του), τον κέρδιζε! Μάλιστα, κάθε που τον θεωρούσαν νεκρό από τα βασανιστήρια, αυτός ανασταινόταν. Κάτι όμως που αύξανε τους αφρούς των βασανιστών, οι οποίοι επίμονα του ζητούσαν ή τη δήλωσή του ή τη ζωή του. Και την άλλη μέρα, πάλι τα ίδια, ώστε να γνωρίσει ξανά τι πάει να πει αργός και βασανιστικός θάνατος. Αλλά και για να μάθουν και οι υπόλοιποι τι τους περιμένει, αν αρνηθούν να υπογράψουν δήλωση. Και αυτός, την ίδια αυθάδεια απέναντι στον θάνατο, με την ίδια ρητή στάση: «Δεν υπογράφω».
Που πάει να πει πως μετά από αυτά ζει, όχι απλώς τυχαία, αλλά σε αντίθεση με τους βιολογικούς όρους που επιτρέπουν την συνέχιση της ζωής. Γι’ αυτό και στο πρόσωπό του είχαμε το κατ’ εξοχήν «παράδοξο της Μακρονήσου».
Κι όταν τέλειωσε η Μακρόνησος, αυτός πάλι στην παρανομία. Μέχρι που – αφοσιωμένος στην υπόθεση που πίστευε – γίνεται αυθάδης και με την ίδια την πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν, όταν το ΚΚΕ προετοιμάζει την διάλυση των παράνομων οργανώσεων στην Ελλάδα, αυτός διαφωνεί. Και όχι μόνον διαφωνεί, αλλά και φεύγει κολυμπώντας από την Κέρκυρα για την Αλβανία – ως πρώτο σταθμό – ώστε να φτάσει στην κεντρική επιτροπή του ΚΚΕ, για να τους πείσει να κρατήσουν τον παράνομο μηχανισμό.
Στην Αλβανία δοκιμάζει την πρώτη οδυνηρή έκπληξη. Βρίσκεται για μεγάλο διάστημα σε μία περίεργη κατάσταση, κάτι ανάμεσα σε κρατούμενο και υπό επιτήρηση. Άσε η άλλη έκπληξη της γενικής ένδειας. Αλλά – σου λέει – εδώ είναι περιφέρεια. Στην Σοβιετική Ένωση οικοδομείται ο παράδεισος. Αφού από εκεί ξεκινάει το βασίλειο της ελευθερίας, με όλα τα καλά του!
Μετά από αγώνα, πετυχαίνει να αρθεί η παράδοξη κράτησή του στην Αλβανία και να του επιτρέψουν να φύγει για Βουλγαρία. Και στην Βουλγαρία που πηγαίνει, τα πράγματα πάλι δύσκολα. Αλλά η ελπίδα παραμένει ζωντανή. Ο παράδεισος, είπαμε, είναι στην Σοβιετική Ένωση.
Ώσπου, έρχεται η μεγάλη ώρα. Το ταξίδι τελειώνει και – πραγματικός Οδυσσέας – φτάνει μετά από χρόνια στην Σοβιετική Ένωση. Εκεί, γρήγορα ανέρχεται στην σοβιετική ακαδημαϊκή και γραφειοκρατική ιεραρχία, με όλες τις σχετικές τιμές και παροχές.
Παρά την προσωπική του όμως ανέλιξη, δεν αρνείται να δει την πραγματικότητα. Και κυρίως δεν το φοβάται, παρ’ ότι το κλίμα του τρόμου είναι φανερό. Διότι, όταν έχεις περιφρονήσει μια φορά τον θάνατο, τον έχεις νικήσει για πάντα.
Έτσι, δεν φοβάσαι να πάρεις θέση, όταν ακούς στη δουλειά σου για όλους τους σοβαρούς επιστήμονες που υπηρέτησαν σ’ αυτήν πριν από σένα, πως «εξαφανίστηκαν» νέοι, κάποια περίοδο «Μεγάλου Τρόμου», χωρίς κανείς να τολμά να σου εξηγήσει περισσότερα.
Δεν μπορείς να ησυχάσεις επίσης, όταν διαπιστώνεις πως δεν υπήρχε οικογένεια χωρίς νεκρό «εξαφανισμένο», από την ίδια περίοδο του Τρόμου.
Όταν δηλαδή συντρέχουν όλα αυτά, που αποτελούν την αναγκαία και προφανώς επαρκή συνθήκη, για την γέννηση του πρώτου κυνικού ανθρώπου και της πρώτης κυνικής κοινωνίας που ξέρουμε. Της σοβιετικής. Όπου παράγεται ο πρώτος μονοδιάστατος άνθρωπος. Ο κυνικός. Ο οποίος διακατέχεται από έναν «ορθολογισμό», που τον αναγκάζει να αποβλέπει αποκλειστικά στην επιβίωσή του, αδιαφορώντας παγερά για τα κοινά, αφού η ενασχόληση με αυτά είναι επικίνδυνη. Με άλλα λόγια, έχουμε την κατασκευή και του πρώτου παβλοφικού ανθρώπου.
Άσε τέλος που δεν μπορείς να κλείνεις τα μάτια, όταν και στους υλικούς όρους της επιβίωσης των υπηκόων του καθεστώτος, διαπιστώνεις πως αυτό απέτυχε απολύτως. Αφού δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει καν «….το πρόβλημα που έλυσαν οι άνθρωποι, ήδη από την νεολιθική εποχή: Να εξασφαλίσει την συνέχεια ανάμεσα σε μια συγκομιδή και στην επόμενη. Ούτε το άλλο, πού λύθηκε τουλάχιστον από την εποχή των Φοινίκων: Να δώσει, σ’ εκείνους που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν την τιμή, τα εμπορεύματα που ζητούν….». (Κ. Καστοριάδης, «Το κοινωνικό καθεστώς της Ρωσίας», στο «Χώροι του ανθρώπου»).
Μπροστά λοιπόν σε όλα αυτά, αν κάποιος δεν έχει καταλυθεί εσωτερικά από τον κυνισμό και δεν έχει μεταλλαχθεί σε απλό παβλοφικό ενεργούμενο, φυσιολογικά απορρίπτει κάθε αυταπάτη για το «βασίλειο της ελευθερίας». Οπότε ακολουθεί η μεγάλη απογοήτευση. Και βεβαίως, έρχονται οι οδυνηρές συνέπειες, οι οποίες, με τις παραλλαγές της κάθε εποχής, επιφυλάσσονταν για όλους τους διαφωνούντες. Και ο Τάσος Φακιολάς, «δεν συνεμορφώθη» προς το γενικό κλίμα του κυνισμού, που έλεγε: -«Φέρσου κυνικά. Αδιαφόρησε για τα πάντα. Βολέψου όπως μπορείς». Αντίθετα, διαφώνησε ρητά. Και ήρθαν οι συνέπειες για τον ίδιο και την οικογένειά του. Αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος.
Του παρόντος όμως είναι κάτι άλλο. Μία από τις πιο σημαντικές εξομολογήσεις, που μπορούσε να μας επιφυλάσσει η ιστορία: Πρόσφατα, με το βιβλίο του «Προσδοκίες και πραγματικότητα» (εκδόσεις «Παρασκήνιο»), εισφέρει, μαζί με την ρητή ή υπαινικτική εξιστόρηση όλης αυτής της προσωπικής Οδύσσειας, το σημαντικότερο απ’ όλα: Μία συγκλονιστική ΟΜΟΛΟΓΙΑ. Διαφορετική βεβαίως της «ομολογίας» των θυμάτων του Μεγάλου Τρόμου, της σταλινικής περιόδου.
Ομολογεί στο βιβλίο του, ότι η ευτυχέστερη περίοδος της ζωής του είναι αυτή που πέρασε στην κόλαση της Μακρονήσου. Διότι, κάθε νίκη του απέναντι στον θάνατο, με την μορφή της άρνησής του να υπογράψει, ήταν γι’ αυτόν ο θρίαμβος της ιστορίας. Είναι, με άλλα λόγια, η περίοδος που η ζωή του κατακλύζεται από νόημα.
Ενώ, η οδυνηρότερη περίοδος της ζωής του, είναι αυτή που βρέθηκε μέσα στον «σοβιετικό παράδεισο». Όταν, ακριβώς γι’ αυτό, κατέρρευσε η αυταπάτη του παραδείσου και αποκαλύφθηκε ο σοβιετικός ολοκληρωτισμός! Όταν δηλαδή η ζωή του άδειασε από κάθε νόημα.
Και υπεύθυνο γι’ αυτήν την συνεπή στάση, με την ανθρώπινη οδύνη που φέρει, είναι ένα σπάνιο ιστορικό ήθος, φορέας του οποίου είναι ο Τάσος Φακιολάς. Και σήμερα, είναι ακριβώς η εκκωφαντική απουσία αυτού του ήθους, που επιτρέπει να θάλλει, με όσα συμπαρομαρτεί, ο εσμός των «κοντονήδων», των «κυρίτσηδων», των «γιαννακάκηδων» και κάθε κυνικού ομολόγου τους ….
ΥΓ1 Και για όποιον θα προέβαλλε την αντίρρηση ότι η στάση στην Μακρόνησο που περιγράψαμε, δεν διαφέρει από αυτήν ενός τζιχαντιστή που είναι έτοιμος να πεθάνει, η απάντηση είναι σαφής: Ο τζιχαντιστής, δεν είναι έτοιμος να πεθάνει. Είναι έτοιμος να σκοτώσει. Ο δικός του απλώς θάνατος – που δεν είναι θάνατος, αφού τον περιμένει ο παράδεισος – είναι το μέσον για την πραγμάτωση του σκοπού του, που είναι αποκλειστικά ο θάνατος των άλλων.
Από την άλλη, η στάση στην Μακρόνησο νοηματοδοτείται αναδρομικά από την ύστερη συμπεριφορά του «ήρωά» μας, μέσα στο σοβιετικό καθεστώς. Όταν ευθέως το αμφισβητεί. Δηλαδή, στην περίπτωσή μας περιγράφουμε έναν ελληνοδυτικό τύπο ανθρώπου, που γνωρίζει ότι οι ιδέες του δεν έρχονται από υπερπέραν (τον θεό ή την ιστορία), κάτι που είναι και η βάση κάθε ολοκληρωτισμού, αλλά διακατέχεται από την πεποίθηση ότι αυτές είναι προϊόν ανθρώπινης δημιουργίας. Οπότε, σ’ αυτόν ανήκει όχι μόνον η υπεράσπισή τους, αλλά και η αμφισβήτησή τους.
ΥΓ2 Όταν κάποιος εκδίδει ένα βιβλίο και αυτό περιέρχεται στα χέρια του αναγνώστη, δεν του ανήκει πλέον. Μάλιστα, επιδέχεται τόσες αναγνώσεις, όσοι είναι και οι αναγνώστες του. Το βιβλίο του Τάσου Φακιολά το διάβασα πριν από έξι περίπου μήνες και σήμερα γράφω, με όσα πέρασαν την δική μου εσωτερική επεξεργασία. Αν έχει αντίρρηση για την «ασεβή» ανάγνωση που έκανα, θα τον παραπέμψω στα χειρόγραφα του Μαρξ – οι παλιοί δεν διάβαζαν τέτοια «αιρετικά» κείμενα – για την έννοια της αλλοτρίωσης. Ώστε να τον πείσω ότι δεν αποξενώνεται μόνον ο εργάτης από το προϊόν της εργασίας του, αλλά και ο συγγραφέας από το βιβλίο του, μετά την κυκλοφορία…