Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την παραπομπή στη δικαιοσύνη της Χρυσής Αυγής δημιουργεί προϋποθέσεις υπέρβασης των σημαντικότερων παθογενειών της μεταπολιτευτικής μας πραγματικότητας. Είναι ένα πολιτικό γεγονός δηλαδή που συμβάλλει αποφασιστικά στη σταθεροποίηση και εμβάθυνση της ελληνικής δημοκρατίας μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο..
.
Η πρωτοβουλία είναι πολιτικά και θεσμικά εντός των πλαισίων μιας ευνομούμενης κοινωνίας η οποία αποφάσισε τελικά να αντιμετωπίσει προφανείς και δεδηλωμένους εχθρούς της. Οι όποιες επιφυλάξεις έχουν νόημα μόνο στο πως θα αντιμετωπιστούν με αποφασιστικό τρόπο οι δυνάμεις εκείνες που προβάλλουν την ελληνική ιδιομορφία για να εμποδίσουν τις εξελίξεις. Και ήδη διαφαίνεται ότι το πολιτικό εγχείρημα θα έχει δυσκολίες (και δικαστικά) υλοποίησης. Παγώσαμε με το γεγονός ότι δεν προφυλακιστήκαν όλοι οι ναζιστές βουλευτές. Αυτό πέραν των άλλων καταδεικνύει το πόσο δύσκολη είναι η ίδια η θεσμική και κοινωνική πραγματικότητα όπως έχει παγιωθεί τα τελευταία χρόνια της κρίσης.
.
Από μια άλλη άποψη είναι σαν να τα περιμένουμε απαθείς, σε μια χώρα που δεν μας έχει συνηθίσει, όλα από τους θεσμούς της δημοκρατίας μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να επαναλάβουμε πρακτικές που η ίδια η κοινωνία από την κατάχρησή τους τις έχει βαρεθεί. (Θα έλεγα ότι η ευρύτερη ομάδα που φιλοδοξεί να ανασυστήσει την προοδευτική παράταξη θα μπορούσε να βάλει ως στόχο την ενημέρωση των πολιτών , όχι μόνο στην Αθήνα, για τους κινδύνους που διέρχεται η δημοκρατία μας και να εξηγήσει τις ρίζες φαινομένων που οδηγούν τους πολίτες να σπεύδουν σε βίαιες και φασιστικές προσδοκίες)
.
Αν θελήσει να βρει κανείς ερμηνευτικά σχήματα γιατί στη χώρα μας το φασιστικό φαινόμενο(με τα χαρακτηριστικά μάλιστα του ναζισμού) έχει πάρει διαφορετικές διαστάσεις -π.χ. από την Ισπανία και την Πορτογαλία[1] στις οποίες η δημοκρατία αποκαταστάθηκε την ίδια χρονική περίοδο- θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι: η διαρκής αμφισβήτηση της δημοκρατικής νομιμότητας υπονόμευε και άφηνε περιθώρια σε μη δημοκρατικές πρακτικές και ιδεολογίες. Και η αμφισβήτηση αυτή προέρχονταν κυρίως από την Αριστερά. Η άκρα Δεξιά παρέμεινε για χρόνια όπως και οι έκνομες δραστηριότητες της, απαξιωμένη και περιθωριοποιημένη.
.
Το γεγονός της αμφισβήτησης της δημοκρατικής νομιμότητας παγιώθηκε την τριετία της κρίσης. Επιβλήθηκε η άποψη ότι η οικονομική κρίση λειτουργεί υπονομευτικά για τη δημοκρατία ενώ μόνο με δημοκρατία μπορούμε να διαχειριστούμε την κρίση. Έτσι σε τέτοιες συνθήκες (διάβαζε δεν πληρώνω, αγανακτισμένοι κλπ) έγινε μπορετό να αναδυθεί, από το έσχατο περιθώριο, ένα ναζιστικό ρεύμα με διακλαδώσεις ιδιαίτερα στα λαϊκά στρώματα των μεγαλουπόλεων (μικροσυνταξιούχοι κλπ) και στις απομονωμένες επαρχίες (εκεί επιζεί ακόμα ο απόηχος της 21ης Απριλίου).
.
Οι υπόλοιπες χώρες που διέρχονται ανάλογη κρίση ποτέ δεν έθεσαν τέτοιου είδους διλήμματα. Για αυτό, χωρίς προβλήματα δημοκρατικής λειτουργίας και ευρωπαϊκού προσανατολισμού, κατάφεραν να έχουν καλλίτερα αποτελέσματα και ως προς τη διαχείριση της κρίσης. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Πορτογαλίας, μιας χώρας ανάλογης οικονομικής και γενικότερης ισχύος, η οποία διαχειρίζεται μέσα στο δημοκρατικό πλαίσιο την κρίση, χωρίς να παραγνωρίζει και τις άλλες αντιθέσεις όπως αυτή απέναντι στο μνημόνιο. Το ίδιο ισχύει και για τη χώρα μας.
.
Με την πρωτοβουλία της κυβέρνησης επιχειρείται αναδιάταξη των πολιτικών και στρατηγικών προτεραιοτήτων. Η προτεραιότητα των κοινωνικών αδικιών και γενικότερα της οικονομικής κρίσης (το διαρκές μότο της ελληνικής Αριστεράς) υπερκεράστηκε από την αναγκαιότητα του πολιτικού, δηλαδή την σωτηρία της Δημοκρατίας. Η επιμονή στο διαχωρισμό μνημόνιο –αντιμνημόνιο έφτασε στα όριά της και η διαχωριστική γραμμή του εμείς ή αυτοί βρήκε επιτέλους το νόημά της. Το δίλλημα πλέον είναι αμείλικτο.
.
Η αλλαγή αυτή, παρότι δημιούργησε προς στιγμήν κλίμα ευφορίας, δεν θα είναι εύκολη. Δεν είναι απλή αλλαγή πολιτικής ατζέντας. Η χώρα μέσω της κυβέρνησης από το Σάββατο διακηρύσσει την πολιτική θέληση να αντιμετωπίσει την πραγματική κρίση ως σύνολο με τις προτεραιότητες που η ίδια η κρίση θέτει. Και στην εποχή της πολιτικής η διακήρυξη αυτή αποτελεί το ήμισυ του παντός .Όχι όμως και το όλον.
.
Το ίδιο το πολιτικό σύστημα (να μια από τις όψεις αυτού που ονομάζουμε ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς στη μεταπολίτευση) αδυνατεί να κατανοήσει το αυτονόητο, το μη συζητήσιμο, για ευρωπαϊκή δημοκρατική χώρα. Η λογική αυτή διαπερνάει και τους άλλους αρμούς: τα συνδικάτα, τα πανεπιστήμια, την εκκλησία , την δικαιοσύνη, την ίδια την κοινωνία.
.
Όμως ο πολιτικός συναγερμός σήμανε. Και οι δυσκολίες που αναφύονται θα αναγκάσουν σε αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων του πολιτικού συστήματος. Της ίδιας της κυβέρνησης. Ήδη υπάρχουν, για πρώτη φορά σοβαρά, σημάδια(καθώς και υπαναχωρήσεις)στην ΝΔ, στο χώρο της Αριστεράς, στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στο ΚΚΕ, προς την προτεραιότητα της υπεράσπισης της Δημοκρατίας.
.
Για να μπορέσουμε ως κοινωνία να μπούμε σε μια περίοδο ανάτασης αλλά με ταυτόχρονη προσγείωση στην πραγματικότητα, αντί της Δανίας του Βορρά , υπάρχει ζωντανό το παράδειγμα της Πορτογαλίας.
.
.
.
.
[1] Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι τα ιστορικά γεγονότα δημιουργίας του σύγχρονου ελληνικού κράτους διαφέρουν ουσιωδώς από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες κυρίως ως προς την συμμετοχή της χώρας μας στις μεγάλες ιστορικές περιπέτειες της αναγέννησης και του διαφωτισμού που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτικό και κοινωνικό βίο. Το γεγονός αυτό μπορεί να ερμηνεύει αλλά δεν δικαιολογεί την διαρκή επιστροφή της χώρας μας σε προνεοτερικές καταστάσεις ανομίας και ανορθολογισμού, πολιτικής αστάθειας και αμφισβήτησης δεδομένων για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
.
.