Σε ένα τυπικό τμήμα του πανεπιστημίου λειτουργούν κάθε χρόνο περισσότερες από 15 επιτροπές που ασχολούνται με τα «μικρά» και «μεγάλα» θέματα που απασχολούν τη λειτουργία του. Σε κάθε επιτροπή συμμετέχουν κατά μέσο όρο πέντε καθηγητές. Άρα το σύνολο των καθηγητών του τμήματος συμμετέχει σε μία ή περισσότερες επιτροπές. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο έχει 40 περίπου τμήματα άρα συνολικά λειτουργούν 600 επιτροπές. Αν σε αυτές προσθέσουμε τις επιτροπές των επτά σχολών και όσες δημιούργησε το πρυτανικό συμβούλιο το σύνολο των επιτροπών που λειτουργούν στο ΑΠΘ ξεπερνά τις 700. Για τα 22 πανεπιστήμια της χώρας τα νούμερα των ενεργών επιτροπών σήμερα είναι ασύλληπτα. Η αποθέωση της λεγόμενης «συμμετοχικής διοίκησης» από τους καθηγητές του πανεπιστημίου. Οργασμός συζητήσεων, σκέψεων και σχεδίων. Ας δούμε όμως αν προσφέρουν όλες αυτές οι επιτροπές κάτι ουσιαστικό και αν προχωρούν και βελτιώνουν τη διοίκηση των τμημάτων, των σχολών ή των πανεπιστημίων ή τα κρατάνε παροπλισμένα στην ίδια θέση για δεκαετίες. Οι περισσότερες επιτροπές δεν καταθέτουν ποτέ τις «γόνιμες σκέψεις» τους και οι προτάσεις τους συνήθως σταματούν στα όργανα του τμήματος που θα αποφασίσουν με μπόλικο σκεπτικισμό «καλό το σχέδιο αλλά δεν «άρεσε» στη ΓΣ συνέλευση του τμήματος και κυρίως το πολέμησαν οι φοιτητές». Ρώτησα τον κοσμήτορα, μιας μεγάλης Σχολής στο ΑΠΘ, που διαφήμιζε μια καλογραμμένη μελέτη για την σχολή του: Πώς αξιοποίησαν τα τμήματα τα συμπεράσματα της επιτροπής σας; Η απάντηση ήταν, δεν έδωσαν καμία απολύτως σημασία αλλά παρόλα αυτά η μελέτη υπάρχει.
Όσο πιο «εντυπωσιακός» είναι ο τίτλος μιας επιτροπής τόσο ποιο μεγάλες είναι οι πιθανότητες ότι δεν θα γίνει τίποτα. Για παράδειγμα αναζητήστε στα τμήματα ή στις σχολές ή στα πανεπιστήμια τα αποτελέσματα των επιτροπών «στρατηγικής ανάπτυξης» και αν τις βρείτε προσπαθήστε να μάθετε τι ακριβώς έγινε με τις προτάσεις τους. Μια άλλη ταλαιπωρημένη επιτροπή είναι η Επιτροπή προγράμματος σπουδών ή εκπαιδευτικής πολιτικής. Στην καλύτερη περίπτωση να οργανώσουν με χρήματα του πανεπιστημίου μια ημερίδα ή να προτείνουν ένα πρόγραμμα σπουδών που μπορεί να «σέρνεται» με συζητήσεις και διαβουλεύσεις για μια πενταετία πριν κατατεθεί για επικύρωση στη Γενική Συνέλευση του Τμήματος, με αμφίβολα τα αποτελέσματα για την τελική του έκβαση. Στην πορεία αυτή η αρχική πρόταση της επιτροπής δεν θα έχει καμία σχέση με το τελικά κείμενο που θα έχει γίνει λάστιχο από τις «παρεμβάσεις».
Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι η «επιτροπή αξιολόγησης των τμημάτων». Οι εσωτερικές επιτροπές αξιολόγησης καταλήγουν σε πολυσέλιδα συμπεράσματα και μετά οι εξωτερικές επιτροπές που θα δημιουργηθούν από την ειδική ανεξάρτητη αρχή ΑΔΙΠ θα καταθέσουν πολύ σοβαρές προτάσεις που φυσικά θα μπουν σε κάποια ιστοσελίδα (στη καλή περίπτωση) ή στα συρτάρια για να ξεχαστούν (στη χειρότερη). Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Τα συμπεράσματα των επιτροπών θα αγνοηθούν χωρίς κανένα απολύτως κόστος για το πανεπιστημιακό τμήμα ή το πανεπιστήμιο.
Οι επιτροπές και η λεγόμενη «συμμετοχική διοίκηση» είναι για τα πανεπιστήμια το άλλοθι για την διοικητική τους απραξία και ακινησία για μια τριακονταετία (1982-2012). Παράδεισος των συζητήσεων καφενείου και των πολυπληθών επιτροπών με μηδενικό συνήθως αποτέλεσμα. Τα πανεπιστήμια, διαιρημένα σε μικρά ανεξάρτητα τμήματα, λειτουργούν με ερασιτεχνισμό, λύνοντας σχεδόν όλα τα διοικητικά και οικονομικά τους προβλήματα την τελευταία στιγμή, κυριολεκτικά στο πόδι.
Αυτό τον παράδεισο τις ακινησίας προσπαθεί να ταράξει το προτεινόμενο διοικητικό σχήμα από το νέο νόμο για τα πανεπιστήμια. Ξεκινώντας με την χάραξη από τα Συμβούλια ενός στρατηγικού πλάνου για ολόκληρο το ίδρυμα, με επιμέρους στόχους για κάθε Σχολή. Η δουλειά του πρύτανη και των κοσμητόρων είναι η υλοποίηση του στρατηγικού πλάνου και με βάση την επιτυχία τους αυτή να κριθούν από το Συμβούλιο αν θα μείνουν στην «καρέκλα τους». Αυτή η δραστική αλλαγή σε νοοτροπία προκαλεί σεισμό και φόβο σε μερίδα της πανεπιστημιακής κοινότητας. Τα πολυδάπανα πανεπιστήμια που στηρίζει με δισεκατομμύρια η κοινωνία, κάποτε πρέπει να διοικηθούν και να προχωρήσουν στην υλοποίηση συγκεκριμένων στόχων ή να διαλυθούν αν δεν εξυπηρετούν κανένα εκπαιδευτικό και ερευνητικό σκοπό.
O Λουκάς Βλάχος είναι καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο