Το παλιό μπροστά μας

Αγγελική Σπανού 21 Αυγ 2015

Από τότε που ξέσπασε η κρίση και τι δεν συνέβη στο πολιτικό επίπεδο, γύρισε ο κόσμος ανάποδα: Εγιναν τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις (Οκτώβριος 2009, Μάιος και Ιούνιος 2012, Γενάρης 2015) και πάμε για την επόμενη.

Πέρασαν πέντε κυβερνήσεις (Καραμανλή, Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά, Τσίπρα) και δέκα υπουργοί οικονομικών (Αλογοσκούφης, Παπαθανασίου, Παπακωνσταντίνου, Βενιζέλος, Ζαννιάς, Σαχινίδης, Στουρνάρας, Χαρδούβελης, Βαρουφάκης, Τσακαλώτος).

Δύο κόμματα από εκείνα που συμμετείχαν στις κυβερνήσεις (ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ) εξαϋλώθηκαν, ενώ τέσσερις πολιτικοί αρχηγοί εγκατέλειψαν την ηγεσία του κόμματός τους (Καραμανλής, Παπανδρέου, Βενιζέλος, Σαμαράς).

Το ΠΑΣΟΚ που κυριάρχησε στη διάρκεια της μεταπολίτευσης ξεφούσκωσε μεταξύ εκλογών 2009 και 2015 από το 43,92% στο 4,68% και υποκαταστάθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος εκτινάχθηκε από το 4,60% στο 36,33% κυριαρχώντας στο πολιτικό σκηνικό απέναντι σε μια ΝΔ που πήγε από το 33,4% στο 27,8%. Το πλέον φρικιαστικό ήταν η ανάδυση της XA που βρέθηκε στην τρίτη θέση διανύοντας την απόσταση από το 0,29% στο 6,28%, λίγο μπροστά από το Ποτάμι, που μετά έναν χρόνο ζωής και κάτι.

Θα μπορούσε κανείς να ανακουφιστεί στην ιδέα ότι όλη αυτή η αντάρα σηματοδοτεί το τέλος του παλιού πολιτικού κόσμου και τη γέννηση του νέου. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Παρακολουθούμε ακόμη την ταραγμένη και επώδυνη μετάβαση που εξελίσσεται και αργεί να ολοκληρωθεί.

Το επίπεδο του κοινοβουλίου πέφτει διαρκώς, η ποιότητα της πολιτικής αντιπαράθεσης επίσης, η αισθητική της δημόσιας ζωής κουρελιάζεται, η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στα κόμματα ξεφτίζει, η θεσμική υπανάπτυξη βαθαίνει, ο λόγος βιάζεται, αναπτύσσονται όλο και εντονότερα φαινόμενα παρακμής (εξιδανίκευση του ηγέτη, κανιβαλισμός του άλλου, άρνηση πραγματικότητας, κατασκευή εχθρών, παράδοση σε συλλογικές φαντασιώσεις, εθισμός στο ψέμα, ιδεολογικοποίηση του λαϊκισμού).

Η συνεχής αναταραχή και η αστάθεια δεν σηματοδοτούν πρόοδο αλλά υποχώρηση, δεν μας πηγαίνουν προς τα πάνω αλλά προς τα κάτω.

Ολο και λιγότερη σημασία έχει η αλήθεια, όλο και μικρότερη δύναμη οι ιδέες. Το ασήμαντο αποκτά σημασία, το τίποτα γίνεται κάτι, ο κανένας είναι κάποιος.

Οι επαγγελματίες της εξουσίας, οι έμπειροι και οι πιο φρέσκοι, δίνουν λυσσαλέα μάχη για να επιβιώσουν, απωθούν τους ξένους, κλείνουν πόρτες και παράθυρα για να μη μπει οξυγόνο.

Ολο και περισσότερο ισχυροποιείται η θυμική διάσταση της πολιτικής, όλο και απλώνεται ο ανορθολογισμός, όλο και τηλεοπτικοποιείται η συμμετοχή στα κοινά. Οτι μιλούν ο ένας πάνω στον άλλο είναι το λιγότερο. Το περισσότερο είναι ότι δεν υπάρχει σοβαρός λόγος να ακούσεις τι λένε.

«Στεκόμουν πάνω σ’ ένα λόφο κι είδα το Παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σαν Νέο.

Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και απέπνεε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε ξαναμυρίσει».(Μπέρτολτ Μπρεχτ, 1938).