Πέρυσι τέτοια εποχή (αμέσως μετά τη δημιουργία της τριμελούς Κυβέρνησης), έγραψα ένα άρθρο με τίτλο «Τα κρίσιμα λάθη της ανανεωτικής αριστεράς» και ως τελευταίο λάθος έγραψα τον φοβικό τρόπο με τον οποίο συμμετείχε η ΔΗΜΑΡ στην Κυβέρνηση (κατά παραχώρηση δέχτηκε ο Πρόεδρος να παραμείνουν στην Κυβέρνηση ο Μανιτάκης και ο Ρουπακιώτης, ενώ η εισήγησή του ήταν να υποστηρίξουμε την Κυβέρνηση χωρίς να συμμετέχουμε σε αυτήν). Ίσως αυτή η άποψη του Προέδρου (ότι σύρθηκε κατά κάποιον τρόπο στη συμμετοχή), τον συνόδευσε όλο το χρόνο της συμμετοχής του και ήταν από τους παράγοντες της αποχώρησής του.
Και, ναι μεν δέχομαι όλα τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε κατά τη Συνεδρίαση της Κ.Π.Ε. του κόμματος το Σάββατο 9/7, αλλά διαφωνώ ριζικά στο δια ταύτα. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο Σαμαράς φερόταν πολύ περισσότερο ως πρωθυπουργός της Ν.Δ. και πολύ λιγότερο ως πρωθυπουργός τρικομματικής Κυβέρνησης, με κορυφαίες και πρόσφατες εκδηλώσεις το αντιρατσιστικό Νομοσχέδιο και την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για τη διάλυση της ΕΡΤ. Όμως, κατά την τελική σύσκεψη των 3 αρχηγών, είναι σίγουρο πως η σωστή στάση των 2 άλλων (Κουβέλη, Βενιζέλου) θα ήταν ένας αποδεκτός συμβιβασμός για την ΕΡΤ (περίπου σύμφωνος με την απόφαση του ΣΤΕ) και να χρησιμοποιηθεί το παράδειγμα της ΕΡΤ, για να δηλωθεί στον πρωθυπουργό πως είναι η τελευταία φορά που συμβιβάζονται στην αυθαίρετη πράξη του και στο εξής απαιτούν την πραγματική λειτουργία της Κυβέρνησης ως τρικομματικής. Δηλαδή, ότι δεν πρόκειται να δεχτούν στο μέλλον ούτε μια απόφαση, ούτε ένα νομοσχέδιο, αν πρώτα δεν έχει συζητηθεί και συμφωνηθεί και από τα τρία μέλη της Κυβέρνησης, δηλαδή απλώς να απαιτήσουν τη δημοκρατική λειτουργία της Κυβέρνησης. Αντί να γίνει όμως αυτό, ο Κουβέλης επέμενε μέχρι το τέλος στην αρχική του άποψή του (άμεση λειτουργία της ΕΡΤ όπως ήταν πριν και μελέτη της αναδιάρθρωσης εν λειτουργία) και αφού δεν έγινε δεκτή, σηκώθηκε κι έφυγε, ενώ ο πονηρός Βενιζέλος, που είχε συμφωνήσει με τον Κουβέλη ότι θα τηρήσουν κοινή στάση, παρέμεινε και συμφώνησε σε όλα με τον Σαμαρά και προχωρήσανε στη δημιουργία της νέας Κυβέρνησης, που θα κυβερνήσει τη χώρα μέχρι τις εκλογές του 2016.
Αποτελέσματα: Η ΔΗΜΑΡ έμεινε στην Κυβέρνηση τον πρώτο χρόνο, που όλοι ξέραμε πως θα είναι ο πιο δύσκολος χρόνος, αφού η Κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη από το μνημόνιο να πάρει δύσκολες αποφάσεις που θα χειροτέρευαν τη θέση της πλειοψηφίας των Ελλήνων (αύξηση της ανεργίας, αύξηση του ποσοστού των Ελλήνων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας), μόλις άρχισε να φαίνεται ένα φως στο βάθος του τούνελ (πιθανότητα πρωτογενούς πλεονάσματος το 4ο τρίμηνο του 2013, θετικό ισοζύγιο πληρωμών, σημαντική αύξηση της τουριστικής κίνησης, κ.λπ.) και ενώ όλοι οι σοβαροί εγχώριοι και ξένοι αναλυτές προβλέπουν ότι το 2016 η Ελλάδα δεν θα έχει σχέση με την Ελλάδα του 2012 και επομένως, τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα την τετραετία αυτή, θα είχαν μαζί τους την άνετη πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Πιστεύω δε πως τη μεγαλύτερη επιτυχία θα είχε η ΔΗΜΑΡ, γιατί αναγνωριζόταν από όλους ότι αποτελούσε το κλειδί για τη δημιουργία της Κυβέρνησης και τον πιο θετικό παράγοντά της. Αντί να γίνει αυτό, η αποχώρησή της από την Κυβέρνηση θα έχει ως βέβαιο αποτέλεσμα την ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ και εκτιμώ ως βέβαιο πως στις εκλογές του 2016, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ θα ξεπεράσουν αθροιστικά το 60% και θα κυβερνήσουν και την επόμενη τετραετία, ενώ τα κόμματα που ποντάρουν στην πτώχευση της χώρας (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Χρυσή Αυγή) θα πάθουν καθίζηση. Φοβάμαι όμως ότι ανάλογη καθίζηση κινδυνεύει να πάθει και η ΔΗΜΑΡ και για να μη γίνει αυτό, πρέπει να σταματήσουν οι δικαιολογημένες γκρίνιες και να δουλέψουν όλες οι οργανώσεις και όλοι οι οπαδοί της ΔΗΜΑΡ, με στόχο να ξαναφέρουν το κόμμα στις αρχικές τους θέσεις και να δώσουν τη μάχη των εκλογών ως μάχη ζωής και θανάτου. Μόνο αν γίνουν αυτά μπορεί να σωθεί η Ανανεωτική Αριστερά, αλλιώς θα σβηστεί από τον πολιτικό χάρτη, με άγνωστο πότε πάλι κάποιοι τολμηροί ιδεολόγοι θα τολμήσουν να ξεκινήσουν μια νέα προσπάθεια μέσα στις δύσκολες συνθήκες του δικομματισμού, που θα επανέλθει θριαμβευτής και θα κυβερνήσει για πολλά χρόνια τη χώρα μας.
Και θα τελειώσω με ένα θέμα που φαίνεται διαδικαστικό, αλλά είναι βαθύτατα δημοκρατικό. Ο Πρόεδρος, πριν από την κρίσιμη συνάντηση, συγκάλεσε σύσκεψη με τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής μαζί με τους βουλευτές του κόμματος, από τους οποίους πήρε την έγκριση της απόφασής του με ποσοστό 80%.
Και ερωτώ: Γιατί ο Φώτης δεν ζήτησε στη σύσκεψη της Τετάρτης, να γίνει η επόμενη σύσκεψη το Σάββατο, ώστε να συγκαλέσει το μόνο αρμόδιο όργανο να πάρει μια τέτοια απόφαση, δηλαδή την Κ.Π.Ε. του κόμματος; Ως γνωστό, η Κ.Π.Ε. είχε πάρει την απόφαση της συμμετοχής στην Κυβέρνηση και μόνο εκείνη μπορούσε να πάρει την απόφαση για την αποχώρηση από αυτήν. Η απάντηση είναι βέβαια ότι ήξερε ότι δεν υπήρχε περίπτωση η Κ.Π.Ε. να συμφωνήσει στην αποχώρηση από την Κυβέρνηση και δεν έχει σημασία ότι στην επόμενη συνεδρίασή της την ενέκρινε με ποσοστό 70%. Άλλο η απόφαση για να γίνει ή να μη γίνει κάτι – και άλλο η απόφαση έγκρισης ή μη αυτού που ήδη έγινε.