Το μελλοντικό 1821

Νότης Μαυρουδής 09 Σεπ 2019

Στην ιστοσελίδα «Μεταρρύθμιση» διάβασα ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο του καθηγητή τού Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτη Ιωακειμίδη σχετικά με την επικείμενη εθνική επέτειο των 200 χρόνων από την επανάσταση του 1821. Είναι γεγονός πως ένα τέτοιο θέμα κεντρίζει το ενδιαφέρον όλων εκείνων οι οποίοι αντιμετωπίζουν αυτή την επέτειο ως αφορμή για να θέσουν τη μνήμη τού Έθνους σε συνειδησιακή εγρήγορση και όχι ως μια απλή διαδικασία εορτών και πανηγυρισμών για την ένδοξη εν προκειμένω φουστανέλα και την εθνική μας υπερηφάνεια… Έτσι, σκέφτηκα κι εγώ να ασχοληθώ με το τεράστιο αυτό θέμα που θα το βρούμε μπροστά μας.
Θα τιμήσουμε το 2021 σαν αρχοντοχωριάτες ή με την σοβαρότητα που αρμόζει σε εκείνον τον ξεσηκωμό κι ό,τι αυτό συνεπάγεται; 21ος αιώνας, ανάπτυξη με ανθρώπινο πρόσωπο και σεβασμό στο περιβάλλον, ιστορική μνήμη με κριτική σκέψη, γνώση και προβολή των πραγματικών γεγονότων, ψύχραιμη αποκατάσταση των μυθοπλαστικών παραποιήσεων, επεξεργασμένη εθνική στάση δίχως το σύνδρομο της ψευτοϋπερηφάνειας και του εθνικισμού, προσπάθεια εκσυγχρονισμού σε μια προηγμένη και δημοκρατική Ευρώπη (την πνευματική Ευρώπη σκεπτόμενων πολιτών και όχι εκείνην της ψυχρής αριθμητικής που ισοπεδώνει τα τόσα δικαιώματα).
Η κυβέρνηση, τα κόμματα, οι φορείς· οι επικεφαλής των εκδηλώσεων, όποιοι θα είναι, θα πρέπει να σκεφτούν πολύ σοβαρά την ανάληψη μιας τέτοιας επετείου που κανονικά θα έπρεπε να προβάλει την α ν α σ ύ σ τ α σ η  της χώρας σε μιαν άλλη διάσταση και όχι περιπλεγμένη στον δόγμα τού «περιούσιου Έθνους μας» και σε άλλες σχετικές εθνικιστικές κραυγές, οι οποίες μας διώχνουν μακριά από τους στόχους και τις ελπίδες της επανάστασης και όχι μόνο του 1821.

Όχι πως οι παλαιές δάφνες του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού δεν παίζουν τον ρόλο τους και δεν χρήζουν αναφοράς και σκέψης· μην ξεχνάμε πως τα 200 χρόνια που πέρασαν, μας επιτρέπουν να ξαναδούμε την Ιστορία από χρονική απόσταση ικανή για ψύχραιμη ανασκόπηση· μπορούμε να τα αντιληφθούμε ακόμα και ως σημείο εκκίνησης της χώρας, για ένα ξεκίνημα προς μια πορεία η οποία «όφειλε» και «οφείλει» να γίνει με συναινέσεις, κοινή κατανόηση και άλλα πολλά στοιχεία τα οποία φυσικά εξέλειπαν από το ελληνικό… ταπεραμέντο της τότε «πολιτικής». Όπως φάνηκε, η χώρα του 19ου,  αλλά και του 20ου αιώνα, δεν στάθηκε ικανή να δημιουργήσει συνθήκες μιας διαφορετικής πορείας από εκείνην που μας έφερε ως εδώ… Παραθέτω μέρος από ένα ποίημα του Γιώργου Σεφέρη (γραμμένο τον Οκτώβριο του 1944) το οποίο «κολλάει» γενικότερα στην Ιστορία:

«Φτωχή Πατρίδα, στα μάγουλά σου
μαχαίρια γράφουνε το Γολγοθά σου
μάνα λιοντόκαρδη, μάνα ορφανή,
κοίτα αν αντέχεις τέτοια πομπή:
το ματσαράγκα, το φαταούλα
με μπογαλάκια και με μπαούλα·
τη χύτρα που έβραζε κάθε βρωμιά
λες και την άδειασαν όλη με μια.»
Όλα είναι Ιστορία. Και η Ιστορία δεν ξεκινάει από κάποιο σημείο. Είναι ένα μακρύ αφήγημα που επενεργεί στο Έθνος σε όλα του τα μέλη· από την γέννηση έως τον θάνατο. Ό,τι φυσικό χαρακτηριστικό έχει δημιουργηθεί σε αυτόν τον τόπο, έχει γίνει από τη θάλασσα, τα βουνά, τις πεδιάδες, τον ήλιο, τον αέρα, τα νησιά. Είναι γέννημα-θρέμμα της γεωγραφίας της και των επιρροών που αναγκαστικά υφίσταται από την θέση της. Και, παρ’ όλα τα γνωστά και αυτονόητα τα οποία καταθέτω σ’ αυτό το σημείωμα, η επισήμανση πως πάντα η χώρα, στα μετεπαναστατικά χρόνια, βρέθηκε να εξουσιάζεται, να κυβερνιέται, ως επί το πλείστον, από διεφθαρμένους, ξενοκίνητους, σφουγγοκωλάριους και άρπαγες παντός πλούτου, επαληθεύεται… Όχι πως το… σπορ στις μέρες μας ξεχάστηκε, αλλά αυτό είναι μια «άλλη ιστορία» που δεν θα την θυμηθούμε στην συγκεκριμένη επέτειο…
Ας μην υπερβάλλουμε όμως. Η σύγχρονη Ελλάδα, με την δική της φυσιογνωμία, τα δικά της χαρακτηριστικά, τις δικές της παραδόσεις, τις δικές της συγκρούσεις και αντιφάσεις, κατάφερε να παρακολουθεί, όχι από πολύ κοντά, τις εξελίξεις της ιστορίας και την έντονη τάση των εποχών προς μια κατεύθυνση ανάπτυξης σε ένα σχετικά εκσυγχρονιστικό κλίμα.
Ασφαλώς και πρέπει να προσέξουμε τις λέξεις και τις έννοιές τους, γι’ αυτό και οι λέξεις «ανάπτυξη» και «εκσυγχρονιστικό κλίμα» τις εννοώ με έναν τρόπο περισσότερης σκέψης από την αγοραία σημασία τους, η οποία, τις περισσότερες φορές είναι κενές περιεχομένου…

Η χώρα μας λοιπόν δικαίως επιθυμεί και επιδιώκει να εορτάσει μια τέτοια επέτειο. Το θέμα είναι το πώς και με ποιο πνεύμα, με ποιες κομματικές συναινέσεις, συμμαχίες, κατανοήσεις. Μια επανάσταση, ακόμα και εκείνη της παλιγγενεσίας και της απελευθέρωσης από  τον επί τετρακόσια χρόνια Τουρκικό ζυγό, δεν μπορεί παρά να είναι εκτός από α π ε λ ε υ θ ε ρ ω τ ι κ ή, και π ο λ ι τ ι κ ή πράξη με τις συνθήκες εκείνης της εποχής.
Σήμερα, η Ελλάδα, διαθέτει πολλά στοιχεία πνευματικά-πολιτιστικά ώστε να οργανώσει όπως θα έπρεπε μια τέτοια επέτειο, η οποία θα της επιτρέψει να ανανεώσει το προφίλ της μέσα σε μια παγκοσμιότητα όπου μπορούν να επιβιώσουν και να συνυπάρξουν χώρες με σύγχρονο πνεύμα.
Μουσική, Τραγούδι, η διαχρονική πορεία τού λαϊκού μας τραγουδιού, λαϊκοί παραδοσιακοί χοροί, παραδόσεις, Λογοτεχνία, Ποίηση, Εικαστικές τέχνες, Γλυπτική, Θέατρο, Αρχαία τραγωδία, από πλευράς Τεχνών και Πολιτισμού, υπάρχει μια ολόκληρη γκάμα σοβαρότατων δημιουργών που ζει και ονειρεύεται στη χώρα, συνεχίζοντας να προβάλλει το δικό της μεσογειακό-βαλκανικό πρόσωπο. Παράλληλα, να σπεύσουν οι ιστορικοί αναλυτές, μελετητές, καθηγητές Πανεπιστημίων, να καταθέσουν τις σκέψεις τους σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, sites. Τα ΜΜΕ γενικώς να ανοίξουν τις πόρτες και τα παράθυρά τους στην παρουσία των πραγματικών πνευματικών δυνάμεων του τόπου και όχι με γνώμονα την συνήθη επιλογή διάσημων…

Με λίγα λόγια, η Επέτειος των 200ων χρόνων, μπορεί να προσφέρει νέες ευκαιρίες για ε π α ν α τ ο π ο θ έ τ η σ η και ουσιαστική μελέτη των πραγματικών γεγονότων της Ιστορίας, αλλά και για ένα βήμα πιο μπροστά στο θέμα της εθνικής μας συνείδησης, η οποία έχει ανάγκη από αλήθειες και παραδοχές και τούτο θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψη από εκείνους που γράφουν τα σχολικά βιβλία της Ελληνικής Ιστορίας, οι οποίοι φοβούνται (?), διστάζουν (?) να ανοιχτούν σε σημαντικά ιστορικά θέματα όπως της Βυζαντινής περιόδου, της Επανάστασης του 21, καθώς και της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου του ’40-’50.
Κοινώς, προτείνω, μέσω της «ευκαιρίας» της επικείμενης Επετείου, να δείξουμε και να κατανοήσουμε τις π λ η γ έ ς μας. Όσο τις κρύβουμε μέσα στον χρόνο, τόσο θα αιμορραγούν, θα κακοφορμίζουν και θα στάζουν…
Ναι, να γιορτάσουμε. Με τις χαρές μας αλλά και με τα μοιρολόγια μας. Με ό,τι διαθέτουμε ως χώρα, ως Πολιτισμό. Να δείξουμε το πραγματικό μας πρόσωπο που μας κάνει χαρούμενους αλλά και συχνά μας πληγώνει…