Ένα φάντασμα δεν πλανιέται πάνω από την Ευρώπη. Είναι το φάντασμα του Διαφωτισμού. Αντιθέτως για μια ακόμη φορά η Ήπειρός μας απειλείται από τους εχθρούς του Διαφωτισμού. Οι σημερινές ευρωεκλογές πραγματοποιούνται σε κλίμα αγωνίας για το πόσο ψηλά μπορούν να φτάσουν οι δυνάμεις της Άκρας Δεξιάς. Πίσω όμως από τις φωνές όλων των ευρωπαίων Σαλβίνι για τη «λαθρομετανάστευση», για τον κίνδυνο αλλοίωσης των πολιτισμικών χαρακτηριστικών των εθνών που συναποτελούν την Ευρώπη, για τις ισλαμικές χρηματοδοτήσεις (υπαρκτό φαινόμενο, το οποίο όμως δεν εξηγεί ούτε κατ’ ελάχιστον την άνοδο της ισλαμικής τρομοκρατίας), πίσω από τις καθ’ ημάς φωνές για το «κρατίδιο» των «γυφτοσκοπιανών» κρύβεται ο φόβος από τις ανοικτές κοινωνίες, τις κοινωνίες του Διαφωτισμού. Κρύβεται το φάντασμα του εθνικισμού που διαπερνά ακόμη και τους δυο πόλους (σοσιαλδημοκράτες και κεντροδεξιούς) της μεταπολεμικής ευημερίας και όχι μόνο την Άκρα Δεξιά. Στην Ελλάδα μάλιστα με τρομάζει περισσότερο ο εθνικισμός ανθρώπων που μέχρι πρότινος τους γνώριζα ως φιλελεύθερους παρά ο εθνικισμός των χρυσαυγιτών.
Πίσω από τις δήθεν φιλελεύθερες επιθέσεις κατά της πολυπολιτισμικότητας και της πολιτικής ορθότητας κρύβονται όχι οι αγωνίες για τις υπερβολές τους, αλλά οι φοβίες από το πνεύμα του Διαφωτισμού στην πράξη. Κρύβεται η αντίθεση στην καντιανή αντίληψη για την προοδευτική πορεία προς την παγκοσμιότητα των κοινωνικών και διανθρώπινων σχέσεων στη νεωτερική εποχή. Εξ ου και εθνικισμός του διαχωρισμού μετανάστευσης και «λαθρομετανάστευσης». Χωρίς αυτό να σημαίνει πως η Ευρώπη μπορεί να δεχθεί μια ανεξέλεγκτη ροή μεταναστών. Από εδώ όμως ως τη λογική της «λαθρομετανάστευσης», ανθρώπων που ζητούν μια καλύτερη ζωή, είναι όση από τον Διαφωτισμό στον εθνικιστικό σκοταδισμό.
Η Ευρώπη βεβαίως χρειάζεται και Αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και ενίσχυση του Κοινοτικού Προϋπολογισμού και υπογραφή ενός δεσμευτικού Συμφώνου για την Απασχόληση και φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και διαμόρφωση πλαισίου λειτουργίας για τις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης και άμεση προώθηση της τραπεζικής ένωσης και άμεση αντιμετώπιση των δημοκρατικών ελλειμμάτων και ένα νέο συνταγματικό χάρτη. Πάνω απ’ όλα όμως χρειάζεται αυτό που ο Ούλριχ Μπεκ ονόμαζε Δεύτερο Διαφωτισμό, ο οποίος θα απελευθερώσει τη σκέψη και τους θεσμούς μας. Ο ρόλος εδώ της διανόησης και της επιστήμης είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Αλλά για να μην μείνουν όλα αυτά ωραία λόγια που όμορφα καίγονται, οφείλουμε να κατανοήσουμε πως οι εχθροί της Ευρώπης και της δημοκρατίας παράγονται και ως αντίδραση στους επιδερμικούς φίλους της. Πολλές φορές ηγεσίες και κυβερνήσεις μεταθέτουν τις ευθύνες για δικές τους αποφάσεις στην Ε.Ε και την παγκοσμιοποίηση. Η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί πολλές φορές ως άλλοθι ηγετών και κυβερνήσεων για μια βολική μετάθεση των ευθυνών τους στην πλάτη των διεθνών οργανισμών. Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις δεν πρέπει να πατήσουν τη μπανανόφλουδα η οποία στο όνομα της παγκοσμιοποίησης οδηγεί στην ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και των αυταρχικών ηγεσιών σε βάρος των κοινοβουλίων και των νομοθετικών εξουσιών. Καλούνται να δραστηριοποιηθούν ώστε να γίνουν οι επισπεύδοντες της πολιτικής εμβάθυνσης της παγκοσμιοποίησης και όχι να βαπτίζουν αυτή την εμβάθυνση ουτοπία. Η εμπραγμάτωση αυτής της «ουτοπίας» οφείλει να είναι το κύριο καθήκον των σοσιαλδημοκρατών.
Δεν είναι επομένως μόνο ο πολιτισμικός φόβος που γεννά την άνοδο των τεράτων. Είναι και η ανασφάλεια για μια ζωή που το αύριο φαίνεται να προβάλλει χειρότερο από το σήμερα. Πολλοί στρέφονται προς την Άκρα Δεξιά, όχι γιατί μισούν τη δημοκρατία, αλλά γιατί είναι απογοητευμένοι από τις λειτουργίες και τις αδυναμίες της. Αυτή τη δημοκρατία και την κοινωνική Ευρώπη οφείλει να δυναμώσει ο δεύτερος Διαφωτισμός και όχι να θεωρεί τα στρώματα που ψηφίζουν τα άκρα σαν «κοινωνικά απορρίμματα». Η ελιτιστική απαξίωση των αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο από τη δική τους «διαμαρτυρία».
Χρειάζεται η διακυβέρνηση να μη ταυτίζεται με την άρνηση της πολιτικής και την αποξένωση των δημόσιων πολιτικών από τους φορείς αντιπροσώπευσης. Στις σημερινές πολιτικές διακυβέρνησης όπου μειώνεται ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων, σημαντικό ρόλο θα έπαιζε η προώθηση παγκόσμιων θεσμών αντιπροσωπευτικής λογοδοσίας των οργανισμών που αποφασίζουν για τη ζωή δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Για παράδειγμα το ευρωκοινοβούλιο παρόλο που τα τελευταία χρόνια αύξησε τις αρμοδιότητες του, αυτές δεν βρίσκονται ακόμη στο επιθυμητό επίπεδο, ώστε αυτό να λειτουργεί ως θεσμός λογοδοσίας των ασκούμενων δημόσιων πολιτικών. Τα δίκτυα παγκόσμιων κοινοβουλευτικών νομοθετικών δράσεων θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αντισταθμιστικά στο μονοπώλιο εξειδικευμένης γνώσης που κατέχουν τα δίκτυα της τεχνοκρατικής διακυβέρνησης.
Για να μπορέσει η Ευρώπη να προχωρήσει στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις απαιτείται όχι η επιστροφή στο «έθνος», όπως ζητά ο ακροδεξιός εθνικισμός, αλλά η περαιτέρω υπέρβαση της διακρατικής διακυβέρνησης. Σ’ αυτό το πλαίσιο μετά τις εκλογές θα πρέπει να επιδιωχθούν συμμαχίες και συνεργασίες των σοσιαλδημοκρατών, των φιλελευθέρων, των πρασίνων αλλά και των κεντροδεξιών και των δημοκρατών αριστερών που επιδιώκουν να απαντήσουν στο περισσότερο έθνος με περισσότερη Ευρώπη. Να απαντήσουν στον σκοταδισμό με έναν σύγχρονο ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, το μανιφέστο του οποίου θα είναι υπό διαμόρφωση από την επομένη των ευρωεκλογών.
ΥΓ. Αυτά όλα για να έχουν βάση πρέπει σ’ ευρωπαϊκό επίπεδο να μεταφραστούν σε ψήφους υπέρ του Τίμερμανς (SD-σοσιαλδημοκράτες), της Βεστάγερ (ALDE- φιλελεύθεροι) και του Μακρόν και στα καθ’ ημάς σε ψήφο προς αποδεδειγμένα νέους ευρωπαϊστές στο ΚΙΝΑΛ, το οποίο παρά το πλούσιο ανδρεοπαπανδρεϊκό ρετρό της καμπάνιας των υποψηφίων του, αποτελεί το μόνο κόμμα η ενίσχυση του οποίου μπορεί να σημάνει την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως τον γνωρίσαμε έως σήμερα.
Γιώργος Σιακαντάρης
Κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του «Το πρωτείο της Δημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.