(στηρίζεται στη μελέτη «Πράσινη Ανάπτυξη: η απάντηση στην περιβαλλοντική κρίση», διαΝΕΟσις, Νοέμβριος 2020)
Καθοριστικοί παράγοντες στη σωστή αξιοποίηση της ιστορικής ευκαιρίας παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας με τις πρόσφατες ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις των ΄72δις, που μαζί με τις ιδιωτικές επενδύσεις μέσω Σ.Δ.Ι.Τ. μπορούν να ξεπεράσουν τα ΄110δις, θεωρώ ότι είναι και οι παρακάτω:
Ο μετασχηματισμός του γραφειοκρατικού ελληνικού δημοσίου σε σύγχρονο κράτος-στρατηγείο, ψηφιακό, αποκεντρωμένο στους δύο βαθμούς αυτοδιοίκησης, με σύστημα ρυθμίσεων και εποπτείας των αγορών και των ασκούμενων δημόσιων πολιτικών, που λειτουργεί σε όλα τα επίπεδα με αντικειμενικές και ποσοτικοποιημένες αξιολογήσεις δομών και προσώπων, επιβραβεύοντας ηθικά και υλικά τους παραγωγικότερους και βοηθώντας να βελτιωθούν όσοι υστερούν. Η ύπαρξη και λειτουργία μιας αποτελεσματικής task force υλοποίησης των στρατηγικών στόχων. Ενδιαφέρουσα αντιστοίχιση υπήρξε στη διάρκεια προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων, υπό άλλες προφανώς πολιτικές και διαχειριστικές συνθήκες, με σημαντική όμως αποτελεσματικότητα. Ιδιαίτερη σημασία αποκτούν οι ταχείες διαδικασίες αποφάσεων και εγκρίσεων των υπηρεσιών του δημοσίου (π.χ. one stop shop), αλλά και όλων των βαθμίδων της Δικαιοσύνης, όπου απαιτείται να υπάρξει αντικειμενικό και εκτός κάθε πολιτικής επιρροής σύστημα αξιολόγησης, καθώς και δημιουργία εξειδικευμένων τμημάτων των ανώτατων δικαστηρίων για επενδύσεις άνω ενός ορίου και εκδίκαση εντός ενός έτους. Η εκτεταμένη χρήση διαδικασιών Συμπράξεων Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), μέσα και από νέα μελετητικά και χρηματοδοτικά σχήματα και διαδικασίες αξιολόγησης, υλοποίησης, παρακολούθησης, συντήρησης έργων. Η μόχλευση και η προστιθέμενη αξία στην εθνική οικονομία, μπορούν να συντελέσουν σε πραγματική έκρηξη προοδευτικών μεταρρυθμίσεων, κατασκευής και επαναδιαστασιολόγησης υποδομών αναγκαίων και λόγω κλιματικής κρίσης, μετασχηματισμού του παραγωγικού υποδείγματος σε πρωτογενή - δευτερογενή - τριτογενή τομέα, με καινοτομία, εξωστρέφεια, ανταγωνιστικότητα, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η εκτεταμένη αξιοποίηση των διαδικασιών ΣΔΙΤ θα επιτρέψει την αύξηση έως και κατά 30-40% των κονδυλίων που τελικά θα επενδυθούν στην εθνική οικονομία, λόγω ακριβώς της συμμετοχής και του ιδιωτικού τομέα. Η εκτεταμένη και σε όλο το δημόσιο αξιοποίηση του outsourcing, μέσα από τη λειτουργία Μητρώων Ιδιωτών πιστοποιημένων αξιολογητών - συνεργατών, κατά το ανάλογο των ήδη λειτουργούντων ενεργειακών επιθεωρητών, ελεγκτών δόμησης, ορκωτών ελεγκτών, αξιολογητών κι επιθεωρητών περιβάλλοντος, κ.ά. Το ευρύτερο πλαίσιο για προσόντα, κριτήρια επιλογής, αμοιβές, επιμορφώσεις και άλλα θέματα λειτουργίας των Μητρώων Ιδιωτών, προκειμένου να υπάρχει διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και ισότητα, έχει ήδη από το 2011 νομοθετηθεί και διαμορφωθεί μέσα από σχετικά Προεδρικά Διατάγματα και Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις της περιόδου 2011-14. Ασφαλώς, απαιτείται επικαιροποίηση των προβλέψεων στη βάση της ήδη κτηθείσας εμπειρίας από την εφαρμογή.
Ένα σύγχρονο κράτος - στρατηγείο αποκεντρώνει όλες τις εκτελεστικές αρμοδιότητες, λειτουργεί ως δημόσιος project manager με ρύθμιση και εποπτεία των σχέσεων με τους πολίτες, στηρίζεται σε εκτεταμένες αναθέσεις καθηκόντων μέσω Μητρώων Ιδιωτών πιστοποιημένων εμπειρογνωμόνων, λειτουργεί με αξιολόγηση παντού και όλων, επιβραβεύει την εξυπηρέτηση του πολίτη με πραγματικά bonus. Για την υλοποίηση του στόχου αυτού απαιτείται πλήρης επανασχεδιασμός (re-engineering) όλων των λειτουργιών του, στήριξη στην πλήρη ψηφιοποίηση και αυτοματοποίηση, άνοιγμα όλων των δεδομένων (πλην προσωπικών), ώστε τα δημόσια open data, σύμφωνα και με σχετική μελέτη του ΣΕΒ, να πυροδοτήσουν επιπλέον αναπτυξιακή ώθηση ύψους ?3.5 δισ. στο ΑΕΠ, δημιουργία πολλών εκατοντάδων νέων θέσεων εργασίας και ?15 δισ. σωρευτικά οφέλη εντός πενταετίας.
Χαρακτηριστικό re-engineering είναι το παράδειγμα του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο οποίο την περίοδο 2011-2014, μεταρρυθμίστηκε η διαδικασία περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων για έργα τοπικής και περιφερειακής κλίμακας. Με τον ν.4014/2011 τέθηκαν οι βάσεις για ένα νέο ξεκίνημα στην περιβαλλοντική αδειοδότηση, με την κατάργηση των περιττών μελετών και την αντικατάστασή τους από περιβαλλοντικές δεσμεύσεις, που με την υπογραφή τους, αναλαμβάνουν ο επενδυτής και ο επιστημονικός σύμβουλός του. Μέχρι τότε, οι φάκελοι - μελέτες περιβαλλοντικής αδειοδότησης ανά έτος ξεπερνούσαν τις 22.000. Στην ανάλογου μεγέθους Αυστρία, εκπονούνται κάθε χρόνο μόλις 23 μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο 340. Ως προς τους απαιτούμενους χρόνους έγκρισης, στην Ε.Ε. ο μέσος χρόνος έγκρισης ήταν 8-9 μήνες, ενώ στην Ελλάδα ξεπερνούσε πολλές φορές τους 40 μήνες.
Σε αντικατάσταση της υποχρέωσης εκπόνησης περιττών περιβαλλοντικών μελετών, εκδόθηκαν 23 Προεδρικά Διατάγματα και Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις, οι οποίες περιγράφουν τις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ), σύμφωνα με τις οποίες ο κάθε υπεύθυνος μιας δραστηριότητας που αδειοδοτείται περιβαλλοντικά αναλαμβάνει προσωπικές ευθύνες για περιβαλλοντική συμμόρφωση,. Αυτές οι ΠΠΔ αφορούν για παράδειγμα τα πάνω από 6.000 πρατήρια καυσίμων, τα πάνω από 10.000 συνεργεία αυτοκινήτων, όλα τα μικρά ξενοδοχεία κάτω των 100 κλινών, όλες τις μικρομεσαίες πτηνο-κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, όλους τους αγροτικούς και συνδετήριους δρόμους, όλα τα μικρά λιμάνια και τις μικρές βιομηχανίες και βιοτεχνίες, τα πολυκαταστήματα κάτω των 5.000 τ.μ., τα γκαράζ κάτω των 500 θέσεων, τις εγκαταστάσεις εκπαίδευσης κάτω των 75 στρ., τις αθλητικές εγκαταστάσεις για λιγότερους από 5.000 θεατές, τα νοσοκομεία και κλινικές έως 300 κλίνες κ.ά.
Το έτος 2014, αντί για 22.000 μελέτες, μέσα από την εφαρμογή των ΠΠΔ υποβλήθηκαν μόλις 2.050 μελέτες, μια μείωση της τάξης του 90%, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες 20.000 περιπτώσεις επενδύσεων, αντί για την εκπόνηση περιττών περιβαλλοντικών μελετών, καθώς και τη μετά από πολλούς μήνες έγκρισή τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες, υποβλήθηκαν από τους αντίστοιχους υπευθύνους οι ΠΠΔ, οι οποίες περιλαμβάνουν το σύνολο των περιβαλλοντικών υποχρεώσεων που πρέπει να ικανοποιούν οι επενδύσεις. Τα ετήσια οικονομικά οφέλη από την απουσία περιττών εξόδων μελετών και την απώλεια χρόνου αναμονής των γραφειοκρατικών εγκρίσεων από τους επενδυτές, καθώς και από τις δημόσιες υπηρεσίες που δεν απασχολούνται πλέον με περιττές μελέτες, εκτιμήθηκαν στα ?85.000.000, κατανεμόμενα σε ?49.000.000/έτος για τον ιδιωτικό τομέα και ?36.000.000/έτος για τον δημόσιο τομέα.
Η εκτίμηση για την εφαρμογή των αρχών αυτών στο σύνολο των δραστηριοτήτων όλων των υπουργείων κατέδειξε ένα εκτιμώμενο όφελος της τάξης του 1 δισ. κάθε χρόνο που προκύπτει από μείωση του λειτουργικού κόστους του δημοσίου.
Ταυτόχρονα δρομολογήθηκε η «Περιβαλλοντική Διαύγεια», ή Ηλεκτρονικό Περιβαλλοντικό Μητρώο (ΗΠΜ), μια διαδικτυακή περιβαλλοντική πλατφόρμα, όπου κάθε έργο ή δραστηριότητα διαθέτει έναν μοναδικό αριθμό Περιβαλλοντικής Ταυτότητας (ΠΤ) και παρακολουθείται από τη «γέννησή» του (δηλαδή από την υποβολή αίτησης αδειοδότησης) μέχρι την ολοκλήρωσή του (δηλαδή από το τέλος λειτουργίας του και την αποκατάσταση του περιβάλλοντος που επηρεάστηκε).
Κάθε πολίτης μπορούσε να παρακολουθεί σε ποιο στάδιο βρίσκεται κάθε αίτηση, σε έναν πλήρη ψηφιακό χάρτη και να ελέγχει τη διαφάνεια και την ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων της διοίκησης. Με την ενσωμάτωση Γεωγραφικών Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΠΣ-GIS) που εφαρμόστηκαν, η διαδικτυακή πλατφόρμα λειτούργησε ταυτόχρονα ως εργαλείο άσκησης τομεακών και περιβαλλοντικών πολιτικών (βιομηχανία, τουρισμός, ενέργεια, εξόρυξη κ.ά.).
Τέλος, αντιμετωπίστηκε το ακανθώδες ζήτημα της απουσίας ικανοποιητικού αριθμού επιθεωρητών περιβάλλοντος, οι οποίοι διαχρονικά είναι μόλις 25-30 για το σύνολο τη χώρας, αριθμός προφανώς ανεπαρκέστατος για την παρακολούθηση της περιβαλλοντικής κατάστασης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι εκ των υστέρων έλεγχοι του κατά πόσο εφαρμόζονται οι αρχές και προδιαγραφές με βάση τις οποίες αδειοδοτήθηκε ένα έργο, ή μια επένδυση της όποιας περιβαλλοντικής έγκρισης να είναι ελάχιστοι. Έτσι, στο τέλος του 2014 ολοκληρώθηκαν τα Προεδρικά Διατάγματα για το Μητρώο Αξιολογητών Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και Μητρώο Ελεγκτών Περιβάλλοντος.
Η διαδικασία θεσμοθέτησης, παρά την παρέλευση 6 ετών έκτοτε, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Ανάλογες δράσεις έχουν προταθεί για το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, αναφορικά με τον νέο ρόλο των δημόσιων τεχνικών υπηρεσιών στη διαχείριση των έργων.
Οι δημόσιες τεχνικές υπηρεσίες σήμερα παρουσιάζουν ουσιαστική αδυναμία να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους για τους εξής λόγους:
1. Δραματική μείωση του αριθμού των στελεχών που κατείχαν την τεχνική γνώση και την εμπειρία να διαχειριστούν τα εξειδικευμένα τεχνικά ζητήματα μελετών και έργων.
2. Απουσία μιας μεγάλης ηλικιακής ομάδας σε τεχνικά στελέχη 28-35 ετών. Μια ηλικιακή ομάδα που αναμφισβήτητα κατέχει και χειρίζεται με μεγάλη ευκολία τα σύγχρονα ηλεκτρονικά εργαλεία διαχείρισης.
3. Ανάλωση του παραγωγικού χρόνου σε εκτέλεση υπηρεσιών που θα μπορούσαν να εκχωρηθούν σε τρίτους και στον ιδιωτικό τομέα.
4. Έλλειψη κινήτρων και προοπτικών για την προσωπική, επιστημονική, υπηρεσιακή ανέλιξη των τεχνικών στελεχών που ενδιαφέρονται να αναπτύξουν καριέρα στον δημόσιο τεχνικό τομέα στις επόμενες δύο δεκαετίες τουλάχιστον.
Οι δημόσιες τεχνικές υπηρεσίες προτείνεται να εισηγούνται τις νομοθετικές ρυθμίσεις, να καθορίζουν τους κανόνες και τις προδιαγραφές, να τηρούν τις βάσεις δεδομένων και τα μητρώα, να διενεργούν ελέγχους και να εποπτεύουν την τήρηση των κανόνων. Με άλλα λόγια, ο δημόσιος τομέας να είναι ο ρυθμιστής και εγγυητής της διαφάνειας, του υγιούς ανταγωνισμού, της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, της προστασίας του περιβάλλοντος και του πολίτη.
Με τον τρόπο αυτό θα ενεργοποιηθεί ο ιδιωτικός τεχνικός τομέας στην υποστήριξη των δημόσιων τεχνικών υπηρεσιών, γεγονός που θα ανακόψει και θα αντιστρέψει σε σημαντικό βαθμό το τεχνικό brain drain (μελετητές, ελεγκτές μελετών, εργοταξιακό στελεχιακό δυναμικό, τεχνικοί σύμβουλοι) προς όφελος της ορθής και αποτελεσματικής διαχείρισης μελετών και έργων.
Σημειώνεται ότι ο θεσμός του ανεξάρτητου μηχανικού θα ήταν χρήσιμο να εφαρμοστεί σε όλες τις σημαντικές επενδύσεις δημοσίου συμφέροντος, ώστε ως ενδιάμεσος και κρίσιμος κρίκος ανάμεσα στον επενδυτή και το δημόσιο να διασφαλίζει τη μεγιστοποίηση του δημοσίου οφέλους.
Στη νέα αυτή στρατηγική, οι δημόσιες τεχνικές επιτελικές υπηρεσίες ασκούν τρεις κατηγορίες αρμοδιοτήτων:
1. Προβαίνουν στον στρατηγικό σχεδιασμό και τη διαχείριση των έργων με τη βοήθεια εξωτερικών τεχνικών συμβούλων.
2. Προκηρύσσουν μελέτες και δημοπρατούν έργα, υποστηριζόμενες από «τρίτους» (outsourcing), η επιλογή των οποίων γίνεται με ανοιχτές και διαφανείς διαδικασίες όπως ελεγκτές μελετών, τεχνικούς συμβούλους (construction managers), διαπιστευμένους φορείς επιθεώρησης/πιστοποίησης.
3. Εποπτεύουν, ως project managers, την τήρηση των κανόνων, των προδιαγραφών και των συμβατικών αντικειμένων που αναλαμβάνει ο κάθε υποστηρικτικός θεσμός για τη βέλτιστη διαχείριση μελετών και έργων.
Εάν δεν υπάρξει η Μεγάλη Ανατροπή στο Εθνικό Software, δηλ. στη δομή και λειτουργία του κεντρικού δημοσίου (υπουργεία) και της αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄βαθμού, θα χαθεί η ιστορική ευκαιρία μετασχηματισμού της εθνικής οικονομίας σε μια σύγχρονη, εξωστρεφή και στηριγμένη στην αειφορία και τον ψηφιακό μετασχηματισμό οικονομία.
Οφείλουμε να βάλουμε πολύ ψηλά τον πήχυ, ώστε να καλύψουμε και την απώλεια του 25% του ΑΕΠ στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας της οικονομικής κρίσης.
Δεν έχουμε δικαίωμα να αποτύχουμε.