Tο νέο ΔΣ ανακοινώθηκε πανηγυρικά λίγο μετά τις εκλογές. Άρτια κατανομή των μελών της τότε τρικομματικής, σεβασμός στην προσυμφωνημένη ποσόστωση και ο επικεφαλής ορισμένος με βάση την επιθυμία του ίδιου του Πρωθυπουργού. Για την ακρίβεια, παλιός του γνώριμος, καθώς διετέλεσε επικεφαλής του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ) και στις ημέρες του Α. Σαμαρά στο ΥΠΠΟ. Δεν γνωρίζω τι ακριβώς συγκίνησε τόσο τον Πρωθυπουργό. Τι στο προφίλ, στο έργο ή στα προσόντα του ηλικιωμένου ανδρός –συνταξιούχου νομικού – τον έκανε να τον ανασύρει για να τον τοποθετήσει σε αυτή τη θέση. Πάντως, λίγους μήνες μετά τις αρχικές εξαγγελίες για την «αναμόρφωση και αναδιάρθρωση του Ταμείου που διαθέτει το προνόμιο να έχει δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στην αναπαραγωγή των μνημείων του ελληνικού πολιτισμού», ο Πρόεδρος επαύθη. Ανάλογη ήταν και η τύχη του αντικαταστάτη του, πολιτικού μηχανικού αυτή τη φορά, που έμεινε-δεν έμεινε στη θέση του ένα εξάμηνο. Σήμερα, 14 μήνες μετά την πρώτη τοποθέτηση αυτής της Κυβέρνησης, το ΤΑΠΑ έχει επικεφαλής τον τρίτο κατά σειράν Πρόεδρό του -οικονομολόγο και πρώην διευθυντικό στέλεχος τράπεζας- ο οποίος καλείται να βγάλει τα κάστανα του πολιτισμού από τη φωτιά. Όπου ως κάστανα λογίζονται η διαχείριση των εσόδων από τα εισιτήρια μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, η ορθολογικότερη αξιοποίηση των ακινήτων του ΥΠΠΟ, ο εκσυγχρονισμός των πωλητηρίων, η αναμόρφωση του δικτύου πώλησης των εκμαγείων, η εγκατάσταση συστήματος ηλεκτρονικού εισιτηρίου στα μουσεία και η έκδοση οδηγών που έχει από χρόνια εγκαταλειφθεί. Διόλου αδιάφορο έργο, αν σκεφτεί κανείς πως στην Ελλάδα μιλάμε για τον πολιτισμό ως «βαριά βιομηχανία» χωρίς, συνήθως, να δίνουμε στη φράση περιεχόμενο συμβατό με την πραγματικότητα. Ο νέος Πρόεδρος καλείται, έτι περαιτέρω, να εκπληρώσει με το έργο του την βαρυσήμαντη εξαγγελία του Υπουργού Πολιτισμού πως «ο πολιτισμός δεν είναι μόνο βασικό στοιχείο της εθνικής μας ταυτότητας, είναι και εργαλείο εξωτερικής πολιτικής και βασικός μοχλός σύγχρονης ανάπτυξης». Του ευχόμαστε καλή επιτυχία στο πέρασμα από τις συμπληγάδες παγιωμένων προβλημάτων, πολύχρονων αμαρτιών αλλά και της επανεμφάνισης των συνδικαλιστών της ΠΟΕ-ΥΠΠΟ που με ανακοίνωσή τους ζητούν πιο έντονη παρουσία των εκπροσώπων των εργαζομένων. Ευχόμαστε επιτυχία κρατώντας ταυτόχρονα χαμηλότατες προσδοκίες για την τύχη του εγχειρήματος, επειδή είναι πολλά τα προβλήματα, γνωστές και μέχρι σήμερα αξεπέραστες οι κακοδαιμονίες αλλά, επίσης, επειδή αυτές οι δουλειές, των υψηλών απαιτήσεων, χρειάζονται πρόσωπα με στοιχειώδη αντίληψη του χώρου που καλούνται να υπηρετήσουν, εμπειρία από συναφή δραστηριότητα, γνώση των διεθνών πρακτικών και εξοικείωση με τα πρόσωπα και τα πράγματα που συνθέτουν το τοπίο στο οποίο θα δραστηριοποιηθούν. Χωρίς να θέλω να γίνω προάγγελος κακών, φοβάμαι πως και ο νέος πρόεδρος, που λέγεται πως έχει τη στήριξη σημαίνοντος προσώπου του κυβερνητικού κύκλου, θα κλείσει τον δικό του κύκλο αθροίζοντας «θα», προσδοκίες και ευχές.
Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι το ΤΑΠΑ, ένας φορέας ίσως άγνωστος στους πολλούς μα καίριος για τον πολιτισμό, αφού διαχειρίζεται τα έσοδά του. Το πρόβλημα είναι πως στην Ελλάδα της κρίσης, την ώρα που χρειάζονται περισσότερο από ποτέ προσαρμογές στη δύσκολη εθνική συνθήκη –καλύτερος σχεδιασμός, σφιχτή διαχείριση, αξιοποίηση κάθε στοιχείου γνώσης και εμπειρίας – οι διορισμοί των Δ.Σ., των γενικών και ειδικών γραμματέων, καθώς και των επικεφαλής φορέων και οργανισμών εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο κομματικών διαπραγματεύσεων και απόδειξη μιας συνεχιζόμενης παθογένειας. Σε αυτό το πνεύμα, επιτυχημένοι επικεφαλής οργανισμών με τεκμηριωμένο έργο παύονται με ευκολία, ενώ έμπειροι και εξειδικευμένοι διοικητές νοσοκομείων όπως του Άγιου Σάββα αντικαθίστανται από κομματικά στελέχη, χωρίς εξηγήσεις. Στην Ελλάδα «του μνημονίου», την ώρα που δυναμώνουν οι κατάρες για τους κακούς ξένους και τις μαύρες μέρες στις οποίες μας καταδίκασαν, η «αξιοποίηση» του κράτους από κομματικούς μηχανισμούς και πολιτικούς φίλους παραμένει ισχυρότερη από την ανάγκη για εθνική επιβίωση. Σε αυτές τις επιλογές, γνώση και εμπειρία, τιμιότητα και εργατικότητα, σχεδιασμός, παραμένουν λέξεις άβολες, αν όχι άγνωστες. Όλοι μπορούν να τα κάνουν όλα, αν «είναι κάποιοι», αν «διετέλεσαν κάτι» κι αν «ξέρουν κάποιον». Λίγο μετρά αν γνωρίζουν, αν έχουν έστω κάποια επιτυχία από άλλον κλάδο να μεταφέρουν ή κάποια στόχευση για τη θέση που καλούνται να υπηρετήσουν. Αρκεί να διασφαλίζουν το status quo…