«Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν», μου είπε κάποιος φίλος πρόσφατα σχολιάζοντας τις αλλαγές στον κρατικό μηχανισμό, καθώς διαπίστωνε πως δεν επαληθεύτηκαν οι προσδοκίες του για κάτι διαφορετικό από τη νέα τρικομματική κυβέρνηση, με τη συμμετοχή, μάλιστα, της ΔΗΜΑΡ.
Δεν ξέρω αν έχει απόλυτο δίκιο, αλλά ορισμένα φαινόμενα και πρακτικές που επαναλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο, όπως και παλιά, δεν πείθουν ότι κάτι άλλαξε.
Αντιπαρέρχομαι την απίστευτη πράξη τού για μία ημέρα Προέδρου της Βουλής, κ. Πολύδωρα, να διορίσει την κόρη του (όσο άξια και αν είναι) σε οργανική θέση μετακλητού υπαλλήλου, στο γραφείο του… και απ’ ό,τι διαβάζω, έγινε βούκινο στο διεθνή τύπο…
Υπάρχει, ωστόσο, πολύ πιο σοβαρό πρόβλημα. Πρόκειται για τη μαζική αντικατάσταση στελεχών του κρατικού μηχανισμού, με μόνο κριτήριο να «είναι δικός μας». Με τον τρόπο αυτό αντικαθίστανται ακόμη και ικανά στελέχη, διότι δεν είχαν την απαραίτητη κομματική κάρτα. Η πληροφορία δε ότι έγινε αναλογική μοιρασιά των θέσεων μεταξύ των τριών κομμάτων της κυβέρνησης, βαραίνει ακόμη περισσότερο την εικόνα. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Ι. Διώτη, στελέχους κατά κοινή ομολογία ικανού και με απτά αποτελέσματα. Δεν «έβγαινε» όμως στη μοιρασιά…
Οι κυβερνώντες ξέχασαν ότι τα στελέχη αυτά τα χρειάζεται η χώρα και όχι τα κόμματα.
Δυστυχώς, το μήνυμα που εκπέμπεται είναι το ίδιο όπως και τα προηγούμενα 40 χρόνια. Ότι το κράτος είναι λάφυρο του κόμματος, στην προκειμένη περίπτωση, των κομμάτων που κυβερνούν…
Πρέπει να σημειώσω εδώ, πως η μόνη περίοδος κατά την οποία επιχειρήθηκε στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια, η αποδέσμευση του κράτους από το κόμμα, ήταν η περίοδος Σημίτη, όπου δόθηκε η δυνατότητα σε πολύ άξιους ανθρώπους να στελεχώσουν τον κρατικό μηχανισμό, χωρίς την ταυτότητα του κομματικού μέλους. Όσοι έχουν καθαρό μυαλό, το αναγνωρίζουν αυτό.
Οι νόμοι που διέπουν τη διαδικασία στελέχωσης του κρατικού μηχανισμού και των λοιπών φορέων που ελέγχονται από το δημόσιο -οι περισσότεροι των οποίων ψηφίστηκαν την περίοδο Σημίτη- είναι καθόλα σύμφωνοι με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς και ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές ενός σύγχρονου κράτους δικαίου. Προβλέπουν, μεταξύ άλλων, ακόμη και διεθνείς διαγωνισμούς για την πλήρωση των θέσεων αυτών και μια διαδικασία open gov, κ.λπ.
Ωστόσο, η ίδια η Πολιτεία, τα ίδια τα κόμματα, οι κυβερνήσεις, αυτοί δηλαδή που έφτιαξαν και ψήφισαν αυτούς τους νόμους, είναι οι πρώτοι που τους καταστρατήγησαν και συνεχίζουν να τους καταστρατηγούν, χρησιμοποιώντας διάφορα προσχήματα που προσβάλλουν τον κοινό νου. Θυμάστε το φιάσκο και την κοροϊδία του open gov, που κατάντησε ανέκδοτο…
Δεν αναφέρομαι μόνο στην αλλαγή των διοικήσεων, όπου η μέθοδος να ζητούνται οι παραιτήσεις πριν από τη λήξη της θητείας τους, με μόνο αιτιολογικό ότι πρέπει να αδειάσουν οι θέσεις για τους «δικούς μας», προσβάλλουν εμάς τους πολίτες, τον πολιτισμό μας και τη θέση της χώρας ως μέλος της ΕΕ. Αναφέρομαι ακόμη και σε θέσεις πολύ πιο χαμηλά στην ιεραρχία, που ακολουθούν την αντίστοιχη λογική -και μην εκπλαγείτε- σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνουν μέχρι και τους κλητήρες… για να ολοκληρωθεί ο εξευτελισμός του open gov made in Greece.
Ακόμη πιο ανησυχητικό, είναι το γεγονός, ότι η κοινωνία φαίνεται να αποδέχεται ή να ανέχεται αυτήν την κατάσταση. Τα ΜΜΕ θεωρούν ότι είναι αυτονόητο να αλλάζουν όλοι, όταν αλλάζει και το κόμμα που κυβερνά. Συχνά, μάλιστα, απορούν με το «θράσος» αυτών που αρνούνται να παραιτηθούν….
Παρακολουθώ τη διαδικασία στελέχωσης της ΕΡΤ από ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μια και εργάστηκα εκεί για περίπου 30 χρόνια. Αναφέρω την περίπτωση γιατί είναι ενδεικτική, καθώς ανάλογη είναι η εικόνα και σε άλλους αντίστοιχους φορείς. Οι παροικούντες στην ΕΡΤ παρακολουθούν για άλλη μια φορά κωμικοτραγικές καταστάσεις με τις αλλαγές χρωμάτων, ανάλογα με την περίσταση, τις ομαδοποιήσεις, προγραφές κ.ά., που προσβάλλουν την αξιοπρέπειά μας.
Διάβασα στο tvxs.gr τις δηλώσεις του νυν διευθυντή ειδήσεων της ΕΡΤ, Γιώργου Κογιάννη, ο οποίος αναφέρει ότι η “ΕΡΤ δεν είναι ιδιοκτησία και μαγαζί της κάθε κυβέρνησης” και ότι αν και του ζητήθηκε να παραιτηθεί, αρνείται. Συμφωνώ απόλυτα μαζί του, επί της ουσίας. Αν και θα ήταν πολύ πιο αξιόπιστος εάν συμπεριφερόταν και ο ίδιος με τον ανάλογο τρόπο, όταν ανέλαβε, μετά τις εκλογές του 2009, ως εκλεκτός του κόμματος που κέρδισε τις εκλογές, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς του. Διότι έκανε ακριβώς αυτό που του κάνουν σήμερα οι «άλλοι». Ζητούσε τις παραιτήσεις των μη εκλεκτών -και τις πήρε…
Όμως το θέμα δεν είναι να επαναλαμβάνεται το ίδιο φαινόμενο κομματικής αθλιότητας. Το ζητούμενο είναι να εφαρμοστεί επιτέλους η αξιοκρατία παντού, χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς σκοπιμότητες. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να χτίσουμε ένα κράτος αποτελεσματικό, φιλικό προς τον πολίτη, με εσωτερική διαδικασία εξέλιξης των στελεχών με μόνο κίνητρο την παραγωγικότητα, την ικανότητα , την αποτελεσματικότητα και όχι την «τυχερή» κομματική ταυτότητα.
Η νέα κυβέρνηση έχει φορτωθεί με πάρα πολλά και δυσβάστακτα βάρη. Είμαστε, ωστόσο, αναγκασμένοι να της ζητούμε πολλά. Δεν αρκεί μόνον η διαχείριση του ή των μνημονίων. Χρειάζεται να κάνει πολλές και σε βάθος μεταρρυθμίσεις παντού. Παράλληλα, να δείξει τη γενναιότητα που χρειάζεται για να βάλει τέλος στο κράτος – φέουδο.
Η στελέχωση του δημόσιου τομέα και οτιδήποτε δημόσιου, δεν είναι ανεξάρτητη από το πόσο αναποτελεσματικό, αναξιόπιστο και ρουσφετολογικό κράτος έχουμε. (Η τεράστια φοροδιαφυγή, π.χ., δεν είναι ανεξάρτητη από το πώς και με ποια κριτήρια γινόταν η στελέχωση των εφοριών). Εκτός από την πολιτική του σημασία, υπάρχει και η οικονομική του διάσταση. Όταν ένας διοικητής ή πρόεδρος οργανισμού προσλαμβάνεται χάρη στην κομματική του ταυτότητα, ανεξάρτητα από τις ικανότητές του, λειτουργεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δίχως να μπορεί να σχεδιάσει μακροπρόθεσμα, δίχως να νιώθει την ανάγκη να έχει απτά αποτελέσματα, δίχως να κρίνεται από ένα αξιόπιστο, αμερόληπτο, αντικειμενικό σύστημα, αλλά μόνον από αυτόν που τον έβαλε εκεί και μάλιστα με αποτελέσματα που συνήθως απέχουν από το έργο για το οποίο έχει διοριστεί.
Και ιδού τα αποτελέσματα …
.
O Μιχάλης Κυριακίδης είναι δημοσιογράφος, διευθυντής Σύνταξης της «Μεταρρύθμισης»