Το κόστος της υπερβολής

Παναγιώτης Παναγιώτου 28 Ιαν 2013

Η τεχνητή πολιτική όξυνση και οι υπερβολές, από πολλές μεριές, για ιδιοτελείς μικροκομματικούς ή συντεχνιακούς λόγους σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για τη χώρα, κάθε άλλο παρά χρήσιμες επιλογές είναι. Τα παραδείγματα αφθονούν… Η καθολική καταδίκη λ.χ. της τρομοκρατίας υπήρξε μια θετική εξέλιξη. Η προσπάθεια, όμως, μικροκομματικής εκμετάλλευσης των εσωτερικών προβλημάτων του ΣΥΡΙΖΑ, γύρω από τα θέματα της βίας, έχει ένα όριο. Η υπέρβασή του από τη ΝΔ είναι λάθος στρατηγική, καθώς το ζητούμενο είναι η διαμόρφωση ενός αρραγούς και ευρύχωρου δημοκρατικού τόξου. Βέβαια, ευθύνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ που… «τσιμπάει» με αχόρταγη διάθεση όλα τα… δολώματα που ρίχνει η ΝΔ! Το ζη­τού­μενο για την αντιμετώ­πιση της τρομοκρατίας της βίας και των φαινομένων ανομίας δεν είναι μόνο η απερίφραστη καταδίκη τους.

Χρειάζονται δύο ακόμα προϋποθέσεις: Η «ενσωμάτωση» της αποτροπής της βίας και της ανομίας στην τρέχουσα πολιτική τακτική των κομμάτων και η απόρριψη όλων των άστοχων και απαράδεκτων συμψηφισμών, όπως λ.χ. με τη «βία των οικονομικών πολιτικών» που εφαρμόζει μια εκλεγμένη δημοκρατικά κυβέρνηση. Μπορεί να είναι κακή πολιτική ή οτιδήποτε νομίζει κανείς, αλλά δεν μπορεί να «συμψηφίζεται» με την τρομοκρατία, την ανομία κ.λπ.

Αλλο παράδειγμα είναι η περίφημη λίστα Λαγκάρντ. Για μία ακόμα φορά εξαντλούμεθα στο «περιτύλιγμα» της ιστορίας, καθώς ψοφάμε για «σκανδαλολογία» και «θέαμα» εις βάρος της ουσίας και του αποτελέσματος. Κολλήσαμε στο… CD, τα… αντίγραφα και τη διαγραφή τριών ονομάτων (προφανώς έχουν κι αυτά αξία), αλλά αφήσαμε στην άκρη την κύρια πλευρά της υπόθεσης. Γιατί για 2,5 περίπου χρόνια δεν έγινε καμία σοβαρή διασταύρωση στοιχείων για να εισπράξει το ελληνικό Δημόσιο διαφυγόντα έσοδα, όπως έκαναν οι άλλες τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες που πήραν αντίστοιχες λίστες;

Αποτέλεσμα; Κόβουμε προνοιακά επιδόματα για 150 εκατ. ευρώ, όταν από τη λίστα Λαγκάρντ θα μπορούσαμε να έχουμε εισπράξει πολλαπλάσια! Εμάς, δυστυχώς, μας αρέσει να καταναλώνουμε σκάνδαλα χωρίς αποτέλεσμα. Να υπερποινικοποιούμε πολιτικές και μάλιστα όταν τα πολιτικά μας κόμματα, που καλούνται να κρίνουν πολιτικούς, έχει αποδειχθεί ότι το κάνουν με το χειρότερο δυνατό τρόπο… Για του λόγου το αληθές, υπενθυμίζουμε την περίπτωση της Siemens (ακόμα δεν έχει εκκαθαριστεί), το Βατοπέδι κ.ά.

Αλλη περίπτωση είναι η απεργία στο Μετρό και τα ΜΜΜ. Οι συνδικαλιστές με τον αδιάλλακτο τρόπο που χειρίστηκαν πολιτικά και συνδικαλιστικά το θέμα, ήρθαν σε σύγκρουση με την πλειονότητα της κοινωνίας, με αποτέλεσμα να οδηγήσουν τον κλάδο τους σε μια ήττα. Αντί να αποδεχθούν το γενικότερο πλαίσιο μείωσης μισθών, που ισχύει αναγκαστικά σε όλο το Δημόσιο και να διαπραγματευτούν μια δίκαιη κατανομή στον χώρο τους, μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων και αντίστοιχων κατοχυρώσεων, επέλεξαν μια άγονη σύγκρουση εκτός τόπου και χρόνου.

Η δημοσιονομική προσαρμογή έχει οικονομικό κόστος για όλους. Οταν οι μισθοί είναι το μεγαλύτερο κονδύλι του προϋπολογισμού, η μείωση μισθών είναι αναπόφευκτη. Το θέμα είναι η «δίκαιη κα­τα­νομή» και εδώ υπάρ­χει πρόβλημα, καθώς επελέγη­σαν εύκολες και άδι­κες οριζόντιες περικοπές. Πολιτικές που καθυστερημέ­να επικρίνονται ακόμα και από το… ΔΝΤ, που μας τις επέβαλε!

Το «ενιαίο μισθολόγιο» στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα είναι ορθή πολιτική, καθώς εξορθολογίζει απαράδεκτες έως ρουσφετολογικές ανισότητες στους μισθούς. Υλοποιήθηκε, όμως, με προχειρότητα και με ισοπεδωτική και αντιαναπτυξιακή λογική σε αρκετές περιπτώσεις. Οι εργαζόμενοι στο Μετρό αντί, λοιπόν, να αποδεχθούν το γενικό οικονομικό πλαίσιο και να εστιάσουν στη «δίκαιη εσωτερική κατανομή» και στις συλλογικές συμβάσεις, επέλεξαν έναν συνολικά αδιέξοδο δρόμο. Και από πλευράς τακτικής και από πλευράς ουσίας. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό…