Το κόστος της Ενέργειας ή άλλα αντ' άλλων

Ηλίας Ευθυμιόπουλος 29 Δεκ 2021

Αν φάει ο λύκος τα πρόβατα, δεν φταίει ο λύκος αλλά τα καημένα τα ζωντανά που εκθέτουν τον εαυτό τους στον θανάσιμο κίνδυνο.

Σε “έγκριτη” εφημερίδα την οποία δεν θέλω τώρα να κατονομάσω, άλλωστε υπήρξα και συνεργάτης της παλαιότερα, διαβάζω σε άρθρο της στις 25 αυτού του μηνός (Δεκ.) το εξής καταπληκτικό: 

Το συμπέρασμα, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι και οι ανανεώσιμες πηγές φέρουν ευθύνη για την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια αυτής της περιόδου. Όχι μόνο εξαιτίας της ακανόνιστης παραγωγής, αλλά και διότι είναι οι πολίτες – ως καταναλωτές και ως φορολογούμενοι – που τελικά επωμίζονται το κόστος της «πράσινης μετάβασης». 

Όπως γίνεται φανερό σε άλλο σημείο του άρθρου, η επίθεση δεν αφορά τις εν γένει ανανεώσιμες, αλλά την αιολική ενέργεια. Η αιτιολόγηση λέει ότι στις περιόδους που δεν φυσσάει αρκετά, η συμμετοχή της αιολικής ενέργειας στο συνολικό μείγμα μειώνεται και έτσι αυξάνεται το μερίδιο των ανθρακούχων καυσίμων (λιγνίτης και φυσικό αέριο). Η αύξηση αυτή της ζήτησης (sic!) λέει το άρθρο εκτινάσσει τις τιμές των εν λόγω συμβατικών καυσίμων και εν τέλει διαμορφώνει μια ασύμφορη τιμή της ηλεκτρικής κιλοβαττώρας για τον τελικό καταναλωτή. Το εν λόγω παραμύθι διδάσκει ότι αν φάει ο λύκος τα πρόβατα, δεν φταίει ο λύκος αλλά τα καημένα τα ζωντανά που εκθέτουν τον εαυτό τους στον θανάσιμο κίνδυνο. 

Πέρα από την τερατολογία και την ασυναρτησία του άρθρου (αυτό φαίνεται και στη σύνταξη) δεν υπάρχει καμία αναφορά σε πηγή, και βεβαίως καμία υπογραφή (υπάρχει το γνωστό άγνωστο team). Είναι κοινό μυστικό και προφανές ότι η αρθρογραφία αυτού του τύπου δεν σχετίζεται με κανένα team (σιγά μην κάθισαν και σκέφτηκαν και κατέληξαν συλλογικά τα όργανα και οι δημοσιογράφοι). Πρόκειται για άρθρα κατεθυνόμενα και «δοσμένα» παρά το ουδετερόφιλό τους προσωπείο, έναντι φυσικά ανταλλάγματος, το οποίο εμείς δεν θα μάθουμε ποτέ. Εκπορεύονται από ανώνυμα συμφέροντα των κλάδων τους οποίους υποψιαζόμαστε μεν, δεν τους προφέρουμε δε. Διότι βεβαίως εμπλέκουν όχι μόνο επιχειρηματικούς κύκλους, αλλά και συνδικαλιστικούς. Το ότι όλοι αυτοί οι κύκλοι, και οι πολιτικοί που τους υποστηρίζουν, δουλεύουν για την ...πράσινη ανάπτυξη και την αειφορία, είναι μέρος της συσκότισης η οποία δυστυχώς αποδίδει. Μέσω της επιχείρησης Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη.   

Όσο για την αλήθεια, βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα. Όπως τονίζει μάλιστα σε σχετική της ανακοίνωση η Ελληνική Επιστημονική Ένωση για την Αιολική Ενέργεια (ΕΛΕΤΑΕΝ), “αυτή την περίοδο τα νέα αιολικά πάρκα στην Ελλάδα παράγουν 3-4 φορές φθηνότερο ηλεκτρισμό σε σχέση με το σημερινό κόστος ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο και 2-3 φορές φθηνότερο συγκριτικά με τον λιγνίτη. Αν δεν υπήρχαν τα αιολικά πάρκα, οι συνέπειες της κρίσης θα ήταν πολύ επαχθέστερες για τους καταναλωτές”.

Τώρα, σε ότι αφορά τον καημένο τον καταναλωτή, αυτός δεν ξέρει ποιον στ’ αλήθεια να πιστέψει. Την αμήχανη κυβέρνηση που ορκίζεται ότι θα προστατέψει τις τιμές και εν ανάγκη θα τις επιδοτήσει, τον εν γένει φιλελευθερισμό που λέει “τί να κάνουμε, αυτά έχει η ελεύθερη αγορά”, εκείνους που είχαν προειδοποιήσει για τους κινδύνους της στρατηγικής  “όλα τα λεφτά στο φυσικό αέριο”, τον τέως υπουργό κ. Μανιάτη που ορκίζεται ότι η λύση είναι οι υδρογονάνθρακες του Ιονίου – οι οποίοι μάλιστα θα χρηματοδοτήσουν και το κράτος πρόνοιας (πρόταση την οποία ενστερνίσθηκε και το ΚΙΝΑΛ, τρομάρα του!), το ΚΚΕ που λέει ότι πρέπει να ξαναγυρίσουμε στον κρατικομονοπωλιακό σοσιαλισμό, ή τον κ. Βαρουφάκη ο οποίος προτείνει την “προγραμματική ρήξη” με τις πολιτικές της ΕΕ; 

Το ότι υπάρχει πρόβλημα σχετικά με το πως διαμορφώνεται η τιμή της ενέργειας, πέραν δηλαδή των φυσικών συντελεστών (κλίμα, αποθέματα, τεχνολογία ...)  είναι πέρα για πέρα αληθές. Είναι όμως μια συζήτηση που μένει κάτω απ΄ το χαλί. 

Αν κάποιος έχει το κουράγιο να το ψάξει ας ρίξει μια ματιά στο λογαριασμό του κι από κει να ερευνήσει για τον τρόπο με τον οποίο οι πάροχοι υπολογίζουν τις χρεώσεις. Η Τιμή Εκκαθάρισης της Αγοράς, είναι το πρώτο βήμα. Είναι η τιμή χονδρικής με την οποία αγοράζουν το ρεύμα οι πάροχοι. Η τιμή αυτή παρουσιάζει διακυμάνσεις με αποτέλεσμα να δημιουργεί ένα μη προβλέψιμο κόστος το οποίο ματακυλίεται 

κατά κανόνα στους καταναλωτές. Η χρέωση (ή πίστωση) αυτή προβλέπεται στις συμβάσεις που υπογράφουν οι πελάτες, αλλά δεν αναφέρεται πάντα στους δημοσιευμένους τιμοκαταλόγους των παρόχων. Συνεπώς, είναι καλό να γνωρίζουμε, ότι πέραν των ανταγωνιστικών χρεώσεων, είναι πιθανόν να εμφανισθεί στους λογαριασμούς μας και μια “ρήτρα προσαρμογής”, δηλαδή μια επιπλέον χρέωση (ή πίστωση) που πρέπει να συνυπολογίσουμε πριν αλλάξουμε πάροχο. Μια πρόσθετη δυσκολία είναι ότι  ο κάθε πάροχος δίνει διαφορετικό όνομα στην χρέωση αυτή και την τοποθετεί σε διαφορετικό σημείο στον λογαριασμό του. 

Είπαμε, θέλει κουράγιο !