Ο «αγώνας» ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, βραχυπρόθεσμα, έχει κριθεί πριν ξεκινήσει. Υπέρ του ψέματος.
Με μία εξαίρεση: την περίπτωση της «έλλογης αλήθειας» (rational truth), όπως ονομάζονται τα πορίσματα των λογικών συλλογισμών. Η οποία είναι απολύτως απρόσβλητη από το ψέμα, για δύο λόγους:
Διότι τα πορίσματα των λογικών συλλογισμών όχι μόνο περιέχονται ήδη στις προκείμενες («εν οις», γράφει ο Βορρέας στη Λογική[1]), οπότε φέρουν εντός τους και την επαλήθευσή τους, αλλά επιπλέον προκύπτουν πάντοτε από τις προκείμενες αναγκαστικά, δηλαδή με όρους λογικής αναγκαιότητας («εξ ανάγκης», κατά την αριστοτελική διατύπωση).
Τυπική περίπτωση «έλλογης αλήθειας», απρόσβλητης και από το πιο ευφάνταστο ψέμα, είναι τα μαθηματικά. Όπου 2+2 θα κάνει πάντοτε 4, όσα ψέματα και αν παρατεθούν.
Σε αντίθεση με την «έλλογη αλήθεια», η «γεγονική» ή «γεγονοτική» αλήθεια (factual truth) είναι απολύτως έκθετη στο ψέμα. Διότι ούτε «περιέχεται» σε κάποια προκείμενη (η αναγνώρισή της, αντίθετα, είναι ζήτημα ακόμη και ήθους), ούτε υπόκειται σε κάποια αναγκαιότητα, ούτε φέρει κάποια εσωτερική επαλήθευση αλλά, αντίθετα, υπόκειται στην απόλυτη ενδεχομενικότητα των γεγονότων. Και ευλόγως.
Διότι, σε αντίθεση με τον κόσμο της «έλλογης αλήθειας», στον οποίο όλα προκύπτουν με όρους «λογικής αναγκαιότητας», στον κόσμο των γεγονότων, το καθετί όσο είναι ενδεχόμενο να συμβεί άλλο τόσο είναι ενδεχόμενο και να μη συμβεί.
Που πάει να πει πως όλα τα γεγονότα θα μπορούσαν είτε να έχουν συμβεί, είτε να μην έχουν συμβεί, είτε να έχουν γίνει διαφορετικά.
Κατασκευάζοντας ψέματα
Αυτή ακριβώς η εγγενής ενδεχομενικότητα των γεγονότων παρέχει στον κατασκευαστή του ψέματος τη δυνατότητα να το διαμορφώνει με απεριόριστη πλαστικότητα και προσαρμοστικότητα.
Μια προσαρμοστικότητα η οποία επιτρέπει στον ψεύτη να κατασκευάζει το ψέμα που επιθυμεί το κοινό του, με συνέπεια να το κάνει πιο αληθοφανές και πιο αποδεκτό από τη γεγονική αλήθεια, η οποία, αντίθετα, έχει το μειονέκτημα να είναι απολύτως ανελαστική («ξεροκέφαλη» και «απροσάρμοστη» θα λέγαμε).
Αλλά η γεγονική αλήθεια μειονεκτεί απέναντι στο ψέμα και για έναν ακόμη λόγο: ως αυθεντικό προϊόν των ανθρώπινων πράξεων, είναι συχνά απροσδόκητη, όπως είναι οι ανθρώπινες πράξεις. Άρα –και γι’ αυτό το λόγο– είναι συχνά μη αληθοφανής, όσο το ψέμα.
Διότι το ψέμα, ως σχεδιασμένη κατασκευή, «απλοποιεί» τον κόσμο που προβάλλει για να τον κάνει αληθοφανή. Αλλά και «εύπεπτο».
Άλλωστε ο ψεύτης έχει ένα προσόν που τον καθιστά παντοδύναμο: ξέρει τι θέλει να ακούσει ο καταναλωτής του ψέματος και επινοεί το αναγκαίο γι’ αυτό ψεύδος, στα μέτρα του καταναλωτή.
Έτσι το «εσκεμμένο ψεύδος», εκτός από δόλιο και κακόβουλο, έχει όλα τα χαρακτηριστικά της «κοινοτοπίας του κακού».
Είναι δηλαδή απλό, ρηχό και αδιόρατο. Έτσι ώστε να μπορεί, σαν μύκητας, να απλωθεί στην επιφάνεια των πραγμάτων, για να εξαφανίσει από τον πραγματικό κόσμο ό,τι στοχοποιεί, προτού καν γίνει αντιληπτό.
Όμως, υποκαθιστώντας τα γεγονότα με την ψευδή τους παράσταση, καταστρέφει την αίσθηση προσανατολισμού στον πραγματικό κόσμο.
Που πάει να πει πως καταστρέφει τη βάση για την απόδοση δικαιοσύνης στον κόσμο, που είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση προσανατολισμού.
Το εσωτερικό όριο του ψεύδους
Όπως όμως δεν υπάρχει «τέλειο έγκλημα», δεδομένου ότι οι δράστες των εγκλημάτων συχνά υποπίπτουν ασυνείδητα στα πιο παιδαριώδη λάθη, τα οποία οδηγούν στη σύλληψή τους, με τον ίδιο τρόπο και για τους ίδιους λόγους δεν υπάρχει ούτε «τέλειο ψεύδος».
Αυτό συμβαίνει όταν το ψέμα παραβιάζει ένα όριο: τη «λογική των γεγονότων». Η παραβίαση της οποίας αποκαλύπτει το ψέμα.
Έτσι, σύμφωνα με τη «λογική των γεγονότων», η «γεγονική αλήθεια» είναι πάντοτε μία, όσες φορές και αν επαναληφθεί η περιγραφή της. Αντίθετα, όπως μας επισημαίνει η Χάννα Άρεντ[2], το ψέμα έχει απεριόριστες δυνατότητες. Δανειζόμενη μάλιστα την σκέψη του Μονταίνιου, θυμίζει:
Εάν το ψεύδος δεν είχε παρά μία μόνον όψη, σαν την αλήθεια, θα γνωρίζαμε καλύτερα πού βρισκόμαστε, μια και θα θεωρούσαμε βέβαιο το αντίθετο όσων μας λέει ο ψεύτης. Όμως το αντίστροφο της αλήθειας έχει χιλιάδες σχήματα κι απεριόριστο πεδίο.
Όμως η πραγματικότητα δεν μπορεί να εξαφανιστεί οριστικά από τον κόσμο. Διότι τα γεγονότα αυτεπιβεβαιώνονται με την επιμονή τους και η ευπάθειά τους συνδυάζεται παραδόξως με μια μεγάλη ανθεκτικότητα – το αμετάκλητο, που είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ανθρώπινης πράξης.[3]
Που πάει να πει πως τo ψέμα μπορεί να ακυρώνει τη γεγονική αλήθεια.
Μέχρι εκεί όμως: δεν μπορεί επ’ ουδενί να την εξαφανίσει οριστικά από τον κόσμο και κυρίως να την υποκαταστήσει. Γι’ αυτό η τελευταία, ως «ξεροκέφαλη», επανέρχεται με όλους τους τρόπους.
Έτσι, κάθε που επινοείται ένα ψέμα για να αντικαταστήσει την πραγματικότητα, αυτή αναδύεται απειλητικά. Πράγμα που επιβάλλει στον κατασκευαστή του οργανωμένου ψέματος να το αναπροσαρμόζει αενάως.
Οπότε οι παραστάσεις διαδοχικών εκδοχών του ψεύδους, στην προσπάθεια να αντικατασταθεί η γεγονική πραγματικότητα από τις εναλλακτικές επινοήσεις της μπορεί να παράγουν την έσχατη μορφή του «χαοτικού ψεύδους», που αποδιοργανώνει τον κόσμο.
Όμως αυτό είναι και η «αχίλλειος πτέρνα» τους. Διότι τους οδηγεί στην περιφρόνηση της «λογικής των γεγονότων». Πράγμα που τους επιτρέπει να παρουσιάζουν ότι συμβαίνουν ταυτόχρονα το «Α» και το μη «Α», ενώ βρίσκονται μεταξύ τους σε σχέση «αμοιβαίου αποκλεισμού».
Όπου πλέον το πρόβλημα δεν είναι ότι κυριαρχεί το ψέμα αλλά κάτι τρομακτικότερο: ότι επέρχεται η πλήρης κατάργηση της διαφοράς αλήθειας - ψέματος και στο τέλος ουδείς πιστεύει οτιδήποτε.
Τυπική περίπτωση «χαοτικού ψεύδους», που παραβιάζει τη «λογική των γεγονότων» και, ταυτόχρονα, επιφέρει στα μυαλά των ανθρώπων κατάργηση της διαφοράς αλήθειας - ψέματος, αποτελούν η σκηνοθεσία και οι οργανωμένες δημόσιες παραστάσεις της υπόθεσης των Τεμπών, εκ μέρους της αντιπολίτευσης.
Όπου στην επιχείρηση για την κατάκτηση του μυαλού των ανθρώπων, επινοήθηκαν και προβλήθηκαν στη θέση της πραγματικότητας τα πιο απίθανα ψέματα, σαν αποδεδειγμένες βεβαιότητες.
Τα οποία όμως, επειδή το ψέμα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πραγματικότητα στο διηνεκές, αφού αυτή δεν εξαφανίζεται από τον κόσμο και επιμένει να αναδύεται, αναμορφώνονται συνεχώς.
Σε σημείο ώστε να ανακατασκευάζεται το παρελθόν με την ενδεχομενικότητα του μέλλοντος. Με αποτέλεσμα να μη γνωρίζεις τι σου επιφυλάσσει το παρελθόν…
Είναι αυτό που οδήγησε τους κατασκευαστές όλων των ψευδών με τα οποία περιβλήθηκε το δυστύχημα των Τεμπών να εμφανίζουν ότι έχουν συμβεί ταυτόχρονα τα πάντα και τα αντίθετά τους.
Ότι προκάλεσαν την έκρηξη –αν υπήρξε έκρηξη– 25.000 λίτρα ξυλολίου που μεταφέρονταν στην εμπορική αμαξοστοιχία και ταυτόχρονα την ίδια έκρηξη να προκάλεσαν κάποιες νταμιζάνες με τσίπουρο που μετέφεραν οι μηχανοδηγοί στην επιβατική αμαξοστοιχία για ίδια χρήση ή καθαρό οινόπνευμα και τα πυρομαχικά που μετέφερε το ΝΑΤΟ στην εμπορική αμαξοστοιχία!
Ότι υπάρχει έκρηξη 25.000 λίτρων ξυλολίου και άγνωστης ποσότητας πυρομαχικών του ΝΑΤΟ, όπου τα υπολείμματα της καύσης θα εκτοξεύονταν σε όλη την περίμετρο –αυτό θα το εξηγήσει κάθε πρωτοετής φοιτητής της Φυσικής– αλλά εδώ έγινε θαύμα και εκτοξεύτηκαν μόνον στη μία πλευρά της γραμμής και μόνο σε ένα σημείο: εκεί όπου έγινε διαμόρφωση του εδάφους, για να δουλέψουν οι γερανοί.
Ενώ όλα αυτά ήταν αδύνατον να συμβούν. Ακόμη και μεμονωμένα, διότι θα υπήρχαν υπολείμματα.
Αυτήν ακριβώς τη «λογική των γεγονότων» –αλλά και της επιστήμης– περιφρόνησαν οι κατασκευαστές του «χαοτικού ψεύδους», το οποίο επινόησαν ως απάντηση στην πραγματικότητα.
Από εκεί πηγάζει και το μαζικό μίσος που ενσπείρουν εναντίον όποιου επιχειρεί να αφηγηθεί τη γεγονική ή επιστημονική αλήθεια.
Και γι’ αυτό μάς είχε προειδοποιήσει η Χάννα Άρεντ, όταν «αφηγήθηκε» τον κόσμο μας: «…η σύγχρονη ιστορία βρίθει περιστάσεων, στις οποίες αφηγητές της γεγονικής αλήθειας θεωρήθηκαν πιο επικίνδυνοι και πιο εχθρικοί, απ’ ό,τι οι πραγματικοί αντίπαλοι».[4]
[1] Θεόφιλος Βορρέας, Λογική, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, Εν Αθήναις 1972.
[2] Hannah Arendt, Κρίσεις της Δημοκρατίας, μετάφραση: Άννα Δαμιανίδη, Δημήτρης Ψυχογιός, Ελένη Κοτσυφού, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2020.
Πηγή: booksjournal.gr