Μπορείτε να με στείλετε στον θάλαμο αερίων, αλλά εγώ είμαι διάσημος. Κατάφερα σε μία μέρα ό,τι χρειάστηκε μια ζωή για τον Ρόμπερτ Κένεντι να καταφέρει». Με τη φράση αυτή του Σιρχάν Σιρχάν, του δολοφόνου του Ρόμπερτ Κένεντι, οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» φιλοξένησαν την Κυριακή ένα άρθρο για τη βιομηχανία της οργής. Την ευκολία δηλαδή με την οποία δημιουργούνται εφήμερες διασημότητες, αρκεί να είναι διατεθειμένοι να πουν εξωφρενικά πράγματα. Λίγα εικοσιτετράωρα νωρίτερα, ο Γιάνης Βαρουφάκης είχε απαντήσει στους επικριτές του με τη φράση του Ρούσβελτ: «Είναι ομόθυμοι στο μίσος τους για μένα κι εγώ καλοδέχομαι το μίσος τους».
Αν ξεπεράσουμε τα ιστορικά συμφραζόμενα -καμία σχέση μεταξύ Βαρουφάκη, Ρούσβελτ και Κένεντι-, οι δύο ρήσεις έχουν μια αναλογία. Γιατί βέβαια ο κ. Βαρουφάκης γνωρίζει πολύ καλά ότι το «μίσος» που θεωρεί ότι προκαλεί στους επικριτές του -οργή και απελπισία είναι πιο κατάλληλες λέξεις- αποτελεί το τίμημα της διασημότητάς του. Το έκανε συνειδητά, υπονόμευσε τη διαπραγματευτική ικανότητα του ίδιου και της χώρας για να προβάλει τον εαυτό του; Είναι έτσι ο χαρακτήρας του; Δεν έχει σημασία. Γιατί η βιομηχανία της οργής και του εξωφρενικού έχει εισβάλει για τα καλά στην πολιτική και την κοινωνική μας ζωή.
Τελευταίο κρούσμα το σόου της κ. Βαγενά στη Βουλή. Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κάποιο περιθωριακό άτομο. Ηθοποιός, θιασάρχης, επιχειρηματίας στον χώρο της εστίασης, θα μπορούσε να θεωρηθεί επιφανές μέλος του ελληνικού κατεστημένου. Ετσι, η εμφάνισή της στο βήμα με κασετόφωνο ήταν ανορθογραφία. Απολύτως συνειδητή ωστόσο. Γιατί βέβαια γνωρίζει πολύ καλά πως δεν είχε την παραμικρή πιθανότητα να διακριθεί με μια εμπεριστατωμένη, ψύχραιμη και εποικοδομητική ομιλία. Αρπαξε το κασετόφωνο λοιπόν και έκανε γύρα στους διαδρόμους της Βουλής κουνώντας απειλητικά το χέρι της γνωρίζοντας ότι έτσι θα κάνει γύρα και στα μέσα ενημέρωσης.
Ξεπέρασε τα όρια της ευπρέπειας; Ασφαλώς, όπως και πολλοί άλλοι όχι μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το πραγματικό πρόβλημα ωστόσο δεν είναι οι εξαιρέσεις, αλλά ο κανόνας. Δεν είναι οι λίγοι που είναι διατεθειμένοι να παριστάνουν τους κλόουν, αλλά ο πολιτικός μας λόγος, το επίπεδο της δημόσιας αντιπαράθεσης που, όπως όλοι γνωρίζουμε, όχι μόνο δεν επιτρέπει συναινέσεις, αλλά αντιθέτως συσκοτίζει και διχάζει. Ο κ. Π. Λαφαζάνης έδωσε το πιο πρόσφατο παράδειγμα μισαλλοδοξίας μιλώντας για «πέμπτη φάλαγγα». Εχουν ακουστεί πολλά ακραία στη Βουλή τα τελευταία χρόνια. Γερμανοτσολιάδες, μερκελιστές και άλλα. Δεν θυμάμαι ωστόσο κυβέρνηση να έχει μιλήσει με τέτοιον τρόπο για την αντιπολίτευση, τουλάχιστον μετά την επάνοδο της δημοκρατίας και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Για πρώτη φορά από τον καιρό της χούντας αποκτήσαμε εσωτερικό εχθρό. Με τον πιο επίσημο τρόπο, από το βήμα της Βουλής και από το στόμα υπουργού!
Δεν ήταν ο μόνος. Ο κ. Βούτσης υποστήριξε ανάλογες θέσεις για να ανακαλέσει, μόλις τον προκάλεσε η κ. Μπακογιάννη. Ο ίδιος όμως είχε απειλήσει ότι η κυβέρνηση θα κόψει «από τη ρίζα» το χέρι της αντιπολίτευσης που τη συνδέει με τα μνημονιακά ΜΜΕ και της επιτρέπει να «κατασυκοφαντεί» την κυβέρνηση. Ο κ. Φίλης εξάλλου υιοθετώντας μια πιο λενινιστική προσέγγιση, είπε ότι «έχουμε την κυβέρνηση, όχι την εξουσία», υπονοώντας βέβαια καθεστωτικού τύπου αλλαγές. Ο πόλεμος με τον εσωτερικό εχθρό καλά κρατεί. Και όχι μόνο.
Τις πρώτες ημέρες της νέας κυβέρνησης στον ΣΥΡΙΖΑ αρέσκονταν σε μεγαλοστομίες ότι θα αλλάξει την Ευρώπη. Παραδόξως μπορεί και να το έκανε: οι Podemos στην Ισπανία από διεκδικητές της κυβέρνησης καταποντίστηκαν στην τέταρτη θέση και σε αυτό συνέβαλε ενδεχομένως η στενή κολεγιά με τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αλήθεια βέβαια ότι γενικότερα στην Ευρώπη το κύμα του λαϊκισμού και του ακραίου εθνικισμού είναι μάλλον σε υποχώρηση. Από την Ισπανία και την Ιταλία έως τη Γαλλία και τις χώρες του Βορρά τα κόμματα των άκρων είτε απέτυχαν να κερδίσουν την εξουσία είτε αμβλύνουν τις θέσεις τους επιδιώκοντας αξιόπιστες κυβερνητικές συμμαχίες. «Τα πάντα γύρω μας δεν καταρρέουν. Το Κέντρο αντέχει», έγραφε χαρακτηριστικά σχολιαστής αντιστρέφοντας τους στίχους του Γέιτς.
Παντού με εξαίρεση την Ελλάδα; Είναι νωρίς να το πούμε. Αλλωστε εκκρεμεί και το εσωκομματικό ξεκαθάρισμα στον ΣΥΡΙΖΑ. Μην έχουμε καμιά αμφιβολία, ωστόσο, ότι από την έκβαση των διαπραγματεύσεων με την Ευρώπη κρίνονται πολύ περισσότερα από μια ενδεχόμενη χρεοκοπία. Η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ευρωζώνη, ακριβώς όπως προέβλεψαν οι αρχιτέκτονες της συμμετοχής μας, αποτελεί μια από τις λίγες ισχυρές άγκυρες της δημοκρατίας που μας έχουν απομείνει.