Η κίνηση των 58, αν μη τι άλλο άνοιξε μια πόρτα… Μια πόρτα για το μέλλον της κεντροαριστεράς στη χώρα μας, μέσω της ανασυγκρότησής της. Μέχρι τώρα ξέραμε το πότε, ξέραμε το γιατί, γνωρίζαμε περίπου το με ποιους, αλλά δεν ξέραμε το πώς! Όχι ότι τώρα το μάθαμε, δηλαδή, αλλά με την κίνηση αυτή δίνεται μια ευκαιρία να διερευνηθεί αυτή η προοπτική στην πράξη, να πιάσουν οι ενδιαφερόμενοι το νήμα από κάπου, με συμφωνίες και διαφωνίες, με ενστάσεις και με αποδοχές στα πρόσωπα και στα κείμενα, όμως με απόφαση να προχωρήσουν και κάπου να καταλήξουν!
Μια πόρτα που ο Φώτης Κουβέλης βιάστηκε να κλείσει, χτυπώντας την με θυμό, δύναμη και σχετική απρέπεια θα έλεγα, στα μούτρα αυτών που την άνοιξαν, αλλά και στο ΠΑΣΟΚ και την ηγεσία του! Υπάρχουν πολλά ανοιχτά θέματα, για την ακρίβεια, όλα είναι ανοικτά και όλα θα εξαρτηθούν από τις κινήσεις τις επόμενες ημέρες σχετικά με αυτή την πρωτοβουλία.
Όμως η στάση Κουβέλη, θέτει εκ των πραγμάτων όρια στο εύρος αυτού του εγχειρήματος, τουλάχιστον στη παρούσα φάση και αντί να προσθέτει στις δυνατότητες ανασυγκρότησης του χώρου, αφαιρεί και δημιουργεί διχασμό, ανταγωνισμό και αποσυσπείρωση. Γιατί, καλά, μπορεί να έχει κανείς επιφυλάξεις πολλές και διάφορες, αλλά είναι δυνατόν να λέει με αυτόν τον προσβλητικό για μια ολόκληρη παράταξη τρόπο, ότι αποκλείει αυτός(!) το ΠΑΣΟΚ από την ανασυγκρότηση του χώρου και να διακηρύσσει έμμεσα, πλην σαφώς, το κατά Κουβέλη «Carthago delenda est» ( η Καρχηδών πρέπει να καταστραφεί – όπου Καρχηδών βλέπε ΠΑΣΟΚ). Και πως προϋπόθεση συμμετοχής σε οποιονδήποτε τρίτο, κατά την αντίληψη της ηγεσίας της ΔΗΜΑΡ, πόλο, είναι η αποκήρυξη της κυβερνητικής πολιτικής;
Από την επόμενη των εκλογών του Ιουνίου του 2012, ο Φώτης Κουβέλης προέβαλε μια θεωρία που πολύ λίγο μπορούσε να σταθεί σε βάθος χρόνου. Ότι η συμμέτοχη του δηλαδή στο κυβερνητικό σχήμα, έχει «αριστερό χαρακτήρα» και κατά κάποιο τρόπο εγγυάται ότι δεν θα πληγούν υπερβολικά τα λαϊκά στρώματα. Και για να έχει και μια λογική επιχειρηματολογία επ? αυτού, λανσάρισε τότε την πατέντα των «ισοδύναμων μέτρων». Ήταν ένα είδος στρουθοκαμηλισμού, που τον εμπόδισε να κινηθεί ταχύτερα στο δρόμο που χάραζε όταν μπήκε στην κυβέρνηση Σαμαρά. Αυτή η θεωρία παραγνώριζε ότι εκείνη η συγκεκριμένη κυβέρνηση συγκροτήθηκε ακριβώς για να πάρει αυτά τα μέτρα, ως προϋπόθεση να κρατηθεί στη ζωή η χώρα. Αν δεν ήταν έτσι, γιατί να μπλέξει τότε με τον Σαμαρά, τον Βορίδη και τα άλλα τα παιδιά; Ο φόβος όμως των διαρροών προς ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε γρήγορα σε ένα επικίνδυνο για την κυβερνητική σταθερότητα γαϊτανάκι. Η ΔΗΜΑΡ έκανε συνεχώς πως δεν αντιλαμβάνεται τους λόγους της συμμετοχής της στη συγκεκριμένη κυβέρνηση. Και όταν πριν από έναν χρόνο, με το τρίμηνο θρίλερ με την τρόικα, πλησίασε η ώρα της κρίσης, προσπάθησε απεγνωσμένα να δώσει ένα μήνυμα «συνέπειας», καταψηφίζοντας τα εργασιακά του τελευταίου Μνημονίου – προφανώς έχοντας την βεβαιότητα ότι δεν θα πέσει η κυβέρνηση. Είναι παράλογο να σκεφθεί κανείς ότι ο Κουβέλης θα έριχνε τότε τον Σαμαρά και θα επωμιζόταν τις συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης. Το μνημόνιο Νο2 πέρασε μαζί με τα νέα επώδυνα μέτρα που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα και το μόνο που έμεινε μετά ήταν η μετατροπή της ΔΗΜΑΡ σε έναν παράγοντα κυβερνητικής αστάθειας. Η συμμετοχή της από εκεί και πέρα ήταν θολή και υπέκυπτε σε συνεχείς απρόβλεπτους παράγοντες. Μέχρι που ήρθε η απερίσκεπτη απόφαση Σαμαρά για το αιφνιδιαστικό κλείσιμο της ΕΡΤ και η αφορμή για τον Κουβέλη να σπάσει την κυβερνητική συνεργασία και να εξέλθει της κυβερνήσεως! Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι είναι δυνατόν να έφυγε η ΔΗΜΑΡ μόνο και κυρίως για το θέμα της ΕΡΤ, όταν μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε συμμετάσχει σε ένα σωρό πολύ επώδυνες αποφάσεις, με το αιτιολογικό της συμμετοχής μέχρι τότε «στη σωτηρία της χώρας»; Το Μνημόνιο υπήρξε δυστυχώς ένας εφιάλτης, μια κακή πραγματικότητα που όμως κανείς δεν θα μπορούσε να το καταργήσει, χωρίς να οδηγηθεί στην αυτοκτονία. Αν η ΔΗΜΑΡ είχε αποδεχτεί με σαφήνεια, χωρίς αναστολές και μικροϋπολογισμούς, αυτή τη θέση και είχε μια συνεπή και σταθερή στάση, θα μπορούσε να αναδειχτεί ενδεχομένως στην αριστερή δύναμη που θα πρωταγωνιστούσε με ηγεμονικό τρόπο στα πράγματα στη μετά – μνημόνιο εποχή, για να δώσει και στην αριστερή αντίληψη για το μέλλον, ιστορικό βάθος και προοπτική. Αν ο Κουβέλης είχε ενστερνιστεί ότι το μέλλον της Ελλάδας δεν κρίνεται στη διατήρηση του επιδόματος γάμου, του χρόνου προειδοποίησης για τις απολύσεις και στην διάσωση μιας ούτως ή άλλως εξαιρετικά προβληματικής ΕΡΤ, θα είχε προσφέρει περισσότερα από όσα μπορεί και ο ίδιος να φανταζόταν όταν ξεκίνησε η συνεργασία του με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Και αν είχε εκλάβει το Μνημόνιο ως τούνελ που δεν έχει δρόμο επιστροφής, θα μπορούσε ίσως να ορίσει αυτός την ατζέντα της κεντροαριστεράς όταν η χώρα βγει από το τούνελ. Αφού φυσικά και ο ίδιος θα είχε συμβάλλει στο να βγει. Αυτό θα έπρεπε να είναι το στοίχημά του. Όχι να έχει ως κύριο μέλημα πώς θα μαζέψει κοντά του κανέναν Καστανίδη και κανένα Λοβέρδο, στην προσπάθειά του να ανταγωνισθεί με κάθε τρόπο το ΠΑΣΟΚ. Ούτε φυσικά να εμπλέκεται συνεχώς σε προσωπικό ανταγωνισμό με τον Βενιζέλο και τον Τσίπρα.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος αυτή τη στιγμή να βαδίσουν οι πολιτικές δυνάμεις της Κεντροααριστεράς, που να είναι χρήσιμος για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία και ταυτόχρονα σωτήριος και με προοπτική για τις ίδιες, πέρα από την συνολική και από κοινού ανασυγκρότησή τους σε έναν αξιόπιστο πολυκομματικό Σοσιαλδημοκρατικό Συνασπισμό. Όλοι οι άλλοι δρόμοι, οδηγούν στη σταδιακή απαξίωση και τελικά στην πολιτική καταστροφή τους. Όσοι το καταλαβαίνουν, καλώς να προχωρήσουν, οι άλλοι θα γίνουν απλώς μοιραίοι.