«Δεν θα αφήσουμε την οικονομία της Ιρλανδίας να γίνει οικονομικό πείραμα για τα γεράκια της λιτότητας». Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ιρλανδίας, Ίμον Γκίλμορ, βρήκε στις αρχές Σεπτεμβρίου έναν τρόπο για να πει ότι οι περικοπές και οι αυξήσεις φόρων ύψους 3,1 δισ. ευρώ που απαιτούν οι διεθνείς πιστωτές από τη χώρα του για το επόμενο έτος πρέπει πρέπει να μετριαστούν.
Αλλωστε, τι ηγέτης των Εργατικών θα ήταν, αν δεν έλεγε κάτι ανάλογο; Το μικρό κόμμα του, που μετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, βλέπει ότι ακόμη και αυτή η τόσο ανεκτική και υπάκουη ιρλανδική κοινωνία δεν αντέχει άλλη σκληρή λιτότητα, παρόλο που η εποχή του μνημονίου, τυπικά, τελειώνει.
Προηγήθηκαν πέντε χρόνια αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας στη διάρκεια των οποίων εφαρμόστηκαν μέτρα ύψους 28 δισ. ευρώ. Το Δεκέμβριο λήγει το πρόγραμμα στήριξης των 67,5 δισ. ευρώ και από παντού έρχεται το μήνυμα ότι η Ιρλανδία μπορεί να βγει στις αγορές και να μη χρειαστεί νέο “πακέτο”. Τους συμβαίνει, δηλαδή, ό,τι θέλουμε να μας συμβεί.
Οπως γράφουν οι Financial Times, οι σχέσεις ανάμεσα στο Δουβλίνο και τους διεθνείς πιστωτές επιδεινώθηκαν στη διάρκεια του καλοκαιριού με επίκεντρο τον προϋπολογισμό του 2014. Η Ιρλανδία επανήλθε σε ύφεση το πρώτο τρίμηνο του 2013 και το ΔΝΤ άρχισε να πιέζει για περισσότερη προσαρμογή. Πόση πια; Οι Ιρλανδοί είναι οι καλύτερες μαθητές στο ευρωπαϊκό σχολείο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και παρόλα αυτά βρίσκονται συνεχώς μπροστά σε νέα δύσκολα διαγωνίσματα.
Η ιρλανδική κυβέρνηση θέλει να τελειώνει πια με το μηχανισμό στήριξης και ζητά πρόσβαση στο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ, προκειμένου να γίνει η πρώτη από τις πέντε υπό διάσωση χώρες της Ευρωζώνης που θα επιστρέψει επιτυχώς στις αγορές. Το ευτύχημα είναι ότι τώρα θέλει και η Γερμανία μια έμπρακτη επιτυχία, προκειμένου να αποδειχθεί ότι η συνταγή δεν ήταν λάθος. Και γι αυτό, χρειάζεται επειγόντως ένα ζωντανό παράδειμα. Χρειάζεται την Ιρλανδία.
Αρκούν όλα αυτά για να τελειώσει το ιρλανδικό δράμα που ακολούθησε το παγκοσμίου φήμης ιρλανδικό θαύμα; Πρόσφατα το Δουβλίνο αποφάσισε τη διεξαγωγή κοινοβουλευτικής έρευνας για την κατάρρευση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και μάλιστα προαναγγέλθηκε ότι θα ζητηθεί από τον Ζαν Κλοντ Τρισέ να καταθέσει ως επικεφαλής της ΕΚΤ την επίμαχη περίοδο. Παρόλο που υπάρχει κοινωνική ησυχία, πρέπει να ειπωθεί μια ιστορία στο λαό για να πειστεί ότι όλα όσα έγιναν έχουν νόημα και κάποια δικαιοσύνη.
Γεγονός είναι ότι μέσα στο 2013, η Ιρλανδία θα γίνει η πρώτη χώρα της ευρωζώνης που θα σπάσει τα δεσμά της Τρόικας. Η ανεργία έπεσε στο 13,5% και το πρώτο εξάμηνο του 2013 η απασχόληση αυξάνεται σημαντικά, έρχονται επενδύσεις, δημιουργούνται θέσεις απασχόλησης. Αλλά το 2006 η ανεργία ήταν μόλις 4% και το 2012 ξεπέρασε το 15%. Τι μεσολάβησε; Μα η κατάρρευση των τραπεζών, οι οποίες εθνικοποιήθηκαν στη χώρα που μέχρι τότε ξόρκιζε τον κρατικό παρεμβατισμό στο όνομα της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης ελευθερίας της αγοράς.
Εκείνο κι αν ήταν success story. Μέχρι το 2001 ο “Κέλτικος Τίγης” ήταν το αγαπημένο παράδειγμα των φιλελεύθερων ολόκληρου κόσμου. Χάρη στη χαμηλή φορολόγηση των εταιρειών και την ευελιξία των εργασιακών σχέσεων η χώρα είχε γίνει παράδεισος των αμερικάνικων πολυεθνικών υψηλής τεχνολογίας. Οι ρυθμοί ανάπτυξης έφταναν ως και το 8%! Αλλά μετά ήρθε η ύφεση της αμερικανικής οικονομίας, άμεσα συνδεδεμένη πλέον με την ιρλανδική, και ο προσανατολισμός άλλαξε: Τράπεζες και κατασκευαστική βιομηχανία έφτιαξαν έναν νέο κύκλο παραγωγής και πλούτου που έκλεισε σαν φούσκα μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers.
Η διάσωση των τραπεζών έγινε με χρήματα των Ιρλανδών φορολογουμένων που σήκωσαν, αγόγγυστα, το βάρος της πτώσης του βιοτικού τους επιπέδου, της ύφεσης, της κατάργησης εργασιακών δικαιωμάτων, της αποδυνάμωσης του κοινωνικού κράτους. Υπέστησαν σκληρή λιτότητα, ενώ και πριν από το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων και των τραπεζών ακολουθούσαν συνταγές δημοσιονομικής εξυγίανσης και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Για μια ακόμη φορά, η Ιρλανδία που προετοιμάζεται για έξοδο στις αγορές, είναι το αγαπημένο παράδειγμα των Φιλελεύθερων. Είναι το σημείο αναφοράς για όποιον θέλει να πείσει ότι οι περιοριστικές πολιτικές τελικά αποδίδουν και ότι οι συζητήσεις για τραπεζική ενοποίηση και αμοιβαιοποίηση του χρέους στην ευρωζώνη είναι χρήσιμες αλλά δεν αποτελούν εναλλακτικό δρόμο. Με άλλα λόγια, λιτότητα ad infinitum γιατί, να, που η Ιρλανδία τα καταφέρνει.
Σε ένα άρθρο του στους New York Times o Πολ Κρούγκμαν είχε διαλέξει τον καταπληκτικό τίτλο «Η Ιρλανδία ανακάμπτει, και ανακάμπτει, και ανακάμπτει».
Οι Ιρλανδοί δεν έφταιγαν καθόλου που κατέρρευσε η οικονομία τους αλλά πλήρωσαν σαν να φταίνε και, φυσικά, δεν έχει τελειώσει ακόμη γι αυτούς η περιπέτεια, παρόλο που όλοι τους χειροκροτούν για τις επιδόσεις τους.
Τα όρια της οικονομικής θεωρίας και της μεταφυσικής έχουν πια μπερδευτεί πάρα πολύ, αν δει κανείς μέχρι πού φτάνει η εκλογίκευση της ματαιότητας. Κάτι που δεν άλλαξε από τις μέρες του Κέυνς, ότι “μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί”.