Το Ιμαρέτ και η Σοσιαλδημοκρατία

Γιώργος Σιακαντάρης 03 Απρ 2017

Η Δημοκρατική Συμπαράταξη ανακοίνωσε πριν από λίγες ημέρες ότι προχωρεί στη διοργάνωση Συνεδρίου. Ταυτοχρόνως δεσμεύτηκε για τη λειτουργία μιας ομάδας που θα επεξεργαστεί το πρόγραμμα «Ελλάδα», ως σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση, την ανάπτυξη, την απασχόληση και τις αναγκαίες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Ενα πρόγραμμα που δεν πρέπει να γίνει αντιληπτό ως συμπλήρωμα των ΠΕΠ ή ως μετατροπή της ΔΗΣΥ σε γραφείο μελετών, αλλά ένα πρόγραμμα που θα έχει ως στόχο, μέσα από την παράθεση «καλών παραδειγμάτων», να αναδειχθεί ο τρόπος με τον οποίο το κράτος, ως εκφραστής του Γενικού Συμφέροντος, οφείλει να συντονίζει τη δράση του με την επιχειρηματικότητα, τις Περιφέρειες, με τους πολίτες. Τι θα μπορούσαν να σημαίνουν πρακτικά όλα αυτά;

Ξεκινώ με το τελευταίο. Με τους πολίτες. Κάθε λίγο και λιγάκι στα μέσα σταθερής τροχιάς έχουμε στάσεις εργασίας ή και ολοήμερες απεργίες. Αλλά σιγά το κακό. Το «Κίνημα» να είναι καλά, όπως είπε και ο Πρόεδρος της Βουλής, και όλοι οι άλλοι ας πάνε με ταξί. Εξάλλου, ποιος πλήττεται από αυτές τις ενέργειες του «Κινήματος»; Μα φυσικά η αστική τάξη και το κεφάλαιο. Ειδικά τα πρωινά που οι εφοπλιστές και οι βιομήχανοι αγωνιούν να πάνε να χτυπήσουν κάρτα, οι απεργίες τούς κόβουν τα πόδια. Οι απλοί εργαζόμενοι δεν έχουν πρόβλημα γιατί, όπως έλεγαν στην παλιά Σοβιετική Ενωση, κυκλοφορούν διά των αντιπροσώπων τους. Ενα σοσιαλδημοκρατικό κράτος θα έθετε ως προτεραιότητά του το συμφέρον των ωφελούμενων πολιτών-επιβατών και όχι του «Κινήματος». Θα έκανε δηλαδή «δύσκολη τη ζωή» όλων όσοι αδιαφορούν για τη ζωή των πολιτών.
Ενα σοσιαλδημοκρατικό πολιτικό κόμμα, αντί για ένα νεοφιλελεύθερο δίχτυ ασφαλείας (επιδόματα και κουπόνια αντί υπηρεσίες) ή ένα κράτος-βιομήχανο προκρίνει ένα κράτος παροχής υπηρεσιών. Ενα κράτος εκφραστή του δημόσιου συμφέροντος και όχι των συντεχνιών ή της απολιτικής «μπουρδολογίας» περί κράτους «του γενικού πλαισίου».
Ενα «καλό παράδειγμα» από την οιονεί σοσιαλδημοκρατική Φινλανδία. Με τη σκόνη που κάνει την εμφάνισή της στη χώρα την άνοιξη, αφού λιώσουν τα χιόνια, προκαλούνται αλλεργίες, ασθένειες σε μεγάλη μερίδα των κατοίκων, αλλά και δυσκολίες στην κίνηση των οχημάτων. Τότε παρεμβαίνουν οι δήμοι σε συνεργασία με άλλες δημόσιες υπηρεσίες και ιδιωτικές επιχειρήσεις. Χρησιμοποιώντας ένα μείγμα αλατιού, χαλικιών, γύρης και κομματιών ασφάλτου «αμολιόνται» να στρώσουν με αυτό τους δρόμους. Ετσι, υπάρχουν πολύ λιγότερα τροχαία δυστυχήματα, ασθένειες και απουσίες από την εργασία. Τα αποτελέσματα τόσο για την υγεία όσο και για την οικονομία και την εργασία είναι πολλαπλασιαστικά.
Δυο δικά μας τώρα παραδείγματα, προς την αντίληψη συνεργασίας δημοτικών αρχών και επιχειρηματικότητας. Ο δήμαρχος Ελευσίνας Γιώργος Τσουκαλάς συνεργάστηκε με άψογο τρόπο με την ιδιωτική πρωτοβουλία για να ανακηρυχθεί η πόλη του «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης». Ενώ ο Δήμος Καβάλας συνεργάζεται με ένα μεγάλο ταξιδιωτικό γραφείο προσκυνητών της Βαυαρίας, το οποίο έβαλε στο πρόγραμμά του τους καταπληκτικούς Φιλίππους. Να τι σημαίνει συνεργασία δήμων και επιχειρηματικότητας. Θα μείνω όμως στην Καβάλα για να αναφερθώ σε μια ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία «επιχείρησε» αυτό που θα μπορούσε να κάνει ένα σοσιαλδημοκρατικό κράτος. Αν είχαμε τέτοιο.
Το 1817 στην Οθωμανική Καβάλα χτίστηκε από τον Μοχάμετ Αλι της Αιγύπτου το γνωστό μέχρι και σήμερα ως Ιμαρέτ, ένα θρησκευτικό και εκπαιδευτικό κέντρο. Στις αρχές του 20ού αιώνα μετατράπηκε σε πτωχοκομείο για «τα ασθενή» κοινωνικά στρώματα, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Εξάλλου Ιμαρέτ σημαίνει «κουζίνα για σούπα». Το 1954 ανακηρύχθηκε από την ελληνική πολιτεία  ιστορικό, διατηρητέο μνημείο. Εκτοτε αφέθηκε να έχει την τύχη όλων των κτιρίων που έχουν μείνει χωρίς ιδιοκτήτη. Μέχρι και ταβέρνα έγινε. Το 2003 είχε καταντήσει ερειπιώνας. Μέχρι που πέρασε τότε στα χέρια της εταιρείας Ιμαρέτ ΑΕ, της οικογένειας Μισσιριάν, και ιδιαίτερα της δραστήριας Αννας Μισσιριάν. Από τη στιγμή που η εκμετάλλευση πέρασε στα χέρια της, μέσα σε δύο χρόνια, μετατράπηκε σε ξενοδοχείο, αλλά και σε πνευματικό και εκπαιδευτικό κέντρο, όπως και ήταν στην ιστορία του. Τον Οκτώβριο του 2014 διεξήχθη εκεί το πρώτο Διεθνές Συνέδριο για τους ισλαμικούς κήπους. Ενα συνέδριο για την επίδραση που είχαν στον δυτικό πολιτισμό τα μουσουλμανικά επιτεύγματα, ένα συνέδριο συνεργασίας και όχι πολέμου των πολιτισμών.
Βεβαίως δεν έλειψαν οι φωνές του «Κινήματος», το οποίο διαμαρτυρόταν για την «εκμετάλλευση» του Ιμαρέτ από εκείνους τους ιδιώτες που επένδυσαν για να πάψει να είναι ερείπιο. Αν υπήρχε όμως έστω και μια υποτυπώδης σοσιαλδημοκρατική αντίληψη στη χώρα μας, θα είχε αναλάβει το Δημόσιο τη συνεννόηση με τις αιγυπτιακές αρχές, στις οποίες ανήκε το ακίνητο, και από κοινού με την ιδιωτική πρωτοβουλία θα προχωρούσε στην ανακαίνιση του κτιρίου, έτσι ώστε τα κόστη να μειωθούν, η διαμονή εκεί να είναι φθηνότερη και το Δημόσιο να έχει οικονομικό όφελος.
Αλλά τι να περιμένεις κανείς, σε μια χώρα όπου όποιος μιλάει για Σοσιαλδημοκρατία εννοεί μόνο το γαλλικό Επινέ των τακτικισμών και αδιαφορεί για το γερμανικό Μπαντ Γκόντεσμπεργκ. Στο πρώτο ο «σοσιαλιστικός ρεφορμισμός» συνδυαζόταν με μια κατά μέτωπο επίθεση στο χρήμα και αντιεπιχειρηματικές κορόνες, ενώ στο δεύτερο η «ρεφορμιστική» απόρριψη των κρατικοποιήσεων συνδυάστηκε με την ανάδειξη της μεγάλης σημασία της συνεργασίας των δημόσιων υπηρεσιών με την ιδιωτική πρωτοβουλία. Εκεί αποφασίστηκε ότι το Δημόσιο πρέπει να δημιουργεί προϋποθέσεις επενδύσεων, να ενθαρρύνει την υγιή επιχειρηματικότητα και να διασφαλίζει στρατηγικού τύπου δημόσιες επιλογές.