Άρχισαν το απογευματινά χειρουργεία στο ΕΣΥ. Κατατέθηκε και το νομοσχέδιο που επιτρέπει στους γιατρούς του ΕΣΥ (όλους τους γιατρούς!) να μπορούν να ασκούν την ιδιωτική ιατρική εκτός ΕΣΥ. Το θετικό σημείο είναι ότι εγκαταλείπεται η ρύθμιση του νόμου της κ Γκάγκα για εργασία στον ιδιωτικό τομέα 2 ημερών την εβδομάδα, και προκρίνεται η λύση για απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα κάθε ημέρα εκτός ωραρίου και υποχρεώσεων στο ΕΣΥ. Η λύση της κ Γκάγκα οδηγούσε σε εβδομάδα τριών ημερών στο ΕΣΥ! Δηλαδή μία κλινική στην οποία υπηρετούν 10 γιατροί θα αναγκάζονταν να λειτουργεί με 6 γιατρούς καθημερινά, διότι οι υπόλοιποι γιατροί νομίμως θα ασκούσαν την ιατρική εκτός ΕΣΥ (απασχολούμενοι ή όχι).
Η νέα πρόταση οδηγεί σε κυνήγι ωραρίου, και της παρουσίας των γιατρών στο ΕΣΥ, η οποία όμως δεν διασφαλίζεται. (το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και οι χώρες που επιτρέπουν στους γιατρούς του ΕΣΥ την απασχόληση εκτός ΕΣΥ) Παράδειγμα: δεν υπάρχει η ρύθμιση -που υπάρχει σε άλλες χώρες,- ότι ο γιατρός που το απόγευμα απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα και αναγκάζεται πχ μετά από επιπλοκή να ξαναβάλει τον ασθενή στο χειρουργείο ή/και να τον επισκεφθεί το επόμενο πρωί, ο χρόνος αυτός να αφαιρείται από τον χρόνο της ιδιωτικής άσκησης της ιατρικής και να τον αναπληρώνει στο ΕΣΥ το απόγευμα. (ισχύει και για τις άλλες πρωινές ιδιωτικές δραστηριότητες των γιατρών).
Αξιοσημείωτο είναι ότι εδώ και σχεδόν 3 μήνες που ανέλαβε ο νέος Υπουργός, το Υπουργείο ασχολείται αποκλειστικά με τα απογευματινά χειρουργεία και την ιδιωτική άσκηση της ιατρικής από τους γιατρούς του ΕΣΥ, ενώ όλες οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις και οι στρατηγικοί στόχοι για την αναβάθμιση του ΕΣΥ που είχε δρομολογήσει ο προηγούμενος Υπουργός έχουν ξεχαστεί. Ο νέος Υπουργός που παρά το γεγονός ότι είχε υποσχεθεί εδώ και καιρό ότι θα ξεδίπλωνε το σχέδιο του για την αναβάθμιση του ΕΣΥ ακόμη δεν μας έχει ενημερώσει ποιο είναι το όραμα του, τι θέλει να κάνει, πως θα το κάνει, ποιους στόχους θέλει να πετύχει.
Το ζήτημα της ιδιωτικής άσκησης της ιατρικής από γιατρούς του ΕΣΥ, απασχολεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια την ιατρική κοινότητα. Δεν απασχολεί μόνο την Ελλάδα, αλλά όλες οι ανεπτυγμένες χώρες αντιμετωπίζουν την ίδια κατάσταση και έχουν προχωρήσει σε λύσεις σύμφωνες με τα δικά τους δεδομένα. (OECED Oct 2018 “Assessing private practice in public hospitals”). Οι συγγραφείς της μελέτης δεν καταλήγουν ποια λύση είναι η καλύτερη, αλλά είναι γεγονός ότι όλες οι χώρες επιτρέπουν την άσκηση της ιδιωτικής ιατρικής, εντός, είτε σπανιότερα εκτός του ΕΣΥ αλλά με περιορισμούς. Στην Ελλάδα, επικαλούνται την προσπάθεια του υπουργού κ Α. Παπαδόπουλου να νομοθετήσει τα απογευματινά χειρουργεία, αλλά αγνοείται το γεγονός ότι δεν υπήρχε ρύθμιση για την άσκηση ιδιωτικού επαγγέλματος των γιατρών του ΕΣΥ, εκτός ΕΣΥ. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά.
Δυστυχώς, για μία ακόμη φορά στην Ελλάδα, ψηφίστηκαν - και θα ψηφιστούν- οι διατάξεις, δίχως καμία σοβαρή ανάλυση της κατάστασης, και δίχως να ληφθούν υπόψιν οι συνέπειες που θα επιφέρει η εφαρμογή τους. Δεν αναζητήθηκε αν υπάρχει και κάποια άλλη καλύτερη λύση. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στο τι επίπτωση θα έχει η εφαρμογή τους στην λειτουργία, στην φήμη και στο μέλλον του ΕΣΥ, αν είναι προς όφελος ή όχι του ΕΣΥ και των ασθενών. Δεν υπάρχει αναφορά αν οι ρυθμίσεις θα βελτιώσουν (και πως) την ποιότητα των υπηρεσιών και τις εμπειρίες των ασθενών που είναι το μεγάλο ζητούμενο. Αν θα αυξήσουν την απασχόληση στο ΕΣΥ, αν θα συμβάλουν στην ανάπτυξη του προσωπικού του. Και βέβαια αγνοείται μία βασική επιχειρησιακή αρχή: ποτέ δεν κάνεις outsourcing τα στρατηγικά σου ατού. (τους γιατρούς σου)
Ειδικότερα, δεν μελετήθηκε η μεταβολή της συμπεριφοράς κυρίως των γιατρών που θα ασκούν ιδιωτικό επάγγελμα. Ούτε το πως η αλλαγή της συμπεριφοράς των γιατρών επηρεάζει και τις αλλαγές στις συμπεριφορές του υπόλοιπου προσωπικού, αλλά και των ασθενών. Τα απογευματινά χειρουργεία αφορούν αρκετές εκατοντάδες γιατρούς – από τις 9.700 μόνιμους γιατρούς και 1800 επικουρικούς, και 8.000 ειδικευόμενους που υπηρετούν(2022)- οι οποίοι θα βελτιώσουν τις απολαβές τους. Θα επιβαρύνουν όμως σχεδόν το σύνολο των υπολοίπων γιατρών που δεν θα έχουν κανένα όφελος. Ούτε ο καρδιολόγος, ούτε ο εργαστηριακός γιατρός, ούτε οι άλλες ειδικότητες που θα χρειαστούν να συνδράμουν στην νοσηλεία των ιδιωτικών ασθενών (που πιθανόν να πάσχουν και από άλλα νοσήματα) θα έχουν όφελος. Το ίδιο και το υπόλοιπο προσωπικό. Δημιουργείται προσωπικό δύο ταχυτήτων. Σε πολύπλοκα συστήματα, όπως το ΕΣΥ, οι συμπεριφορές και οι αλληλοεπιδράσεις των συμμετεχόντων παράγουν τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά και διαμορφώνουν την κουλτούρα του συστήματος. Φαίνεται ότι το Υπουργείο θεωρεί δεδομένο ότι οι γιατροί και οι εργαζόμενοι θα συμπεριφερθούν με τον τρόπο που το ίδιο νομίζει, και έχει σχεδιάσει τις αλλαγές και κατά συνέπεια δεν θα υπάρξουν προβλήματα και όλο το σύστημα θα κινηθεί προς θετική κατεύθυνση.
Σύμφωνα με το Υπουργείο η ρύθμιση για τα απογευματινά χειρουργεία (ο στόχος) θα οδηγήσει σε μείωση του χρόνου αναμονής των ασθενών, (το όφελος) και σε βελτίωση των αποδοχών των χειρουργών και των αναισθησιολόγων (και του νοσηλευτικού προσωπικού) αλλά εις βάρος των ασθενών. Το Υπουργείο θέλει να πιστεύει ότι οι λίστες χειρουργείων θα τηρούνται, ότι δεν θα υπάρξει προνομιακή μεταχείριση των ασθενών που θα αναγκαστούν να πληρώσουν – για κάτι που δικαιούνται δωρεάν- και ότι η πρωινή λειτουργία της κλινικής δεν θα μειωθεί – και δεν θα αντικατασταθεί από ιδιωτικούς ασθενείς και φακελάκι. Υποτιμάται το γεγονός της πιθανότατης αύξησης των ιδιωτικών δαπανών υγείας, αλλά και στα φακελάκια, ( θα το διαπιστώσουμε από τους Οικογενειακούς Προϋπολογισμούς του 2024) διότι οι ασθενείς αφήνονται απροστάτευτοι να διαπραγματεύονται οι ίδιοι τις αμοιβές των γιατρών. Για να μειωθεί ο χρόνος αναμονής των ασθενών της πρωινής λειτουργίας, η κλινική θα πρέπει να διαθέτει ελεύθερες κλίνες, και προσωπικό, αλλιώς δεν ισχύει ο ισχυρισμός.
Όσο αφορά την ποιότητα των υπηρεσιών και τις εμπειρίες των ασθενών μάλλον θα υποβαθμιστούν, εάν η κλινική πραγματοποιεί τον ίδιο αριθμό των πρωϊνών χειρουργείων και προσθέσει και τον αριθμό των απογευματινών ασθενών, ενώ διατηρεί το ίδιο προσωπικό. Όλοι αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, και για αυτό, η ποιότητα των υπηρεσιών δεν είναι σε επιθυμητά επίπεδα, ενώ οι ασθενείς βιώνουν αρνητικές εμπειρίες. Όλες οι έρευνες δείχνουν προβλήματα κόπωσης του προσωπικού, κατά συνέπεια είναι πιθανό να αυξηθούν οι άδειες ασθένειας, και οι παραιτήσεις, επιτείνοντας τα προβλήματα. Επιπλέον, η ποιότητα των υπηρεσιών, οι εμπειρίες των ασθενών και η αποδοτικότητα του συστήματος, εξαρτώνται από τον συντονισμό και την συνεργασία όλων των τμημάτων και όλου του προσωπικού του νοσοκομείου. Πως θα επιτευχθεί αυτό όταν υπάρχουν δύο ταχυτήτων ασθενείς και γιατροί;
Είναι γεγονός ότι οι υποδομές του ΕΣΥ δεν μπορούν να ικανοποιήσουν την ζήτηση, ούτε οι γιατροί του ΕΣΥ είναι ευχαριστημένοι με τις αμοιβές, όταν στον ιδιωτικό τομέα είναι σαφέστατα υψηλότερες. Θα προτιμήσουν τον ιδιωτικό τομέα, ιδιαίτερα οι αναισθησιολόγοι, προς μεγάλη χαρά των ιδιωτικών κλινικών. Και βέβαια θα τους ακολουθήσουν οι ασθενείς, είναι η φυσιολογική εξέλιξη. Σαφέστατα το κόστος για τον ασθενή θα είναι υψηλότερο, αλλά οι εμπειρίες του θα είναι θετικές, διότι θα χειρουργηθεί συντομότερα, θα έχει καλύτερη μεταχείριση, η ξενοδοχειακή υποδομή θα είναι ανώτερη και θα έχει επιλέξει και τον γιατρό του.
Υπάρχει η δέσμευση του κ Γεωργιάδη ότι θα διεξαχθούν 50.000 απογευματινά χειρουργεία, τα οποία θα είναι δωρεάν για τους ασθενείς που είναι εγγεγραμμένοι στις λίστες και ο χρόνος αναμονής τους είναι πολύ μεγάλος. Είναι πάρα πολύ καλή ιδέα θεωρητικά, αλλά έχει αρκετές δυσκολίες στην εφαρμογή της. Η μεταφορά τους μόνο στα απογευματινά χειρουργεία τα οποία έχουν περιορισμένες δυνατότητες οδηγεί πάλι σε μεγάλες καθυστερήσεις. Εφόσον δεν υπάρχει δυνατότητα να αυξηθεί η πρωινή δραστηριότητα στο ΕΣΥ, η μόνη αξιόπιστη και εφαρμόσιμη λύση είναι να κατευθυνθούν και στον ιδιωτικό τομέα.
Σύμφωνα με τις υποσχέσεις του κ Γεωργιάδη θα χειρουργηθούν δωρεάν και τα έξοδα θα τα αναλάβει το Ταμείο Ανάκαμψης. Ακόμη και αν αυτό δεν συμβεί, πάλι το ΕΣΥ θα πρέπει να κινηθεί συντονισμένα για να λυθεί το μεγάλο πρόβλημα των καθυστερήσεων σύντομα. Δεν περιμένουν μόνο οι 50.000 ασθενείς και η λύση θα πρέπει να αφορά όλους όσους περιμένουν. Το ΕΣΥ μπορεί να προχωρήσει σε ‘ενοικίαση’ ιδιωτικών κλινικών, (με την συμμετοχή του ΕΟΠΥΥ) όπου η ιδιωτική κλινική θα προσφέρει τις υποδομές και το νοσηλευτικό, βοηθητικό προσωπικό, ενώ το ΕΣΥ το ιατρικό προσωπικό (εν ανάγκη να χρησιμοποιήσει και ιδιώτες γιατρούς). Το ΕΣΥ θα αναλάβει την υποχρέωση (να δεσμευθεί) να παρέχει έναν ορισμένο αριθμό ασθενών (και περιστατικών) σε ορισμένο χρονικό διάστημα ώστε να πετύχει καλύτερες τιμές τόσο για τους ασθενείς, όσο και για τον ΕΟΠΥΥ.
Η πρόταση για σημαντική αύξηση των αμοιβών
Αναγνωρίζεται από όλους ότι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του ΕΣΥ, είναι οι χαμηλές αμοιβές του προσωπικού, και ιδιαίτερα των ιατρών. Υπάρχει αίτημα των συνδικαλιστών και κάποιων πολιτικών κομμάτων να διπλασιαστούν οι αμοιβές. Ακόμη και αν το ποσό που απαιτείται δεν είναι 3 δις όπως αναφέρει ο κ Γεωργιάδης ο κρατικός προϋπολογισμός δεν μπορεί να καλύψει την αύξηση. Οι απολαβές των εργαζομένων στο ΕΣΥ ανέρχονται σε 1,946 δις ευρώ και του ΕΚΑΒ σε 81,789 εκ, σύνολο 2,03 δις. (κρατικός προϋπολογισμός 2024) Από αυτά τα χρήματα το δημόσιο παίρνει πίσω περίπου 400 εκ μόνο από την άμεση φορολογία. Αν διπλασιασθούν οι μισθοί, το επιπλέον ποσό που απαιτείται θα είναι (2.030 εκ μείον 430 εκ οι άμεσοι φόροι) 1,6 δις.
Ο κ Γεωργιάδης θα μπορούσε να ανοίξει μία συζήτηση με τους φορείς των εργαζόμενων και να προτείνει μέτρα για να αυξήσει το εισόδημα όλων των εργαζομένων, δίχως την επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού. Ταυτόχρονα να ζητήσει από τους εργαζόμενους την αύξηση της ποιότητας των υπηρεσιών και της αποδοτικότητας του ΕΣΥ. Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι η ποιότητα των υπηρεσιών υγείας είναι χαμηλή, όπως και η ικανοποίηση των πολιτών από το ΕΣΥ. Το ΕΣΥ καταλαμβάνει τις τελευταίες θέσεις στην αξιολόγηση των συστημάτων υγείας ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες.
Οι χαμηλές αμοιβές του προσωπικού δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα του ΕΣΥ -ούτε οι ελλείψεις του προσωπικού- και κακώς μονοπωλούν τις τοποθετήσεις των πολιτικών και των συνδικαλιστών και των επιστημονικών συλλόγων. Ακόμη και αν τριπλασιάσουμε τις αμοιβές, κανένας δεν εγγυάται ότι η ποιότητα των υπηρεσιών θα βελτιωθεί στα επιθυμητά επίπεδα. Συνεπώς θα πρέπει να γίνουν -ταυτόχρονα με την αύξηση των αμοιβών – και άλλες αλλαγές στο ΕΣΥ ώστε να αισθάνονται ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι για να βελτιωθούν οι υπηρεσίες, οι εμπειρίες των ασθενών και η αποδοτικότητα του συστήματος.
Οι απαραίτητες αλλαγές που πρέπει να δρομολογηθούν -και είναι στην αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης - αφορούν την ποιότητα της ηγεσίας και διοίκησης του ΕΣΥ, το εργασιακό περιβάλλον, τις συνθήκες εργασίας, την κουλτούρα, την αξιοκρατία, την θεσμοθέτηση κινήτρων, τις προοπτικές ανέλιξης και καριέρας, και βέβαια το σύστημα αμοιβών που συνδέεται με το σύστημα της αξιολόγησης των υπηρεσιών και του προσωπικού. Τα ζητήματα αυτά πολλές φορές βαραίνουν περισσότερο στις αποφάσεις για την απασχόληση από τις απολαβές.
Από την άλλη μεριά, θα πρέπει και οι εργαζόμενοι να αλλάξουν τρόπο δουλειάς. Συνεχίζοντας να εργάζονται με τον ίδιο τρόπο θα παράγουν τα ίδια αποτελέσματα, τα οποία βέβαια δεν μας ικανοποιούν. Δεν ζητείται από τους εργαζόμενους στο ΕΣΥ να εργάζονται ποιο σκληρά, αλλά ποιο έξυπνα, με καλύτερο συντονισμό, συνεργασία, και αποτελεσματικότητα. Να επιζητούν καλύτερη εκπαίδευση για να εφαρμόζουν γρηγορότερα τα επιτεύγματα της ιατρικής και της επιστήμης. Έχει δημιουργηθεί ένα βαθύ χάσμα μεταξύ της γνώσης που συσσωρεύεται με ταχύτατους ρυθμούς και της καθημερινής πράξης. που οδηγεί στην παροχή κακής ποιότητας υπηρεσιών. Αυτά είναι τα ζητήματα που πρέπει να κυριαρχήσουν στην ατζέντα και να δεσμεύσουν σε κοινές αποδεκτές λύσεις τους συνδικαλιστές, τους επιστημονικούς συλλόγους, τα πολιτικά κόμματα και την κυβέρνηση.
Κατά συνέπεια πρέπει να βρεθούν και άλλες πηγές χρηματοδότησης για την βελτίωση των αποδοχών όλων των εργαζομένων στο ΕΣΥ.
Οι επιπλέον πηγές χρηματοδότησης του ΕΣΥ
Υπάρχουν δύο επιπλέον πηγές χρηματοδότησης του ΕΣΥ, δίχως καμία επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού:
- Η μείωση της σπατάλης στο ΕΣΥ
- Έσοδα από νέους ασθενείς.
Ήδη, ο πρώην Υπουργός Υγείας κ Χρυσοχοΐδης, αλλά και ο Πρωθυπουργός κ Μητσοτάκης είχαν συμφωνήσει και αναφέρθηκαν στην ανάγκη καθιέρωσης του πριμ παραγωγικότητας από τις παραπάνω πηγές. (συζήτηση προϋπολογισμού) Δυστυχώς αυτό πέρασε απαρατήρητο, και σήμερα είναι σε αδράνεια. Συνεπώς είναι στο χέρι των εργαζομένων να συμφωνήσουν για να αυξήσουν τις αποδοχές τους.
Αυτό σημαίνει ότι ο προϋπολογισμός του ΕΣΥ ‘κλειδώνει’ στα σημερινά επίπεδα για τα επόμενα πχ 5 χρόνια- και μόνο αυξάνεται σύμφωνα με το ΑΕΠ και τις αποφάσεις της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση ήδη έχει αποφασίσει να δαπανήσει αυτά τα χρήματα. Η συμφωνία που πρέπει να γίνει είναι η εξής: Αν το ΕΣΥ κατορθώσει να παράσχει τις ίδιες υπηρεσίες με χαμηλότερες δαπάνες, λόγω καλύτερης απόδοσης, η διαφορά να μοιραστεί στους εργαζόμενους. (ισχύει στις ΗΠΑ με το Obamacare, 2012)
Βασικό μέτρο σύγκρισης θα είναι το συνολικό κόστος ανά ασθενή. Σε γενικές γραμμές, αν σήμερα το κόστος σε μία κλινική/ μονάδα είναι 100 ευρώ και κατορθώσει να το μειώσει σε 80, τα υπόλοιπα 20 ευρώ μοιράζονται στο προσωπικό. Αν νοσηλεύσει 500 ασθενείς θα μοιραστούν 10.000. Αν νοσηλεύσει λιγότερους με το μειωμένο κόστος, λιγότερα έσοδα, αν περισσότερους περισσότερα θα μοιραστούν. (στον αλγόριθμο της κατανομής του πριμ θα υπάρχει πρόβλεψη να το λαμβάνουν όλοι οι εργαζόμενοι, όχι μόνο το προσωπικό της κλινικής).
Το ‘κλείδωμα’ του προϋπολογισμού σημαίνει ότι δεν τιμωρούνται οι καλές κλινικές – όπως γίνεται – σήμερα. Ο προϋπολογισμός της κλινικής (του παραπάνω παραδείγματος) που πέτυχε μείωση κόστους, τον επόμενο χρόνο θα παραμείνει στο κλειδωμένο ποσό, και όχι στο μειωμένο ποσό της εξοικονόμησης. Δεν θα τιμωρηθεί επειδή πέτυχε.
Η μείωση της σπατάλης
Οι δαπάνες των νοσοκομείων του ΕΣΥ το 2022, εκτός της μισθοδοσίας, ανήλθαν σε 2,630 δις ευρώ. (το 2020 ήταν 2,07 δις). Αν υπολογίσουμε - σύμφωνα με τις διεθνείς μελέτες- ότι ένα 30% των δαπανών υγείας καταναλώνεται σε υπηρεσίες που δεν δημιουργούν αξία (σπατάλες ) μπορούμε να υπολογίσουμε ένα πολύ αξιόλογο ποσό που μπορεί να εξοικονομηθεί από τον περιορισμό της σπατάλης στα νοσοκομεία και το ποσό αυτό να μοιρασθεί στο σύνολο του προσωπικού του νοσοκομείου και όχι σε λίγους, ως πριμ παραγωγικότητας.
Πηγές της σπατάλης σύμφωνα με διεθνείς μελέτες (Tackling Wasteful Spending on Health, OECD, 2017) είναι τα προβλέψιμα ιατρικά λάθη, και οι ενδονοσοκομειακές λοιμωξεις (αφορούν άνω των 10% των νοσοκομειακών δαπανών- στην Ελλάδα βέβαια πολύ παραπάνω) η μη απαραίτητες εισαγωγές στα νοσοκομεία, (το 25-30% των εισαγωγών), οι επαναεισαγωγές στα νοσοκομεία σε σύντομο χρονικό διάστημα, (20-30% τον πρώτο μήνα σε σοβαρές καταστάσεις) η μη δικαιολογημένη παραμονή των ασθενών στα νοσοκομεία, η καθυστέρηση ή/και η επανάληψη σε εργαστηριακές εξετάσεις, η μη απαραίτητες εργαστηριακές εξετάσεις, η μη χρησιμοποίηση generics, οι αστοχίες και οι επιπλοκές σε θεραπείες κλπ.
Πηγή σπατάλης θα πρέπει να θεωρήσουμε και την παροχή μη στρατηγικής σημασίας υπηρεσιών από το ΕΣΥ που δημιουργούν ελλείμματα, ενώ παρέχονται φθηνότερα και αποτελεσματικότερα στον ιδιωτικό τομέα. Πρέπει, είτε να βελτιωθούν στο ΕΣΥ, είτε να αντιμετωπισθούν με την μέθοδο του outsourcing.
Έσοδα από νέους ασθενείς
Αν εξετάσουμε και την άλλη πηγή, διαπιστώνουμε ότι την αγορά της ιδιωτικής νοσοκομειακής περίθαλψης τροφοδοτούν:
- Ο ΕΟΠΥΥ που σήμερα δαπανά περίπου 1,1 δις ευρώ τον χρόνο (χωρίς τις οφειλές- accruals) για νοσοκομειακές υπηρεσίες εκτός ΕΣΥ
- Η ιδιωτική ασφάλιση που σήμερα δαπανά περίπου 500 εκ για ιδιωτικές νοσοκομειακές υπηρεσίες- δεν αφορούν μόνο χειρουργικά περιστατικά
- Οι ασθενείς που ξοδεύουν περίπου 1,8 δις για νοσοκομειακές υπηρεσίες στον ιδιωτικό τομέα.
Σε αυτήν την αγορά των 3,6 δις μπορεί και πρέπει να εισέλθει δυναμικά το ΕΣΥ, προσφέροντας καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες υγείας. Ο υγιής ανταγωνισμός του ΕΣΥ με τον ιδιωτικό τομέα θα έχει πολλαπλά οφέλη στους ασθενείς, θα μειωθούν οι τιμές και θα αυξηθεί η ποιότητα. Αν το ΕΣΥ δεν γίνει ανταγωνιστικό, - αν οι γιατροί του κατευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα- θα έχουμε κυριαρχία του ιδιωτικού τομέα, αύξηση τιμών και υποβάθμιση των υπηρεσιών στο ΕΣΥ.
Με μία φωτισμένη πολιτική ηγεσία, ικανή διοίκηση, ικανοποιημένο προσωπικό και αποφασισμένους ιατρούς, το μερίδιο αγοράς του ΕΣΥ θα μεγαλώσει ικανοποιητικά και οι αποδοχές των εργαζομένων σχεδόν θα διπλασιασθούν. Εξυπακούεται ότι τα έσοδα των γιατρών από τα απογευματινά ιατρεία/χειρουργεία θα παραμένουν σε αυτούς, ενώ τα έσοδα του νοσοκομείου από τα νοσήλια θα υπολογίζονται στο πριμ παραγωγικότητας, ώστε να έχει όφελος και κίνητρο όλο το προσωπικό του νοσοκομείου.