E.L. Doctorow, 1931-2015
—της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου—
Ο Έντγκαρ Λόρενς Ντόκτοροου —ένας από τους πιο ολοκληρωμένους αμερικανούς μυθιστοριογράφους του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα— πέθανε χθες, Τρίτη 21 Ιουλίου από καρκίνο των πνευμόνων, στο Μανχάταν. Ήταν 84 ετών. Γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου του 1931, στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης.
Ο Ντόκτοροου, σε όλη τη συγγραφική του σταδιοδρομία, υπήρξε η φωνή του υποσυνείδητου της Αμερικής. Τα μυθιστορήματά του τοποθετούνται πάντα σε κάποιο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο — από τον αμερικανικό εμφύλιο (Η Στρατιά, εκδ. Πόλις) έως το σύγχρονο Μανχάταν (City of God), ενώ με το Χόμερ και Λάνγκλεϊ (εκδ. Πατάκη) περιδιαβαίνει ουσιαστικά ολόκληρο τον 20ό αιώνα·η ελεύθερη όμως ανάπλαση των πραγματικών προσώπων που ενοικούν σ’ αυτά, η μυθοπλαστική αποτύπωση της δράσης και του λόγου τους μέσα στην ιστορία έδωσε στο αναγνωστικό κοινό πρόσβαση σε μια μεγάλη μεταφορική εικόνα της χώρας, του πνεύματός της, εναργέστερα από όσο θα κατάφερνε οποιοδήποτε ακραιφνώς ιστορικό κείμενο. Η μυθοπλασία του, η στέρεη πρόζα του, η πολιτική του ευαισθησία, οι πάμπολλες φωνές που υιοθέτησε στην πορεία του, είναι η πιο βαθιά αλήθεια της Αμερικής.
Έχει δηλώσει ότι από μικρό παιδί «ήταν» συγγραφέας, με την έννοια ότι όχι απλώς παρακολουθούσε την πλοκή των βιβλίων, αλλά μπορούσε να μπαίνει στη θέση του συγγραφέα, να παρακολουθεί τον συγγραφέα και τις επιλογές του πίσω από το κείμενο. Όταν πήγαινε γυμνάσιο, ένας καθηγητής ζήτησε από την τάξη να γράψουν για κάποια γραφική, ιδιαίτερη προσωπικότητα της πόλης. Ο Ντόκτοροου έγραψε για έναν πορτιέρη στο Κάρνεγκι Χολ, τον οποίο λάτρευαν οι μουσικοί. Ο καθηγητής ενθουσιάστηκε τόσο από την περιγραφή, που ζήτησε από τον Ντόκτοροου και μια φωτογραφία του πορτιέρη, ώστε να δημοσιεύσει το κείμενό του στην εφημερίδα του σχολείου. Ο μικρός Έντγκαρ αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι ο πορτιέρης του ήταν επινοημένος. Πήρε κάτω από τη βάση, αλλά ένα από τα βασικά στοιχεία της συγγραφικής του αντίληψης, η ελεύθερη ανάπλαση ιστορικών στοιχείων, η συνύπαρξη αληθινών και φανταστικών προσώπων, «ο πονηρά παιγνιώδης τρόπος που αγνοεί τον τοίχο μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας» ήταν ήδη εκεί.
Διαβάστε την συνέχεια στο dim/art