Κι όμως, αυτή η ιστορία, όσων διαφωνούν με τη συμφωνία για το γάλα, δεν είναι καθόλου μα καθόλου παρωνιχίδα ούτε “χάιδεμα” κάποιων πολιτικάντηδων στα “ψηφαλάκια” τους για να εξασφαλίσουν τη εκλογική τους πελατεία, όπως επιδιώκεται να εμφανισθεί από τους κήσορες της προπαγάνδας.Κι ας λένε, απαξιωματικά, οι διάφοροι επώνυμοι “κεκράκτες των δελτίων των 8” ότι αφορά μόνο 3.500 κτηνοτρόφους σ΄όλη την Ελλάδα . Πέραν του ότι αυτό δεν στέκει, γιατί δεν λαμβάνει υπόψιν κι όσους άμεσα ή έμμεσα, απασχολούνται σ΄όλο το φάσμα της αλυσίδας στη παραγωγή του γάλακτος,που, ανέρχονται σχεδόν σε 300-350.000 άνθρωπους. Επιπλέον, πρόκειται για μιά αγορά, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, ετήσιου τζίρου 500 εκατομμυρίων, κι έτσι η διένεξη έχει βαθιά πολιτικό και οικονομικό υπόβαθρο.
Πρόκειται στην ουσία για το δίλλημα: Θα συνεχίσουμε τέσσερα χρόνια, μετά την έναρξη του Μνημονίου και τώρα που πάμε να βγούμε απ΄ αυτό να προχωράμε, με το μοντέλο του παρασιτικού καπιταλισμού των εισαγωγών, που μας έφτασε στα όρια της χρεωκοπίας ή θα στηρίξουμε και θα αναβαθμίσουμε την εθνική παραγωγή για να εμπλακούν σ΄συτή και αρκετοί νέοι άνεργοι; Και μάλιστα στον πρωτογενή τομέα όπου όλες οι σοβαρές μελέτες δείχνουν ότι είναι ένα από γερά θεμέλια για να σταθεί η χώρα στα πόδια της.
Η απάντηση στο ερώτημα της κυβέρνησης και συγκεκριμένα του κ. Χατζηδάκη, με την υιοθέτηση της περίφημης εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, είναι σαφές ότι ασπάζεται το πρώτο σκέλος του διλλήματος.Για να μην αδικείται κανείς, η παραγγελία για έρευνα και τις υποδείξεις του ΟΟΣΑ , δόθηκε επί κυβέρνησης Παπαδήμου και πληρώθηκε περίπου 700.000 ευρώ, όπως δημοσιεύτηκε εκείνη την περίοδο στο Τύπο.
Είναι,λοιπόν εξηγήσιμο. Είτε από αδυναμία είτε από σκοπιμότητα δεν επιδιώκεται να σπάσει το καρτέλ των 4-5 γαλακτοβιομηχανιών οι οποίες, εναρμονισμένα, κυριαρχούν στην αγορά σ΄όλη την Ελλάδα και κάνουν ότι θέλουν, καθώς συντηρούν οικονομικά ένα σημαντικό μέρος του πολιτικού συστήματος και αρκετούς πολιτικούς παραγόντες. Ετσι λοιπόν όταν δεν γίνονται ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και ρήξεις με τα συμπλέγματα εξουσίας, ώστε να πέσουν οι τιμές, η “λύση” είναι ενίσχυση των εισαγωγών και η “κονόμα” των αεριτζήδων. Δηλαδή, καμία αλλαγή στα όσα μας οδήγησαν στο χείλος του γκρεμού . Η περίφημη Επιτροπή Ανταγωνισμού, εξάλλου, δεν παρεμβαίνει και εμφανίζεται να “αβαντάρει” με την στάση της αυτή την τακτική.
Ταυτόχρονα υπάρχει και η οικονομική διάσταση . Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ο παραγωγός πουλάει το γάλα, στη στάνη του, από 36 έως 40 λεπτά ανά λίτρο. Στο ράφι του σούπερ μάρκετ ο καταναλωτής , το κοινό γάλα των τεσσάρων ημερών, το πληρώνει από 1,25 έως 1,60, δηλαδή 300-400% παραπάνω! Είναι φανερό λοιπόν ποιος ωφελείται.
Το εντυπωσιακό, ωστόσο ,είναι ότι αυτές τίς διαστάσεις θα περίμενε κανείς να αποτελούν τη βασική επιχειρηματολογία της αντιπολίτευσης και συγκεκριμένα των κομμάτων της Αριστεράς.Ομως κατι τέτοιο δεν γίνεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ ενδεχομένως έχει τους λόγους του, αφού θεωρεί ότι θα κυβερνήσει σύντομα(;) δεν θέλει μέχρι να το πετύχει να συγκρουστεί με το λόμπι του γάλακτος.
Ετσι το βάρος πέφτει στις δυνάμεις του χώρου της Κεντροαριστεράς να αναδείξουν το τι “?παίζεται” και να προτείνουν λύσεις. Να προχωρήσουν σε ριζική μεταρρύθμιση στην συγκεκριμένη αγορά, ζήτημα απολύτως ευθυγραμμισμένο ιδεολογικά με την σοσιαλδημοκρατική παρακαταθήκη που διακηρύσσουν. Γιατί άν δεν συγκρουστούν με τα ανορθολογικά συμπλέγματα εξουσίας,η κοινωνία δεν έχει κανένα λόγο να στηρίξει ούτε την Ελιά ούτε τη ΔΗΜΑΡ-Προοδευτική Συνεργασία. Αλλιώς πώς θα διαφοροποιηθούν από την δεξιά πολιτική; Αντί λοιπόν οι ζυμώσεις σ΄όλο το χώρο να είναι επικεντρωμένες σε τετοιους είδους ζητήματα, οι προσπάθειες εξαντλούνται σε μετωπικά σχήματα είτε για την ικανοποίηση προσωπικών στρατηγικών είτε για την επιβεβαίωση της πολιτικής άποψης κάθε πλευράς. Μόνο που όσο συνεχίζεται αυτή η παθητικότητα, ο ανορθολογισμός, ο αεριτζηδισμός,ο κρατικοδίαιτος καπιταλισμός ,που κυριαρχεί και συνέβαλε τα μέγιστα στη κρίση, επανέρχεται απειλώντας να κρατήσει τη χώρα σε τέλμα, επί μακρόν.
Αυτό είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση το διακύβευμα για την σύγχρονη Κεντροαριστερά. Οσο κλωτσάει τέτοιες ευκαιρίες , άλλο τόσο θα παραμένει παρατηρητής των εξελίξεων που θα διαμορφώνει ο συντηρητισμός, οι πελατειακές σχέσεις και η διαπλοκή. Τα αποτελέσματά τους τα βιώνουμε.