Είναι ένα έργο που έχουμε ξαναδεί πολλές φορές. Σκληροί τεχνοκράτες παίρνουν αποφάσεις που προκαλούν το κοινό περί δικαίου αίσθημα και τη δωδεκάτη ώρα ο πρωθυπουργός, που -σύμφωνα με τον μύθο- διαθέτει περίσσευμα ευαισθησίας, παρεμβαίνει προσωπικά για να δώσει μια λύση υπέρ του αδυνάτου.
Κάπως έτσι εκλήθη στο Μέγαρο Μαξίμου, την ώρα των κεντρικών δελτίων ειδήσεων, ο υφυπουργός Γιώργος Μαυραγάνης για να εξηγήσει τα ανεξήγητα του φορολογικού και να ξεκινήσει από την αρχή, με βάση τις διαρροές, η σύνταξή του.
Κάπως έτσι ξεκίνησαν οι επαφές του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά με υπουργούς ώστε να διορθωθεί το φορολογικό και να γίνει νόμος του κράτους το αργότερο ως το τέλος του μήνα.
Η φοβερή ιδέα της φορολόγησης με συντελεστή 45% των εισοδημάτων άνω των 26.000 ευρώ εγκαταλείφθηκε και μένει στο τραπέζι η κατάργηση του αφορολόγητου για τα παιδιά, υπό την προύπόθεση ότι θα δοθεί κάποιο οικογενειακό επίδομα ανάλογα με την εισοδηματική, περιουσιασική κατάσταση. Ο ίδιος συντελεστής συζητείται για εισοδήματα άνω των 48.000 ευρώ σαν ένα ζευγάρι που παίρνει από 2000 ευρώ τον μήνα να απαρτίζει την οικονομική ελίτ του τόπου.
ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ έχουν σοβαρές ενστάσεις και τις διαφημίζουν προβάλλοντας κόκκινες γραμμές και ηρωικά «όχι». Ομως το παιχνίδι στην πραγματικότητα έχει ήδη χαθεί. Γιατί το νέο φορολογικό πάσχει στη φιλοσοφία του, στην ίδια τη δομή του και στη θεμελιακή αντίληψη που το διατρέχει. Είναι ένα σύστημα άγρια ταξικό που αποδέχεται ότι οι ήδη εξουθενωμένοι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα σηκώσουν και άλλα βάρη, ενώ η φοροδιαφυγή θα αντιμετωπιστεί με οριζόντιες ρυθμίσεις, όπως είναι η κατάργηση του αφορολόγητου για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Το νέο φορολογικό είναι άδικο, αντιαναπτυξιακό, παράλογο, αντιπαραγωγικό και απολύτως αποκαλυπτικό της επιλογής του συστήματος εξουσίας να μην θεραπεύσει την αποκρουστική ασθένεια της ελληνικής οικονομίας που είναι η εξαίρεση από τις υποχρεώσεις έναντι του κράτους του μεγάλου κεφαλαίου, συντεχνιών που φοροδιαφεύγουν συστηματικά, συμφερόντων και lobbies με εκλογική επιρροή.
Παντού στον κόσμο η φοροδιαφυγή πολεμιέται με φορολόγηση του κόστους ζωής και αυτό σημαίνει τεκμήρια και διασταυρώσεις, σε συνδυασμό με την αυστηρή και άμεση ποινική αντιμετώπιση όσων εντοπίζονται να κρύβουν τα εισοδήματά τους. Εδώ αυτή η διαδικασία αντιμετωπίζεται ως μια παράλληλη υπόθεση που εξαντλείται σε επικοινωνιακές μανούβρες, ανακοινώσεις επί ανακοινώσεων, διαρροές επί διαρροών, θεαματικές πρωτοβουλίες χωρίς δια ταύτα, ενίοτε και σπίλωση προσώπων χωρίς στοιχεία ή με στοιχεία αλλά χωρίς αποτέλεσμα για το δημόσιο ταμείο.
Η κυβέρνηση δεν επιδιώκει διεύρυνση της φορολογικής βάσης αλλά ζητά από τους ίδιους να πληρώσουν περισσότερα και αυτή η επιλογή θα έχει βαρύτατο πολιτικό κόστος γιατί είναι φανερό ότι το νέο μνημόνιο δεν γίνεται να εφαρμοστεί αν δεν υπάρξει αίσθηση στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης.
Και αυτή τη φορά δεν μπορούν να πλύνουν τα χέρια τους, να επικαλεστούν τις πιέσεις της Τρόικας ή το κακό το ριζικό μας. Ευθύνονται αποκλειστικά και απόλυτα για τον φόνο.