Κανείς δεν φανταζόταν λίγους μήνες πριν, ότι ο Ζαν Λικ Μελανσόν, μία από τις πιο παράδοξες φιγούρες της γαλλικής αριστεράς, θα έφτανε να βγαίνει τρίτος στις δημοσκοπήσεις για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. Κι όμως, σε δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες (22 Μαρτίου), ο Μελανσόν βρίσκεται στην τρίτη θέση, με ποσοστό 14%, αφήνοντας πίσω του και τον Μπαϊρού και τη Μαρί Λε Πεν. Πρόκειται για την ίδια δημοσκόπηση που πρώτη φορά δείχνει το φαβορί των εκλογών, τον Φρανσουά Ολάντ, μόλις μιάμιση μονάδα μπροστά από τον Νικολά Σαρκοζί, αφού ο πρώτος συγκεντρώνει 29.5% και ο δεύτερος 28%. Η μικρή αυτή διαφορά των δύο πρώτων, εξηγείται, εκτός των άλλων, και από την τραγωδία της Τουλούζης, η οποία θεωρείται ότι συσπείρωσε τους δεξιούς ψηφοφόρους, αφού ο νυν πρόεδρος της Γαλλίας ξέρει να παίζει καλά το χαρτί της ανασφάλειας των πολιτών.
Αποκορύφωμα της θεαματικής πορείας του Μελανσόν, ήταν η συγκέντρωση που έκανε στο Παρίσι, στις 18 Μαρτίου, εμφανιζόμενος με κόκκινο γαρίφαλο στο πέτο μπροστά σε χιλιάδες υποστηρικτές του (οι διοργανωτές μιλούν για 120.000 άτομα) στην πλατεία της Βαστίλης. Αρκούσαν τα εικοσιπέντε λεπτά της ομιλίας του και τα συνθήματα «Εμπρός για την 6η Δημοκρατία» και «Ας ξαναπάρουμε τη Βαστίλη», για να γεμίσει το Παρίσι κόκκινες σημαίες και κόσμο όλων των ηλικιών και να κλείσουν κεντρικοί δρόμοι της πόλης, σε μία εντυπωσιακή προεκλογική εκδήλωση αυτού, που οι πολιτικοί του εχθροί ονομάζουν «τελευταίο Μαοϊκό της Γαλλίας».
Γεννημένος το 1951 στο Μαρόκο, ο Μελανσόν ξεκίνησε με πολύ ενεργό ρόλο στο μαθητικό κίνημα τον Μάη του ’68, έμπλεξε με τον συνδικαλισμό, όπου και ξεχώρισε γρήγορα, αγάπησε και μίσησε τον Μιτεράν, ενώ διατέλεσε και υπουργός της κυβέρνησης Λιονέλ Ζοσπέν την περίοδο 2000-2002.
Μαχόμενος πάντα στην πρώτη σειρά της αριστερής τάσης του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο Μελανσόν τάχθηκε με πάθος υπέρ της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992, αλλά διαφοροποιήθηκε έντονα με την ηγεσία του κόμματος την εποχή της επικύρωσης του Ευρωσυντάγματος και δε δίστασε να συστρατευτεί με προσωπικότητες όπως ο αγροτοσυνδικαλιστής Ζ. Μποβέ και η Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματός Μ. Ζ. Μπουφέ, σε μία μεγάλη καμπάνια υπέρ ενός αριστερού «όχι». Για το ίδιο θέμα, έχει κάνει και έντονη κριτική στον Σιράκ, πιστώνοντάς του ότι έσπασε τη σχέση λαού και ηγέτη, αγνοώντας το 55% του όχι, δηλαδή τη λεγόμενη «λαϊκή βούληση». Σήμερα τάσσεται κατά της Συνθήκης της Λισαβόνας, ενώ αμφισβητεί ευθέως τις λειτουργίες του Ευρωκοινοβουλίου (παρόλο που είναι εκλεγμένο μέλος του), θεωρώντας το υπερεκτιμημένο σε σχέση με τα εθνικά κοινοβούλια.
Το Νοέμβριο του 2008, στο συνέδριο των Σοσιαλιστών στη Reims, αποχωρεί και ιδρύει το Αριστερό Κόμμα. Συμμαχεί με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και λίγες ημέρες μετά, οργανώνει πανηγυρική εκδήλωση ενώπιον του ηγέτη του γερμανικού Die Linke, Όσκαρ Λαφοντέν. Ένα μήνα μετά, ο Μελανσόν δηλώνει στη Liberation ότι «Αν φτάσω το 10%, ο Ολάντ θα έρθει να με βρει με το σορτσάκι» και όπως σημείωνε αργότερα η ίδια εφημερίδα, αν συνεχίσει έτσι, με τα ποσοστά που του υπόσχονται οι δημοσκοπήσεις… «στις 22 Απριλίου, ο πρώην σύντροφός του δεν θα έχει παρά να ψάξει τη γκαρνταρόμπα του…»
Οι πολιτικοί σχολιαστές της Γαλλίας δεν έχουν σταματήσει εδώ και μία εβδομάδα να ασχολούνται με το λεγόμενο «φαινόμενο Μελανσόν». Επισημαίνουν ότι η ανοδική πορεία του, ξενίζει τον Ολάντ και γοητεύει τον Σαρκοζί, αφού για τον τελευταίο, ο Μελανσόν λειτουργεί σαν ανάχωμα που κόβει μονάδες από τους σοσιαλιστές. Αυτό, φυσικά, δεν εμποδίζει τον Ολάντ να θεωρεί ότι στο δεύτερο γύρο, έχει δεδομένη την υποστήριξη των ψηφοφόρων του Αριστερού Μετώπου.
Δεν είναι μόνο πολιτικά μια παράδοξη φιγούρα ο Ζαν Λικ Μελανσόν. Είναι και με βάση τον τρόπο με τον οποίο έχει αποφασίσει να στήσει την προεκλογική του καμπάνια. Προσπαθεί να αφήσει πίσω του τις λαϊκιστικές κορώνες, παραμένοντας όμως πιστός στον αντικαπιταλιστικό λόγο. Αντιτίθεται στη λιτότητα και υποστηρίζει την αστική επανάσταση, θεωρώντας ότι ο λαός είναι αποκλεισμένος από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, τα οποία διοικεί μία ολιγαρχία που ενδιαφέρεται μόνο για το δικό της όφελος. Στο μεταξύ, έχει κατορθώσει να κερδίσει το ενδιαφέρον της νεολαίας, με έντονη παρουσία στο ίντερνετ και στα social media. Σύμφωνα με βαρόμετρο που δόθηκε στη δημοσιότητα από τη Nouvel Observateur, στις 23 Μαρτίου, ο Μελανσόν είναι ο πλέον διαδραστικός υποψήφιος πρόεδρος, με ρεκόρ στους φίλους στο φέις μπουκ και στα «like» και τα σχόλια στις αναρτήσεις του, αφήνοντας πίσω όλους τους υπόλοιπους συνυποψήφιούς του.
Ο ίδιος, δεν κρύβει το μίσος του για τους πολιτικούς του αντιπάλους, με κάθε ευκαιρία. Επιτίθεται συχνά στη Μαρί Λε Πεν, ενώ, όταν σε πρόσφατη ομιλία του στη Ρουέν συγκέντρωσε περισσότερο κόσμο από τον Ολάντ, δήλωσε ότι… «Για μένα, πρόκειται για μία προσωπική εκδίκηση.» Τελικά, αν και δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι ο Μελανσόν έχει μοναδικό εμμονικό στόχο αυτήν την προσωπική εκδίκηση απέναντι στο κόμμα που τον έβαλε στη Βουλή και του έδωσε βήμα για δεκαετίες, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το μόνο σίγουρο είναι ότι η δυναμική που έχει δημιουργήσει η υποψηφιότητά του, θα απασχολήσει τη γαλλική κοινή γνώμη και τους πολιτικούς του αντιπάλους.