Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο διάλογος, ο οποίος γίνεται στη Γερμανία στο χώρο της πολιτικής ελίτ, σε σχέση με τον ηγετικό ή μη ρόλο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα μπορούσε να παίξει αυτή η ιδιαιτέρως ισχυρή οικονομικά χώρα. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη σκοπιμότητα αυτού του διλλήματος, όταν στην πράξη ήδη η κυβερνητική εκδοχή του πολιτικού συστήματος το κάνει συστηματικά. Σε μεγάλο βαθμό μάλιστα, οι συνθήκες σε ευρωπαϊκό επίπεδο ωθούν προς αυτήν την εξέλιξη.
.
.
Η κατάσταση στην Ευρώπη
.
Η κρίση χρέους και ο υψηλός δείκτης ανεργίας (ιδιαιτέρως στους νέους), πιστοποιούν από το ένα μέρος, ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν αποτύχει σε πολύ μεγάλο βαθμό να διαχειρισθούν τη δυναμική της εξέλιξης του οικονομικού συστήματος και από το άλλο, ότι οι κοινωνίες δεν έχουν υπερβεί ακόμη τις εθνικές αγκυλώσεις και τους παραμορφωτικούς φακούς σε σχέση με την ευρωπαϊκή προοπτική. Και το πιο τραγικό από όλα, είναι ότι με σταθερό βηματισμό επιτρέπουν την αποδόμηση και κατάρρευση του πιο θετικού δημιουργήματός τους, του κοινωνικού κράτους. Στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού, άρχισε όχι μόνο στις χώρες με προβληματική οικονομία, αλλά και σε ισχυρές οικονομικά χώρες, όπως η Γερμανία, η ιδιωτικοποίηση του τομέα της κοινωνικής πρόνοιας.
.
Τελικά το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να διαχειρισθεί την ρυθμιστική του λειτουργία σε σχέση με τα υπόλοιπα κοινωνικά συστήματα και ιδιαιτέρως το οικονομικό. Σε παγκόσμιο και όχι μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο αποδείχθηκε ικανό να ελέγχει τη δυναμική των εξελίξεων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως διακρατικό μόρφωμα, στερείται ηγεσίας. Ταυτοχρόνως δεν φαίνεται στον ορίζοντα η κατεύθυνση της εξελικτικής της πορείας προς το μέλλον, στο πλαίσιο μάλιστα ενός πολυεστιακού συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι παγκόσμιοι παίκτες είναι περισσότεροι των δύο ή του ενός, όπως ήταν στο παρελθόν, ενώ το κέντρο βάρους μετατίθεται προς ανατολάς. Και στην Ευρώπη, η ροή των εξελίξεων είναι πολύ αργή και ανίκανη να ανταποκριθεί στις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες οι οποίες προκύπτουν από τη δυναμική του παγκόσμιου συστήματος. Είναι εμφανές ότι οι υπάρχοντες θεσμοί, από το ευρωκοινοβούλιο μέχρι το συμβούλιο κορυφής, δεν έχουν σύγχρονο βηματισμό, αλλά εκφράζουν μια μηχανιστική λογική τεχνητής συγκόλλησης εθνικών μορφωμάτων. Αυτό είναι αποτέλεσμα της πολιτικής, η οποία ακολουθείται και αποσκοπεί στην εξισορρόπηση «εθνικών συμφερόντων», ανάλογα βεβαίως και με την οικονομική δύναμη της κάθε χώρας και τις σκοπιμότητες σε σχέση με την συμμετοχή της στη λήψη αποφάσεων.
.
Οι πολίτες των κρατών-μελών είναι εντελώς αμέτοχοι σε σχέση με την πορεία της Ευρώπης. Και κάθε φορά που καλούνται να συμμετάσχουν στις ευρωεκλογές, τα κριτήρια της πολιτικής τους έκφρασης έχουν εθνικά χαρακτηριστικά. Ιδιαιτέρως δε σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρείται ότι ενσαρκώνει την «ιερή αγελάδα» η οποία είναι διαθέσιμη για άρμεγμα. Εάν ρίξουμε μια ματιά σε χώρες όπως η Γερμανία, τότε παρατηρούμε ότι τόσο η κοινωνία, όσο και η κυβερνητική λειτουργία, αξιοποιούν στο έπακρο τα υπόλοιπα κράτη-μέλη για την δημιουργία εμπορικού πλεονάσματος, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου προέρχεται από την εξαγωγή όπλων. Η Γερμανία είναι η τρίτη εξαγωγική δύναμη στον κόσμο σε αυτό τον τομέα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρώπη έχει ενδιαφέρον για όλους, μόνο που στερείται προοπτικής.
.
.
Η ευρωπαϊκή Γερμανία
.
Μέχρι την άνοδο του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος στην εξουσία στη Γαλλία, τον ηγετικό ρόλο η Γερμανία τον έπαιξε ως δίδυμο με την γείτονα χώρα. Πέρα όμως από την επελθούσα πολιτική διαφοροποίηση με την εκλογή του Ολάντ στην γαλλική προεδρεία, αυτή η χώρα άρχισε εμφανώς πλέον να αντιμετωπίζει οξυμένα προβλήματα. Οι εξαγωγές μειώνονται, η ανεργία αυξάνεται, η κυβέρνηση έχει εσωτερικές αντιθέσεις, η αντιπολίτευση διασπάται. Συνολικά η χώρα αντιμετωπίζει κρίση στρατηγικής τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και σε πλανητικό.
.
Αυτές οι εξελίξεις αφήνουν το πεδίο ελεύθερο, ώστε το κενό ηγεσίας στην Ευρώπη να το καλύψει η πιο ισχυρή ευρωπαϊκή χώρα από οικονομική άποψη, η Γερμανία. Το γερμανικό πολιτικό σύστημα όμως δεν είναι ακόμη ώριμο για την λήψη μιας τέτοιας απόφασης με τη μέγιστη δυνατή πλειοψηφία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν κινείται με ηγετική λογική. Όμως είναι ευάλωτη εσωτερικά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
.
Δεν είναι τυχαία η κριτική που ασκεί ο πρώην καγκελάριος σοσιαλδημοκράτης Χέλμουτ Σμιτ στη γερμανική κυβέρνηση και ειδικότερα στη σημερινή καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ. Εκτός από την ανεπάρκεια της σύγχρονης πολιτικής ηγεσίας, τόσο στη Γερμανία, όσο και στην Ευρώπη γενικότερα, ο Χέλμουτ Σμιτ προειδοποιεί για τον μεγάλο κίνδυνο που διατρέχει η Γερμανία εάν αναλάβει μόνη της τον ηγετικό ρόλο, διότι θα χρεωθεί το αβέβαιο ευρωπαϊκό μέλλον.
.
Δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν λειτουργεί ως ενιαία οντότητα. Ο πρώην καγκελάριος θεωρεί επίσης ότι η Άνγκελα Μέρκελ είναι ευρωπαία μόνο με τη λογική, δηλαδή με υπολογιστικές απόψεις ως προς την απόδοση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος σε σχέση με το γερμανικό συμφέρον. Αντιδιαστέλλει μάλιστα τον υπουργό οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος είναι ευρωπαίος τόσο με τη λογική, όσο και με την καρδιά. Γι’ αυτό και επισημαίνει εμφατικά ότι η Γερμανία πρέπει να συμπορεύεται με όλους τους λαούς και ιδίως με τους Γάλλους και τους Πολωνούς. Τονίζει δε, ότι υπάρχει ηθικό χρέος ύπαρξης αλληλεγγύης μεταξύ των Ευρωπαίων. (Helmut Schmidt, «Ρflicht zur Solidaritat“, Zeit online, 27.12.2012).
.
Από το άλλο μέρος, γνωρίζει πολύ καλά ότι «η αλληλεγγύη» δύσκολα συμπορεύεται με κατέχοντες εξουσία. Στην πράξη, δηλαδή, ο πραγματισμός αντιστρατεύεται τον όποιο ηθικό κανόνα. Οι επικλήσεις της ηθικής για την νομιμοποίηση πολιτικών επιλογών, παραμένουν κενό γράμμα. Γι’ αυτό και ο διάλογος για την ανάληψη ηγετικού ή μη ρόλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τη Γερμανία, είναι ένα φαινομενικό δίλλημα. Καθρεπτίζει δε την αδυναμία, προς το παρόν, του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και όχι μόνο, να προσδιορίσει την ταυτότητά του στα νέα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης, οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά – και της ανάγκης ρυθμιστικής λειτουργίας του πολιτικού συστήματος σε σχέση με πλανητικού επίπεδου ανάγκες.
.
.
Για μια ευρωπαϊκή ηγεσία
.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, τόσο σε σχέση με την κατάσταση την Ευρώπη, όσο και την γερμανική συνιστώσα στην ευρωπαϊκή προοπτική, βγαίνουν ορισμένα πολύ χρήσιμα συμπεράσματα. Για την προσέγγισή τους έχει ενδιαφέρον να ακουμπήσουμε σε ορισμένα από αυτά που ειπώθηκαν στην τελετή απονομής του Βραβείου Νόμπελ για την Ειρήνη, το 2012 στο Όσλο.
.
Στην ομιλία του ο Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ, είπε ότι «Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έργο γενεών». Ο πρόεδρος δε του Ευρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτζ, τόνισε ότι: «Δεν κέρδισε η γενιά μου το βραβείο». Και συμπλήρωσε: «Δεν θα ήθελα να ανήκω σε εκείνους που αφήνουν στην τύχη την ευρωπαϊκή κληρονομιά».
.
Πολιτικοί οι οποίοι δεν υφίστανται την πίεση και την φθορά του πολιτικού κόστους στις χώρες προέλευσής τους, εκστομίζουν πολύ πιο εύκολα πικρές αλήθειες, έστω και με στρογγυλεμένες γωνίες. Δυστυχώς οι σύγχρονοι πολιτικοί ηγέτες δεν έχουν την ευρωπαϊκή συνείδηση η οποία απαιτείται για την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ελπίζω να μην οφείλεται στο γεγονός, ότι δεν έζησαν τους πολέμους που έχουν ταλαιπωρήσει τη γηραιά ήπειρο. Για τους παλαιούς, σαν τον Χέλμουτ Σμιτ και άλλους, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια απάντηση στην ιστορία. Γι’ αυτό και το νομιμοποιητικό της στοιχείο αντλείται από το παρελθόν. Για τους σύγχρονους, όπως η Μέρκελ και ο Ολάντ, αντιθέτως, η ευρωπαϊκή προοπτική εξαντλείται στις συναντήσεις κορυφής κάθε μήνα στις Βρυξέλλες.
.
Σήμερα, η αναγκαιότητα ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης τεκμαίρεται από το γεγονός της γήρανσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών και την ανάγκη προστασίας της ευημερίας και των ευρωπαϊκών αξιών, αντί να σχεδιάζεται ένα καλύτερο μέλλον. Κυρίαρχο ρόλο παίζει η διατήρηση των επιτευχθέντων. Και αυτός ο ρόλος είναι μονότονος και χωρίς προοπτική, ενώ δεν πρόκειται να αναπτυχθεί βιώσιμη δυναμική στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Απεναντίας θα αρχίσει να συρρικνώνεται η παρουσία και η αποφασιστική συμμετοχή της Ευρώπης στο νέο, πολυεστιακό σύστημα ασφαλείας, καθώς και γεωπολιτικής και οικονομικής ισχύος.
.
.
Και όμως υπάρχει λύση με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά στο κενό ηγεσίας και όχι επικυριαρχίας του ισχυρότερου οικονομικά ή και πληθυσμιακά. Προϋπόθεση για την διέξοδο από το σημερινό τέλμα, είναι η επιτάχυνση της διαπολιτισμικής προσέγγισης, με ταυτόχρονη πολιτική ενοποίηση και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση. Καλό δε θα είναι τα υπάρχοντα «ευρωπαϊκά κόμματα», από μηχανισμοί συνεύρεσης εθνικών πολιτικών σχηματισμών και εξισορρόπησης εθνικών συμφερόντων ανάλογα με το «ειδικό βάρος» της κάθε χώρας-μέλους, να μετασχηματισθούν σε πραγματικές ευρωπαϊκές πολιτικές δομές, χωρίς εθνικές αναφορές και εξαρτήσεις. Αυτές οι διαδικασίες προϋποθέτουν επίσης την συστηματική και με ταχείς ρυθμούς δημιουργία ευρωπαϊκών δομών της κοινωνίας πολιτών, ώστε να πάψει η Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι υπόθεση πολιτικών και οικονομικών ελίτ. Μόνο σε αυτό το πλαίσιο θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για πραγματική ευρωπαϊκή ηγεσία. Ειδάλλως, θα συνεχίσουν οι διάλογοι για φαινομενικά διλλήματα, τα οποία ουσιαστικά φρενάρουν την πορεία των ευρωπαϊκών κοινωνιών προς ένα καλύτερο μέλλον, σε μια πολύπλοκη παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα
.