Αν θέλει κάποιος να δει πώς αποτιμούν πραγματικά τα αποτελέσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου οι ίδιοι που συμμετείχαν σε αυτό, αρκεί να διαβάσει την φράση με την οποία κλείνουν τα συμπεράσματά του: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα επανέλθει σε όλα αυτά τα θέματα σε ειδική συνεδρίαση». Η διατύπωση αυτή επιβεβαιώνει ότι δεν λήφθηκαν αποφάσεις, διότι αν θεωρείτο ότι είχαν ληφθεί δεν θα υπήρχε λόγος αμφισβήτησής τους αμέσως μετά τη λήψη τους, με τη δήλωση ότι όλα θα ξανασυζητηθούν και μάλιστα σε έκτακτη σύνοδο κορυφής.
Πράγματι, η εντύπωση που αποκομίζει κάποιος από την ανάγνωση των συμπερασμάτων, αλλά και από τις –τουλάχιστον- συγκρατημένες δηλώσεις ηγετών, είναι ότι μπορεί να επιχειρήθηκαν από ορισμένους, του Έλληνα πρωθυπουργού συμπεριλαμβανομένου, βήματα σημαντικά προς τα εμπρός αλλά, συναντώντας μπροστά τους τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα διαφόρων κρατών μελών, στην καλύτερη περίπτωση αναβλήθηκαν για το προσεχές μέλλον.
Οι συντάκτες των συμπερασμάτων ακολούθησαν τη γνωστή τακτική που ακολουθείται στα ευρωπαϊκά επιτελεία όταν η επί της ουσίας συναίνεση είναι ανέφικτη: Να βρουν όλοι στο κείμενο κάτι δικό τους και να έχουν έτσι τη δυνατότητα – ή το πρόσχημα – να συμφωνήσουν. Έτσι, για παράδειγμα, μνημονεύεται η θέσπιση ανώτατης τιμής στο φυσικό αέριο για να ικανοποιηθούν οι νότιες χώρες – και είναι σίγουρα ένα σημαντικό βήμα αυτό – όχι όμως ως δέσμευση, έτσι ώστε να μπορέσουν να αποδεχθούν την αναφορά αυτή Γερμανία και λοιποί. Συμφωνήθηκε να εργασθούν για από κοινού προμήθεια φυσικού αερίου (που θα αποτελούσε ένα ακόμη μεγάλο βήμα προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση μετά το εμβόλιο κατά του κορονοϊού) αλλά σε εθελοντική βάση. Ο – και ασκών την εξάμηνη προεδρία της ΕΕ – Εμμανουέλ Μακρόν το πήγε βέβαια κάπως μακρύτερα προεξοφλώντας σε δηλώσεις του μετά τη συνεδρίαση (κάτι περισσότερο ξέρει – ή μόνο επιθυμεί;) ότι . «Η Επιτροπή της ΕΕ θα λάβει εντολή για τις κοινές αγορές φυσικού αερίου»
Αναφέρθηκε το πρόβλημα της σύνδεσης των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας αλλά παραπέμφθηκε στις προτάσεις που αναμένονται τον Μάϊο από την Επιτροπή. Χαρακτηριστική για το θέμα αυτό είναι η δήλωση του Κυρ. Μητσοτάκη, σύμφωνα με τον οποίο «παραμένει ανοιχτό το ζήτημα του τρόπου που η τιμή του φυσικού αερίου επηρεάζει την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος» καθώς και ότι «καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι σε θέση να επωμιστεί μόνη της το βάρος των υπέρογκων τιμών.
Η μνεία δε ότι στην αντιμετώπιση του προβλήματος θα ληφθούν υπόψη ιδιαίτερες εθνικές καταστάσεις καθώς και ότι η Επιτροπή θα εξετάσει επείγοντα μέτρα στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που θα της κοινοποιήσουν κράτη μέλη επέτρεψε στον Ισπανό πρωθυπουργό να επιστρέψει στη συνεδρίαση, απ’ όπου φέρεται να είχε αποχωρήσει οργισμένος, αλλά και στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να δηλώσει ότι συμφωνήθηκε ειδική μεταχείριση των χωρών της Ιβηρικής, παρ΄ όλο που οι δύο χώρες δεν αναφέρονται ονομαστικά.
Σε ό,τι δε αφορά τα οικονομικά θέματα, επαναλήφθηκε το ευχολόγιο για επιδίωξη πιο ανοιχτής και στιβαρής οικονομικής βάσης και για μείωση της στρατηγικής εξάρτησης από ορισμένα υλικά, αλλά δεν υπήρξε ούτε καν ίχνος απάντησης στο επίμονο αίτημα των νοτίων χωρών, της Γαλλίας συμπεριλαμβανομένης για ανάληψη – και ειδική χρηματοδότηση – μιας κοινής ευρωπαϊκής δράσης για αντιμετώπιση των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία. Δεν υπήρξε όμως ούτε και απόρριψη των προτάσεων που έχουν γίνει. Πρόκειται μήπως για εύγλωττη σιωπή, μέχρι να ποσοτικοποιηθούν από την Επιτροπή οι σχετικές ανάγκες; Too good to be true, θα πουν πολλοί, δικαιολογημένα δε. Το ίδιο βέβαια λέγαμε τέτοια εποχή το 2020, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τις μεγάλες αποφάσεις του Ιουλίου της ίδιας χρονιάς. Ο Μάϊος, εντός του οποίου πρέπει να τοποθετείται το αναφερόμενο στα συμπεράσματα έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενδέχεται να επιφυλάσσει εκπλήξεις.
Πηγή: www.kreport.gr