Προχθές δημοσιεύτηκαν από την ΕΛ.ΣΤΑΤ τα στοιχεία για ένα πολύ σημαντικό μέγεθος της οικονομίας μας, το οποίο πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων και των μέσων ενημέρωσης. Πρόκειται για το εμπορικό ισοζύγιο του οποίου το έλλειμμα αυξήθηκε σε επίπεδο οκταμήνου κατά 20,4%, φτάνοντας στα 14,8 δις ευρώ. Το γεγονός αυτό πιστοποιεί, για άλλη μια φορά, τα μειονεκτήματα της εγχώριας παραγωγής καθώς και την αδυναμία της οικονομίας μας να ανταπεξέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό. Οι εξαγωγές μας δηλαδή, παρότι αυξάνονται, δεν είναι όμως ικανές να αντισταθμίσουν τις αντίστοιχες εισαγωγές. Το κακό είναι ότι ακόμη και σε βασικά προϊόντα (τρόφιμα κλπ) που κάποτε η Ελλάδα, ήταν αυτάρκης, σήμερα η εγχώρια παραγωγή, μπορεί να καλύψει μόνο το 26% της εσωτερικής ζήτησης. Το υπόλοιπο 74% εισάγεται με αποτέλεσμα να δημιουργείται τεράστια αιμορραγία στην ελληνική οικονομία με σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας. Φαίνεται ότι και οι τωρινοί κυβερνώντες επιμένουν σε ένα παραγωγικό πρότυπο, το οποίο δημιουργεί μια ασθενική και ετοιμόρροπη ανάπτυξη. Πρέπει να καταλάβουν όλοι ότι με τον τρόπο αυτό, χρηματοδοτούμε θέσεις εργασίας στο εξωτερικό, αφού εισάγουμε περισσότερα από όσα εξάγουμε, σε μια περίοδο μάλιστα που η κρίση έχει απομυζήσει και την τελευταία ρανίδα του αίματος της ελληνικής κοινωνίας. Όταν αυτό συνδυαστεί με τους προσδοκώμενους χαμηλούς ή και μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, γίνονται περισσότερο κτυπητές οι αδυναμίες μας ως χώρα, η οποία δεν μπορεί να λύσει το βασικό πρόβλημα της δημιουργίας σταθερών θέσεων εργασίας και αύξησης των εισοδημάτων.
Είναι επιτακτική ανάγκη, αυτά τα νούμερα, αν δεν μπορούν άμεσα να αντιστραφούν, θα πρέπει να τείνουν στο έστω μερικό κλείσιμο του αρνητικού ισοζυγίου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να εισάγουμε προϊόντα, όπως αυτά της υψηλής τεχνολογίας, πετρέλαιο κλπ., τα οποία συμβάλουν στη βελτίωση των παραγόμενων προϊόντων μας, αλλά να προσανατολιστούμε σε ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης, για την παραγωγή και μεταποίηση ποιοτικών προϊόντων και υπηρεσιών, υψηλής προστιθέμενης αξίας, που έχουν σχέση με τον γεωργοκτηνοτροφικό τομέα και την διατροφή καθώς και στους ανταγωνιστικούς τομείς της οικονομίας μας (τουρισμός, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ναυτιλία, μεταφορές κλπ) σε συνδυασμό με την καινοτομία και την νεοφυή επιχειρηματικότητα, με παράλληλη αξιοποίηση διαφόρων εργαλείων χρηματοδότησης. Σημαντική συμβολή σ αυτή την προσπάθεια αποτελεί η προώθηση της επιχειρηματικότητας, η κινητοποίηση της συνένωσης επιχειρηματικών δυνάμεων, η δημιουργία επιχειρηματικών συστάδων για την προώθηση και προβολή των προϊόντων μας.
Με τον τρόπο αυτό θα πετύχουμε υψηλούς ρυθμούς αύξησης των εξαγωγών και πολλά εισαγόμενα προϊόντα θα εκτοπισθούν από τα ράφια των καταστημάτων, τα οποία πλαισιώνουν το «καλάθι της νοικοκυράς». Μόνο έτσι θα περιορισθεί το καθημερινό κακό, που βιώνει η ελληνική οικονομία και θα ανοίξει ο δρόμος της ανάπτυξης, της απασχόλησης και παράλληλα της αύξησης των εισοδημάτων των Ελλήνων εργαζομένων.