«Το εισιτήριο παρακαλώ.»
Δεν είχε… Δεν είχε χρήματα ν’ αγοράσει εκείνο το πρωί; Δεν είχε ποτέ χρήματα να αγοράσει εισιτήριο; Δεν αγόραζε ποτέ, είχε – δεν είχε; Δεν θα το μάθουμε, δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία να το μάθουμε τώρα πια… Τα άλλα τα ξέραμε από καιρό. Ότι ζούμε σε μια κοινωνία που ο λαϊκισμός και η υποκρισία περισσεύουν, μια κοινωνία που φόρτωσε ήδη την ψεύτικη ευδαιμονία της στην επόμενη γενιά, ζητώντας να την ξεπληρώσουν τα άνεργα παιδιά της… Το προχθεσινό άλμα θανάτου από το τρόλεϊ, ήταν μία ακόμα σοβαρή προειδοποίηση ότι η θυσία της επόμενης γενιάς, μπορεί να αφορά και την ίδια τη ζωή της!
Τα πράγματα πήραν το δρόμο τους… Το υπουργείο… «μελετάει ήδη βελτιώσεις στις μορφές και τον τρόπο ελέγχου», τα κινήματα -και τα κόμματα- «δεν πληρώνω», ξεκίνησαν τις… λαϊκές διαδηλώσεις καταγγελίας και τις… επιθέσεις – αντίποινα στους οδηγούς των λεωφορείων! Οι μεν μιλάνε για «τζαμπατζήδες» και οι δε για «ταξικούς δολοφονικούς ελέγχους»…
Η πεπατημένη του επικοινωνιακού διχασμού, για λόγους κομματικού εντυπωσιασμού, θριαμβεύει και πάλι! Σε μια ιδανική κοινωνία, θα έφτανε να δηλώσει το παιδί ότι δεν είχε λεφτά για εισιτήριο! Σε μια κανονική κοινωνία, θα έφτανε να δείξει ένα πάσο, νέος άνεργος, π.χ., που θα είχε προμηθευτεί από το ταμείο ανεργίας. Όπως επίσης, σε μια κανονική χώρα, το εκπαιδευτικό σύστημα θα φρόντιζε και για το περιεχόμενο της κοινωνικής μόρφωσης των νέων ανθρώπων, της προετοιμασίας τους για την αυριανή συμμετοχή τους, ως υπεύθυνων πολιτών, στη συλλογική προσπάθεια για πρόοδο.
Το ίδιο το σπίτι θα φρόντιζε να εξηγεί στα παιδιά του, ότι το κάθε εισιτήριο που δεν πληρώνει κάποιος, το πληρώνουν όλοι μαζί όσοι πληρώνουν σήμερα και θα πληρώνουν και αύριο τη νέα αυξημένη -αναγκαστικά- τιμή. Και βέβαια, σε μια κανονική χώρα, δεν θα υπήρχαν κόμματα που θα διαφήμιζαν το… τζάμπα παντού, αδιαφορώντας για το αν θα συνεχίσουν να υπάρχουν συγκοινωνίες, αν θα συνεχίσει να υπάρχει τελικά η ίδια η χώρα!
Τζάμπα μάγκες για μια ζωή που τζάμπα χάθηκε κι αυτή…