Το γεγονός από μόνο του ίσως σοκάρει, ωστόσο σίγουρα δεν ήταν απρόσμενο. Η σύνοδος Πούτιν-Ερντογάν-Ρουχανί ήρθε ως επιστέγασμα πολυετών ζυμώσεων, κι η υπόθεση του συριακού εμφύλιου αποτελεί ικανότατο λόγο για την πραγματοποίηση της. Οι τρεις ηγέτες δήλωσαν ομόφωνα πως επιθυμούν μια ενιαία δημοκρατική Συρία, εντός των ίδιων συνόρων, με ένα νέο σύνταγμα το οποίο θα εκφράζει δίκαια τις κοινωνικές, θρησκευτικές και εθνοτικές συνιστώσες του κράτους. Ωραία δήλωση, πολιτικά ορθή μα διόλου πειστική. Κανείς από τους τρεις συμμετέχοντες δε μπορεί να χαρακτηριστεί δημοκράτης σύμφωνα με την δυτική αντίληψη του όρου (αν και όλοι έχουν εκλεγεί μέσω καθολικής ψήφου), ο σεβασμός τους στα μειονοτικά ζητήματα είναι μάλλον ανεπαρκής, η δε Τουρκία ήδη έχει καταλάβει συριακά εδάφη, απειλώντας να προχωρήσει περαιτέρω.
Τί ζητούν άραγε; Οι εκτιμήσεις για την Ρωσία είναι πως επιδιώκει την καθιέρωση της ως ρυθμιστικού παράγοντα στα τεκταινόμενα της Μέσης Ανατολής, επ’ ωφελεία των ενεργειακών της συμφερόντων. Για την Τουρκία, πως έτσι καθιερώνεται ως «αφεντικό» της ανατολικής Μεσογείου, αποκόπτοντας ταυτόχρονα τους μαχητές του PKK από βάσεις ανεφοδιασμού τους. Για το Ιράν, πως επιτυγχάνει τον πάγιο στόχο του για παρουσία στη Μεσόγειο, ώστε να μην απειλούνται οι πετρελαϊκές εξαγωγές του από τις αεροναυτικές δυνάμεις των αραβικών βασιλείων του Κόλπου. Πέραν αυτών, τα τρία κράτη αναπτύσσουν εντατικά το μεταξύ τους εμπόριο (ενίοτε και λαθρεμπόριο, όπως φανέρωσαν οι αμερικανικές συλλήψεις Τούρκων μεσαζόντων και τραπεζικών αξιωματούχων), προχωρούν σε μεταφορά τεχνολογικής γνώσης (με κορυφαία την κατασκευή πυρηνικών σταθμών), και εμπλέκονται στον -κινεζικής έμπνευσης και χρηματοδότησης- χερσαίο Δρόμο του Μεταξιού. Συμπερασματικά, εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι η τριμερής αυτή συνεργασία/συμμαχία θα είναι αρραγής. Εκ πρώτης όψεως, επειδή υφίστανται και άλλες παράμετροι.
Κατ’ αρχήν, τα ρωσικά συμφέροντα στην ανατολική Μεσόγειο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ταυτίζονται με τα ιρανικά. Το Ιράν προσδοκά μεν κερδοφόρες εξαγωγές φυσικού αερίου από κάποιον συριακό τερματικό σταθμό, όμως προς τούτο χρειάζεται και την υποστήριξη του διαφιλονικούμενου Ιράκ. Η Ρωσία πλασάρεται ως η νέα δύναμη της περιοχής, εν τούτοις αντικειμενικά δεν διαθέτει το οικονομικό και στρατιωτικό υπόβαθρο του τρίπολου ΗΠΑ-Ισραήλ-Σ.Αραβία. Η Τουρκία επεκτείνεται προς νότο, ρισκάροντας έτσι τους παμπάλαιους εταιρικούς δεσμούς της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις μεγάλες χώρες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Και υπάρχει και συνέχεια. Η ελάχιστα κεκαλυμένη υποστήριξη της Άγκυρας προς τους ισλαμιστές την φέρνει σε ευθεία αντίθεση με την Μόσχα, ενώ και οι βλέψεις της προς την κεντρική Ασία δε περνούν απαρατήρητες. Μολονότι η Τεχεράνη θέλει αύξηση των ενεργειακών εσόδων της, μια τέτοια εξέλιξη λογικά θα μείωνε αντίστοιχες πωλήσεις της Gazprom. Και τέλος, Ιράν και Τουρκία δε μπορούν να είναι στρατηγικοί σύμμαχοι αν συνυπολογιστούν το μεγέθος και τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των πληθυσμών τους, και φυσικά το γεγονός πως ορέγονται την πρωτοκαθεδρία στον ίδιο σχεδόν γεωγραφικό χώρο.
Σε τελική ανάλυση, εκείνα που συνδέουν τους τρεις ηγέτες είναι η αντιπάθεια τους για τους Κούρδους (τους θεωρούν κοινή απειλή, ελεγχόμενη από ΗΠΑ και Ισραήλ), η δυσπιστία τους έναντι της Δύσης και των αρχών της, και η πεποίθηση τους ότι η παγκοσμιοποίηση είναι τελειωμένη υπόθεση, με το μέλλον να ανήκει σε διακρατικές συμφωνίες. Είναι αυτά αρκετά για μια μακροχρόνια σχέση; Μάλλον όχι, όμως για εμάς που κατοικούμε κοντά στην ζώνη ενδιαφέροντος ακόμη και μια μικρής διάρκειας συμπόρευση μπορεί να αποβεί μοιραία. Υπάρχει δηλαδή σαφώς ο κίνδυνος να υποστούμε διάφορα δεινά έως ότου οι δυτικές δυνάμεις αποφασίσουν πως έχει φτάσει η ώρα να πατήσουν πόδι (κάτι που διδάχτηκαν οδυνηρά Πολωνοί και Τσεχοσλοβάκοι πριν 80 περίπου χρόνια). Άλλωστε και ο διαβόητος τριμελής άξονας του Β’ΠΠ, ο υπεύθυνος για δεκάδες εκατομμύρια νεκρών και για πρωτοφανείς υλικές καταστροφές, ήταν ένα εγχείρημα με πολλές αντιφάσεις, που δεν διήρκεσε πάνω από 7 χρόνια.
Συνεπώς, ποιά θα μπορούσε να είναι η αντιμετώπιση αυτού του καινοφανούς προβλήματος; Το άμεσο πάγωμα πωλήσεων πολεμικού υλικού στην Τουρκία είναι μια ενδεικνυόμενη ενέργεια, με πρακτικά και συμβολικά αποτελέσματα (ψιθυρίζεται επίμονα αναβολή παράδοσης των F-35 λόγω S-400). Τυχόν επαναβεβαίωση της αμερικανικής κυριαρχίας στο Ιράκ θα έσπρωχνε ενδεχομένως την Τεχεράνη σε πιο μετριοπαθείς θέσεις. Η ενίσχυση των Κούρδων φαίνεται επίσης ορθή τακτική και στρατηγική επιλογή, εκτός από ηθικά επιβεβλημένη. Η πολυπόθητη -και πλέον ανοιχτά συζητούμενη- σύγκλιση Τελ Αβίβ-Ριάντ είναι ικανή να φέρει τα πάνω κάτω όχι μόνο στη Μέση Ανατολή, μα και σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο. Μια επιλεκτική προσέγγιση της Δύσης με την Ρωσία μπορεί άνετα να σπάσει αυτόν τον όχι και τόσο συμπαγή άξονα. Η στρατιωτική ή/και πολιτική ενίσχυση και στήριξη Βουλγαρίας, Ελλάδας, Κύπρου και Λιβάνου (των κρατών της ευρύτερης περιοχής που βρίσκονται στην πιο δυσχερή θέση) σαφώς θα λειτουργούσε ανασχετικά.
Πολλά μπορούν να γίνουν, ώστε να αποφευχθούν πολύ χειρότερες εξελίξεις αργότερα, και η δική μας διπλωματία επιβάλλεται να πείσει όλους ανεξαιρέτως τους ξένους παίκτες για την σημασία που μπορούμε να έχουμε, και να κερδίσει χρόνο ώστε να βελτιώσουμε την παραμελημένη εθνική άμυνα. Ωστόσο, αν ζητούμε να λάβουμε στήριξη οφείλουμε να φανούμε αντάξιοι της, κι αυτό δεν συμβαίνει όταν επίσημα χείλη χαρακτηρίζουν τον Ερντογάν τρελό σουλτάνο, όταν τιθέμεθα εκτός της κοινής ΝΑΤΟϊκής στάσης έναντι της Ρωσίας, κι όταν αναβάλλουμε επ’ άπειρον καίρια εξοπλιστικά προγράμματα εξαιτίας κουτοπονηριάς και ιδεοληψίας.
Φωτογραφία: Στο πάνω μέρος ο Χίτλερ, ο Ιάπωνας πρέσβης Κουρούσου κι ο Τσιάνο, στις 27 Σεπτρενβριου 1940, όταν υπεγράφη επίσημα η σύσταση του Άξονα. Στο κάτω μερος, τρεις σύγχρονοι δημοκρατικά εκλεγμένοι πολιτικοί
Πηγή: point4023.gr/