Ο κ. Βενιζέλος θα έπρεπε να εμπλακεί στην εκτέλεση του προγράμματος ως αντιπρόεδρος για την οικονομική πολιτική και ο κ. Κουβέλης για την κοινωνική πολιτική
Από τη νέα κυβέρνηση περιμένω το αυτονόητο: Να κυβερνήσει. Οχι να ασκήσει πολιτική, αλλά να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση. Και εξηγούμαι.
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν, η κυβέρνηση αυτή διαθέτει πρόγραμμα και γραμμή πλεύσης. Είναι το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως θα διαμορφωθεί από τις συζητήσεις με τους εταίρους και δανειστές μας. Ασχετα με το τι θα προκύψει τελικά από τις συζητήσεις αυτές -ας ελπίσουμε ότι θα επιμηκυνθεί η περίοδος προσαρμογής και θα ελαφρυνθούν, επομένως, τα υπέρμετρα βάρη στους πολίτες-, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν πρόκειται να αλλάξουν. Και εκεί πρέπει να δοθεί το βάρος. Γιατί αν είχαμε προχωρήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια στις μεταρρυθμίσεις αυτές, ίσως να μη χρειαζόταν να κάνουμε οριζόντιες περικοπές τέτοιου ύψους σε μισθούς και συντάξεις.
Αν δεν ανασυνταχθεί ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός και αν δεν παταχθούν αμείλικτα η φοροδιαφυγή και εισφοροαποφυγή, αν δεν μειωθεί και δεν εκλογικευθεί ο δημόσιος τομέας με ταυτόχρονη αύξηση της αποτελεσματικότητάς του, αν δεν προχωρήσει γρήγορα η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, αν δεν ανοίξουν τα επαγγέλματα και οι αγορές και αν δεν ενισχυθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον, τίποτα δεν θα μπορέσει να προχωρήσει στη χώρα. Πολύ γρήγορα θα βρεθούμε πάλι στο σημείο μηδέν, η εφαρμογή του προγράμματος θα αποτύχει και θα αντιμετωπίσουμε, ίσως, μείζονες κοινωνικές αναταραχές, που μπορεί να αποδειχθούν μοιραίες.
Η άμεση και στιβαρή δράση που απαιτείται από τη νέα κυβέρνηση εξαρτάται, βέβαια, και από τα πρόσωπα. Ο χαρακτηρισμός αυτών ως φερέγγυων δεν λέει τίποτα. Κατά τη γνώμη μου, παραδείγματος χάριν, δεν είναι φερέγγυος ο κ. Ρουπακιώτης, ο οποίος, αναβάλλοντας την ένταξη στον ΕΟΠΥΥ των λεγόμενων «ευγενών» Ταμείων, ενήργησε περισσότερο ως συνδικαλιστής του Δικηγορικού Συλλόγου παρά ως υπουργός της κυβέρνησης του ελληνικού λαού. Θα έπρεπε κατ’ αρχάς να εμπλακούν στην εκτέλεση του προγράμματος τα κόμματα διά των αρχηγών τους.
Ο κ. Βενιζέλος ως αντιπρόεδρος, υπεύθυνος για την οικονομική πολιτική, και ο κ. Κουβέλης επίσης ως αντιπρόεδρος, υπεύθυνος για την κοινωνική πολιτική. Ο πρωθυπουργός κ. Σαμαράς υπεύθυνος για την άμυνα, την εξωτερική πολιτική και τα υπόλοιπα. Από κάτω, ας φροντίσουν να τοποθετήσουν στελέχη, πολιτικά ή μη λίγο ενδιαφέρει, που να είναι όμως ικανά να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους. Για τα έσοδα, π.χ, θα χρειαζόταν στιβαρός υπουργός (ας πούμε ο κ. Στουρνάρας) και για τα εργασιακά γνώστης του προβλήματος και όχι συνδικαλιστής (ας πούμε ο κ. Ματσαγγάνης). Κάθε ενέργεια που θα τείνει σε αποστασιοποίηση και μετακύλιση του πολιτικού κόστους θα αποδειχθεί καταστροφική.
Τα κόμματα πρέπει να αποδείξουν ότι παίρνουν στην πλάτη τους την επιτυχία της εκτέλεσης του προγράμματος.
Γι’ αυτό και λέω ότι οφείλουν να κυβερνήσουν και όχι να ασκήσουν υστερόβουλη πολιτική με τα μάτια στραμμένα όχι στη σωτηρία της χώρας, αλλά σε πιθανά μελλοντικά μικροκομματικά τους οφέλη.
Ο Ξενοφών Α. Γιαταγάνας είναι επιστημονικός διευθυντής του ΕΚΕΜΕ (Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών και Ερευνών)