«Η πρόβλεψή μου: η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου θα πέσει και η διάδοχός της θα επιβάλει κούρεμα 30% στους κατόχους ελληνικών ομολόγων»!
Η προφητεία δημοσιεύτηκε στις 6 Μαΐου 2010 – την ημέρα ακριβώς που η ελληνική Βουλή υπερψήφιζε το πρώτο Μνημόνιο – στο περιοδικό «Newsweek» και έφερε την υπογραφή μιας αυθεντίας, του καθηγητή του Χάρβαρντ Niall Ferguson. Εχουν περάσει 22 μήνες από τότε και η προφητεία μοιάζει δικαιωμένη. Η κυβέρνηση Παπανδρέου όντως έπεσε και η διάδοχός της επέβαλε κούρεμα – και μάλιστα όχι 30%, αλλά διπλάσιο, στους κατόχους ελληνικών ομολόγων.
Καθώς, λοιπόν, το ελληνικό PSΙ, η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους στην ιστορία, σημαδεύει το τέλος μιας εποχής, μιας φάσης της κρίσης, είναι χρήσιμο, νομίζω, να επιστρέψουμε στην αρχή αυτής της φάσης και να θυμηθούμε πώς ξεκίνησε. Τι λέγαμε, τι μας έλεγαν, τι πιστεύαμε τότε.
Επισήμως, στην Αθήνα, ακούγαμε ένα τερατώδες «κατά συνθήκην» ψεύδος, το οποίο, αφελώς, η τότε κυβέρνηση φαίνεται να είχε η ίδια πιστέψει: πως το Μνημόνιο ήταν η σωτήρια λέμβος που θα μας απομακρύνει από το ναυάγιο και, μέσα σε δύο χρόνια το πολύ, θα μας επαναφέρει στην ανάπτυξη και στις αγορές.
Αντίθετα, όλοι οι αναλυτές του κόσμου, συντηρητικοί και προοδευτικοί, κεϊνσιανοί και φιλελεύθεροι, ο Ferguson αλλά και ο Krugman, ο «Economist» και οι «Financial Times», προφήτευαν εξαρχής αποτυχία. «Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους όχι μόνο θα καταστεί αναπόφευκτη, αλλά δεν θα είναι καν επαρκής για τη λύση του προβλήματος», προειδοποιούσε, στις 5 Μαΐου 2010, ο Paul Krugman. Και όλοι συμφωνούσαν σε δύο διαπιστώσεις: ότι, πρώτον, το βάρος της λιτότητας, το μέγεθος της εσωτερικής υποτίμησης που η Ελλάδα έπρεπε να κάνει, ήταν υπερβολικά μεγάλο και θα ήταν αδύνατον να το επιτύχει («εκτός αν η Ελλάδα ήταν μια χώρα υψηλής συνοχής όπως η Αυστρία, ίσως», έγραφε τότε ο Krugman). Και ότι, δεύτερον, ακόμη και αν από θαύμα η Ελλάδα εφάρμοζε όση λιτότητα της ζητούσαν, χωρίς να εκραγεί κοινωνικά, στο τέλος της ημέρας το χρέος της θα ήταν μεγαλύτερο, όχι μικρότερο, απ’ ό,τι στην αρχή της προσπάθειάς της.
Τώρα πια κανείς δεν δικαιούται να έχει αμφιβολία: η Κασσάνδρα είχε δίκιο. Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήταν όντως αναπόφευκτη, ας ελπίσουμε ότι δεν έρχεται πολύ αργά. Το πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης ήταν όντως μη εφαρμόσιμο. Και τώρα;
Τώρα πια, το ελληνικό χρέος αλλάζει χαρακτήρα και μαζί του αλλάζει φάση και το «ελληνικό πρόβλημα». Από σήμερα η Ελλάδα δεν χρωστά, παρά ελάχιστα, στις αγορές. Το ιδιωτικό χρέος που κουρεύτηκε, αντικαθίσταται από νέο δημόσιου χαρακτήρα χρέος. Ολο σχεδόν το ελληνικό χρέος – και μαζί και η μοίρα της χώρας η ίδια – είναι στα χέρια των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Αν δει κανείς αυτή την εξέλιξη από απαισιόδοξη σκοπιά, αυτό καθιστά την Ελλάδα «την πρώτη αποικία της Ευρωπαϊκής Ενωσης», όπως έγραφαν οι «Financial Times», μια χώρα αυστηρά και στο διηνεκές επιτηρούμενη και ποδηγετούμενη από τους εταίρους της. Αν το δει κανείς αισιόδοξα, αυτό σημαίνει ότι μπαίνει επιτέλους «πάτος στο βαρέλι», τελειώνει η αβεβαιότητα και κλείνει η συζήτηση περί εξόδου από το ευρώ, και έτσι δημιουργείται μια προϋπόθεση για ανάκτηση εμπιστοσύνης, επενδύσεις, ανάπτυξη.
Η έκβαση εξαρτάται, σε έναν βαθμό, από εμάς τους ίδιους – από την ικανότητά μας να διατηρήσουμε την κοινωνική συνοχή, να αποκαταστήσουμε εσωτερικά το πληγωμένο αίσθημα δικαιοσύνης και εμπιστοσύνης, να πάρουμε μπρος. Αλλά, σε μεγαλύτερο βαθμό νομίζω, εξαρτάται από τις γενικότερες εξελίξεις στην Ευρώπη.
Στο ίδιο εκείνο προφητικό κείμενο της 6ης Μαΐου 2010, ο Ferguson κατέληγε πως το πραγματικό δίλημμα το έχει, όχι η Ελλάδα, μα η Ευρώπη. Η οποία πρέπει να αποφασίσει «αν θα γίνει πλήρως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης ή θα μείνει ένα είδος μοντέρνας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα συνονθύλευμα μεταβλητής γεωγραφίας, που αργά ή γρήγορα θα διαλυθεί».