—επιμέλεια / αρχείο: Γιώργος Ζεβελάκης—
Ξεφυλλίζοντας κάποτε τον Τύπο της εποχής για να δω τι έγραφε τις μέρες που πέθανε ο Νικόλαος Γύζης (1 Μαρτίου 1842 – 4 Ιανουαρίου 1901), μου έκανε εντύπωση ένα δημοσίευμα της καθημερινής εφημερίδας των Αθηνών Σκριπ, στις 25/5/1901. Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του μεγάλου καλλιτέχνη, σε χρονογράφημα της πρώτης σελίδας σχολίαζε την αδιαφορία του επίσημου κράτους για την περισυλλογή των έργων του.
Έγραφε μεταξύ των άλλων: «Εάν είχομεν περισσότερον αίσθημα και βαθύτερα ιδανικά, τα έργα τα οποία αφήκεν εις το εργαστήριόν του ο προ μηνών εν Μονάχω αποθανών Έλλην τεχνίτης, θα είχον αγορασθή παρά της Ελληνικής Κυβερνήσεως και θα εστόλιζον ήδη μίαν ολόκληρον αίθουσαν της Καλλιτεχνικής Πινακοθήκης εις το Πολυτεχνείον. Εάν είχομεν μόνον αίσθημα. Δεν λογαριάζω τόσον το χρήμα. Διότι όσον χρήμα απαιτείται δια την αγοράν των εκλεκτών πινάκων ενός τέκνου της οίος ο Γύζης, δεν λείπει από το πενιχρόν χρηματοκιβώτιον της Ελλάδος. Δεν έγινε τόσον πτωχόν το Ελληνικόν κράτος, ώστε χάριν φειδούς ολίγων εκατοντάδων χιλιάδων δραχμών να δικαιολογήται αφίνον να περιέλθουν εις την κατοχήν ξένων μουσείων ολίγαι εικόνες, αι οποίαι περικλείουν ένα κομμάτι της νεοελληνικής ψυχής αρθείσης εις τους αληθείς ορίζοντας της τέχνης με μίαν έντασιν τιμώσαν το Ελληνικόν όνομα εις μίαν Γερμανίαν».