Στην περίπτωση της τραγωδίας των Τεμπών έγινε μία ακόμη μετωπική σύγκρουση, αυτή της υποκρισίας με το κάθε τι αυθεντικό, της εικόνας με το περιεχόμενο, της επικοινωνίας με την ουσία, του ιδιοτελούς με το αλληλέγγυο, του απάνθρωπου με το ανθρώπινο.
Η Ελλάδα πια φανερώνεται, ξεγυμνώνεται· και γίνεται όλο και πιο άσχημη στα μάτια μας, καθώς βλέπουμε τον κυνισμό της κάθε εξουσίας, είτε να επιδιώκει ατυχώς τον έλεγχο της κοινής λογικής πάνω από τα αποκαϊδια είτε να ψάχνει τους χαμηλούς τόνους και τη σιωπή απέναντι στην οργή, προσδοκώντας σε μία νέα βολική ισορροπία -όχι, το βολικό μάς τελείωσε.
Ο θυμός, το μίσος, η οργή, όπως και κάθε αρνητικό συναίσθημα σε δυσκολεύει να σκεφτείς. Τι να πεις στη μάνα που γνώριζε πως το παιδί της ήταν στο τρένο, που γέμισε με χιλιάδες αναπάντητες ένα κινητό τηλέφωνο που είχε λιώσει μέσα στη φωτιά, καθώς οδηγούσε προς τα Τέμπη και της φαινόταν ο χρόνος αιώνιος· μία μάνα που έψαχνε γονατιστή να βρει ό,τι περισσότερο αγαπούσε και δεν μπορούσε να το ξεχωρίσει ανάμεσα στη στάχτη, στη στάχτη. Τίποτα.
Όμως, σε κάθε άλλη περίπτωση, διαφωνώ με τη σιωπή. Είναι υποκριτική και ένοχη. Όπως διαφωνώ και με το δημόσιο λόγο που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί, να ελέγξει, να ποδηγετήσει. Και, έναντι αυτών, δεν κερδίζει η δικαιολογημένη οργή· παρότι υποδηλώνει υγεία, ταυτόχρονα εξισώνει, ισοπεδώνει, μοιάζει περισσότερο ως ένα ράλι με πορεία προς το γκρεμό.
Είναι όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι και ένοχοι; Όχι. Πέραν όμως της οργής που νιώθουμε για τους απίθανους εκείνους βασιλικότερους του βασιλέως, πρέπει να βρούμε τη δύναμη να δείξουμε και αυτούς που ανέδειξαν τα κακώς κείμενα, ερεύνησαν, έλεγξαν την εξουσία, έκαναν το καθήκον τους. Αυτοί, οι λίγοι, είναι η Αλλαγή Παραδείγματος που χρειάζεται η χώρα -η Ελλάδα που θέλουμε.
Είναι όλοι οι πολιτικοί ίδιοι και ένοχοι; Όχι. Πέραν των ασυγχώρητων ευθυνών και των υποκριτών διαπραγματευτών, πρέπει να βρούμε τη δύναμη να δείξουμε και αυτούς που παλεύουν για τις ιδέες μας, που δεν τάζουν, δεν παζαρεύουν, δεν εξαγοράζονται. Αυτοί, οι λίγοι, είναι η Αλλαγή Παραδείγματος που χρειάζεται η χώρα -η Ελλάδα που θέλουμε.
Είναι όλοι οι γιατροί ίδιοι και ένοχοι; Όχι. Πέραν αυτών που ψάχνουν στις τσάντες άπορων ασθενών το φιλοδώρημα, πρέπει να βρούμε τη δύναμη να δείξουμε και αυτούς που έχουν αφιερώσει με ανιδιοτέλεια τη ζωή τους για ένα αξιοπρεπές Εθνικό Σύστημα και μεθούν, μόνοι στο σπίτι, κάποια βράδια, στη μνήμη όσων δεν μπόρεσαν να σώσουν.
Είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί, οι πυροσβέστες, οι δημοτικοί υπάλληλοι, οι αστυνομικοί, οι μηχανικοί, οι υδραυλικοί, οι έμποροι, ίδιοι και ένοχοι; Όχι, δεν είναι. Διότι ειδάλλως ένοχοι είμαστε όλοι. Άσχετα αν καθείς βολικά εξαιρεί τον εαυτό του.
Μου λέει ένας καλός φίλος να τα κάψουμε όλα και να τα στήσουμε από την αρχή. Κι όμως, δεν χρειάζεται να αυτοπυρποληθεί η Ελλάδα, να αλλάξει χρειάζεται. Και το πρώτο βήμα έγινε, η κοινωνία έδειξε χθες πως δεν είναι κουφάρι, μία άστεγη που έχει πάψει να αντιδρά στο φως του ήλιου, αλλά είναι ακόμη ζωντανή. Χιλιάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών έφτιαξαν μία πρώτη μεγάλη ανάσα. Το επόμενο βήμα για την κοινωνία είναι απλώς να σηκώσει το δάχτυλο και να δείξει συντονισμένα την αλλαγή. Να απαξιώσει κάθε τι που ροκανίζει την προσδοκία μας και να επιλέξει το αυθεντικό, το ειλικρινές, το ανθρώπινο, το δίκαιο, το ανιδιοτελές, το ελεύθερο, το δημοκρατικό.
Αυτό είναι που φοβάται περισσότερο η εξουσία στη σημερινή της μορφή. Αυτό είναι που θα κάνει τη σημερινή ισχνή μειοψηφία, πλειοψηφία τού αύριο. Η δύναμη να υπερβούμε τον αρνητισμό, την απέχθεια που νιώθουμε, την παραίτηση που μας κυριεύει και να ονειρευτούμε ξανά. Δεν είναι εύκολο, το ξέρω. Όμως, αυτό είναι.