Όταν άκουσα πως ο Κουφοντίνας γράφει στο βιβλίο του πως γεννήθηκε στις 17 Νοέμβρη 1973 έπαθα σοκ! «Μα τι λέει ο τύπος» σκέφτηκα. «Ούτε η Άντζελα Δημητρίου δεν κρύβει τόσα χρόνια!»
Καλώς ή κακώς δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι πιο αστείο για το βιβλίο του νέου μου συνάδελφου συγγραφέα το οποίο αναμένεται να σπάσει ταμεία. Έτσι είναι. Με τέτοια διαφημιστική καμπάνια είναι βέβαιο πως ακόμα και οι καλές φίλες Λένα Μαντά και Χρύσα Δημουλίδου θα δουν την πλάτη του Έλληνα μακελάρη με το ιδεολογικό προσωπείο. Εδώ και λίγες μέρες όλοι μιλάνε για το πόνημα του Δημήτρη Κουφοντίνα, υπεύθυνου για το θάνατο μιας ενδεκάδας ανθρώπων, κάποιοι εκ των οποίων απλώς είχαν την ατυχία να βγάζουν το ψωμί τους ως επαγγελματίες οδηγοί, να είναι διπλωμάτες σε λάθος χώρες η ακόμα και να έχουν διαπράξει το έγκλημα να περνάνε από τον λάθος δρόμο τη λάθος στιγμή.
Αν πρέπει να απαγορευτεί; Σίγουρα όχι. Όσο και αν πιστεύω πως ο Κουφοντέν (που λέει και η Αννίτα Πάνια) ήταν απλώς ένας στυγερός δολοφόνος και τίποτα παραπάνω, μπορώ να σε διαβεβαιώσω, φίλε αναγνώστη, πως στην αγορά μπορείς εύκολα να βρεις πολύ πιο αποκρουστικά βιβλία από το «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη». Και μόνο η ultra ακροδεξιά/ ναζιστική βιβλιοθήκη περιλαμβάνει άπειρους τίτλους, από την διατριβή του Κωνσταντίνου Πλεύρη για τους «Κίναιδους» έως την απόλυτη Βίβλο του Ναζισμού, το «Μάιν Κάμφ» του Αδόλφου. Είμαι από τους ανθρώπους που θεωρούν πως το να ρίχνεις (κάθε τύπου) βιβλία στην πυρά είναι κάτι άκρως κατακριτέο και επικίνδυνο και μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτες καταστάσεις.
Αν θα το διαβάσω; Κατά πάσα πιθανότατα, όχι. Όχι τόσο επειδή δεν θέλω να κρατήσω στα χέρια μου το έργο ενός τύπου που όχι μόνο σκότωσε κόσμο αλλά κάποια στιγμή αποφάσισε να βγάλει και λεφτά από αυτό. Δυστυχώς, η ανθρώπινη περιέργεια επικρατεί συχνά των ηθικών συστολών. Απλώς, έχοντας διαβάσει ορισμένα αποσπάσματα, έφτασα στο συμπέρασμα πως το βιβλίο αποτελεί κατά πάσα βεβαιότητα μια συρραφή αφόρητων ψευτοεπαναστατικών τσιτάτων σαν αυτά που διαβάζουμε καθημερινώς στο ίντερνετ από τους γνωστούς «επαναστάτες» που, αντίθετα με τον Κουφοντίνα, δεν πέρασαν ποτέ στην πράξη.
Απ’ όλη αυτή την ιστορία προκύπτουν δύο άλλα ζητήματα τα οποία ξεπερνούν κατά πολύ ακόμα και το ίδιο το περιεχόμενο του βιβλίου. Καταρχάς, στο εξώφυλλο φιγουράρει μια παρέα από ελασίτες αντάρτες των οποίων ο Κουφοντίνας θεωρεί πως συνεχίζει το έργο. Πρόκειται βέβαια για μια απίστευτη ύβρη απέναντι στην Αριστερά και μου προξενεί αλγεινή εντύπωση που κανένα από τα κόμματα που καλύπτουν το συγκεκριμένο χώρο δεν βγήκε επισήμως να διαμαρτυρηθεί. Ο συνδυασμός 17ης Νοέμβρη και ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα ταίριαζε περισσότερο σε ένα βιβλίο που θα υμνούσε την, κατάπτυστη για μένα, θεωρία των «Δύο Άκρων» και θα συμμεριζόταν μέχρι κεραίας την άποψη πως «οι εαμοβούλγαροι αναρχοκουμμουνισταί ήντουσαν όλοι φονιάδες και ευτυχώς που υπήρξαν οι ηρωικοί ταγματασφαλήται πατριώται που μας έσωκαν». Ένας άνθρωπος που καθαρίζει πισώπλατα τον κοσμάκη, που βαράει με μπαζούκας στο κέντρο της Αθήνας κι όποιον πάρει ο χάρος, δεν μπορεί να συνδέεται με κανέναν τρόπο με την ιστορία της Αριστεράς στη χώρα. Ξανά, όμως, είναι δικαίωμα κάθε εκδοτικού οίκου και κάθε συγγραφέα να επιλέγει το εξώφυλλο της αρεσκείας του. Και να κρίνεται φυσικά γι’ αυτό.
Το άλλο θέμα είναι το οξύμωρο της όλης υπόθεσης: Ο Κουφοντίνας δεν επέλεξε να εκδώσει το αριστούργημά του σε κάποιον εναλλακτικό εκδότη των Εξαρχείων. Δεν απευθύνθηκε καν σε αναγνωρισμένους εκδοτικούς οίκους με παράδοση στα βιβλία για την Αριστερά. Ο Κουφοντέν πήγε στρέιτ θρου (που έλεγε κι ο Σερ Μπιθί) στον πιο mainstream και συστημικό εκδοτικό οίκο της χώρας: Στις εκδόσεις Λιβάνη, αυτής της μηχανής best seller η οποία ιδρύθηκε από έναν άνθρωπο που κάποτε υπήρξε το δεξί χέρι του Ανδρέα Παπανδρέου. Άθελά του (;) ο Δημήτρης Κουφοντίνας έκανε και ένα καλό. Ξεφτίλισε σαδιστικά όλους αυτούς που πίστεψαν και πιστεύουν σ’ αυτόν! Ανάγκασε όλους εκείνους τους Έλληνες «Επαναστάτες» που θεωρούν την 17Ν ένα κράμα Μπάντερ Μάινχοφ, RAF και Λίγκας των Σούπερ Ηρώων να πάνε στο βιβλιοπωλείο και να ακουμπήσουν τα λεφτάκια τους για ένα βιβλίο το οποίο ο υπάλληλος θα ψάξει στον κατάλογο του Λιβάνη ανάμεσα στον «Μάικ τον Φασολάκη» και το «My Greek Drama» της Γιάννας Δασκαλάκη Αγγελοπούλου. Μιλάμε για το μεγαλύτερο χτύπημα που δέχτηκε στην ιστορία της η, πάλαι ποτέ, διαβόητη 17η Νοέμβρη. Ένα χτύπημα εκκωφαντικότερο και από τη βόμβα που έσκασε στα χέρια του Σάββα Ξηρού πριν 12 χρόνια.