Το «αντισύστημα» ως πρόταση διακυβέρνησης

18 Μαρ 2025

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ούτε η κυβέρνηση μπορεί εύκολα - ακόμα και δια του ανασχηματισμού - να αναστρέψει το δυσμενές σε βάρος της πολιτικό κλίμα αλλά ούτε και η αξιωματική αντιπολίτευση φαίνεται ικανή να επωφεληθεί από την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε σε συνεργασία με την Αριστερά. Είναι φανερό ότι το κύμα θυμού και κοινωνικής οργής συμπαρασύρει στο πέρασμά του όλες τις δυνάμεις που έχουν ασκήσει κυβερνητική εξουσία τις οποίες θεωρεί αδιακρίτως συνυπεύθυνες για την τραγωδία των Τεμπών καθώς και τις προηγούμενες που έπληξαν τα τελευταία χρόνια τη χώρα. Ο «αντισυστημισμός» απειλεί να επικαλύψει τις παραδοσιακές διαχωριστικές ιδεολογικές γραμμές.

Ρωτήθηκε πρόσφατα η Ζωή Κωσταντοπούλου αν έχει έτοιμο το κυβερνητικό της πρόγραμμα. Η απάντησή της ήταν χαρακτηριστική της περιφρόνησης προς τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις ενός κοινοβουλευτικού κόμματος: «Δεν έχουμε τέτοιο πρόγραμμα αλλά θα το ετοιμάσουμε». Στην ουσία η αρχηγός του προσωπικού της κόμματος δεν έχει ανάγκη από πρόγραμμα αφού και χωρίς αυτό κατάφερε όχι μόνο να είναι στη Βουλή αλλά και να βλέπει τα δημοσκοπικά της ποσοστά να εκτοξεύονται. Της αρκεί ο ακραίος αντισυστημικός λαϊκιστικός λόγος και η κοντή μνήμη των πολιτών που ξεχνούν ότι ήταν ηγετικό στέλεχος της «Πρώτη φορά Αριστερά» που έφερε τη χώρα στην άκρη του γκρεμού.

Δεν είναι βέβαια μόνο η «Πλεύση Ελευθερίας» που κερδίζει έδαφος στην κοινωνία. Τα Ακροδεξιά κόμματα συνθέτουν ένα αλλοπρόσαλλο συνοθύλευμα λαϊκιστικών, σκοταδιστικών και νεοναζιστικών φωνών που απειλούν τη δημοκρατική και θεσμική σταθερότητα. Ο βανδαλισμός των έργων τέχνης στην Εθνική Πινακοθήκη αποδεικνύει πόσο επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και τον πολιτισμό μπορεί να γίνουν οι δυνάμεις αυτές. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι, τις μέρες αυτές, περίπου ένας στους τρεις πολίτες θα επέλεγαν να ψηφίσουν τις λεγόμενες αντισυστημικές δυνάμεις, μια προοπτική που μόνο την απαισιοδοξία για το μέλλον της χώρας μπορεί να τροφοδοτήσει.

Η ευθύνη για τις εξελίξεις αυτές βαραίνουν κυρίως την κυβέρνηση. Η προσπάθειά της, το 2023, να κλείσει άμεσα το θέμα της φονικής τραγωδίας των Τεμπών ώστε να αποφύγει το εκλογικό κόστος αποδείχτηκε μοιραία για τη συνέχεια. Οι πολιτικές ευθύνες δεν παραγράφονται, ιδιαίτερα όταν συνδέονται με τα θέματα της ασφάλειας και της απώλειας ανθρώπινων ζωών. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός παραδέχτηκε - με καθυστέρηση δύο χρόνων - τα λάθη που έγιναν στον πολιτικό - και όχι μόνον - χειρισμό της τραγωδίας. Η δήλωσή του «πρέπει να συγκρουστούμε με το βαθύ κράτος» συνιστά ομολογία αποτυχίας. Σοβαρή ευθύνη φέρουν και όσες δυνάμεις άφησαν περιθώρια στον λαϊκισμό να επωφεληθεί.

Η συναινετική θωράκιση και η υποδειγματική λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών είναι το μόνο ασφαλές καταφύγιο της δημοκρατίας όταν απειλείται από τους κάθε λογής αντιπάλους της.