Το αίμα και το χρήμα

Πέτρος Τατσόπουλος 13 Μαρ 2014

Προτού εμπλακούμε στην ανόητη-βαρετή-αδιέξοδη-όλα αυτά μαζί συζήτηση γύρω από τις αληθινές προθέσεις των εκδόσεων Λιβάνη, με σχόλια βαθυστόχαστης ανηκέστου βλάβης όπως «ο Δημήτρης Κουφοντίνας ήταν συμμαθητής του Ηλία Λιβάνη» ή «ένας εκδότης δεν προσυπογράφει υποχρεωτικά το περιεχόμενο των βιβλίων του», σκόπιμο θα ήταν να ρίξουμε μια ματιά επί τροχάδην στις εκδοτικές του επιλογές διαχρονικά. Εκεί, δίπλα σε πραγματικά αξιόλογους τίτλους, θα διαπιστώσουμε ότι πίσω από τους περισσότερους κουδουνίζουν τα «άτιμα τα τάλαρα» – για να θυμηθούμε και τον κεντρικό ήρωα στην «Τιμή και το Χρήμα», την περιώνυμη νουβέλα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Εάν πάλι θέλουμε να είμαστε ακριβοδίκαιοι, θα παραδεχτούμε ότι τα «άτιμα τα τάλαρα» κουδουνίζουν και πίσω από τους περισσότερους τίτλους των περισσότερων εκδοτικών οίκων, είτε ως άλλοθι για τους υπόλοιπους αντιεμπορικούς τίτλους είτε ως γλυκός αυτοσκοπός. Με δεδομένη την ανωτέρω παραδοχή, επιτρέψτε μου, ως πρώην συμβούλου εκδόσεων, να υποδεχτώ κάθε άλλη ανάλυση μ’ ένα πελώριο χασμουρητό.

Η ογκώδης αυτοβιογραφία του Δημήτρη Κουφοντίνα έχει έναν ακόμη ογκωδέστερο εκδοτικό πρόγονο. Τιτλοφορείται μ’ ένα μακρινάρι: «Οι προκηρύξεις 1975-2002. Όλα τα κείμενα της οργάνωσης 17Ν. 621 ονόματα, αναφορές και στόχοι». Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κάκτος το 2002, σε χρονική απόσταση αναπνοής από την εξάρθρωση της οργάνωσης και ο μοναδικός λόγος για ν’ αντέξεις σχεδόν χίλιες πυκνοτυπωμένες σελίδες κοινοτοπιών είναι η διακριτική υπόμνηση κάτω από κάθε προκήρυξη: «Υπόθεση Μομφεράτου και Ρουσσέτη», «Απολογία για την υπόθεση Μπακογιάννη», «Υπόθεση αμερικανού λοχία Ρόμπερτ Στιούαρτ»… Μάλιστα. Μολονότι γραμμένη με συμπαθητική μελάνη και ως εκ τούτου αόρατη, η επιθανάτια αγωνία των θυμάτων –ο ακρωτηριασμός του Ανδρουλιδάκη, τα κομμένα δάχτυλα του Σόντερς– καταφέρνει και οπλίζει με υπομονή τον μπανιστιρτζή αναγνώστη, τον διαβεβαιώνει πως αυτές οι σελίδες, οι τόσο ανυπόφορα κουραστικές, δεν μπορεί παρά να είναι σημαντικές, αφού είναι βουτηγμένες στο αίμα. «Δολοφονούμε για να μας δημοσιεύσετε» – «Σας δημοσιεύουμε επειδή δολοφονείτε». Με αυτή την ανομολόγητη συμφωνία κυρίων κύλησαν σχεδόν τρεις δεκαετίες. Και πριν βιαστούμε ν’ αναθεματίσουμε τρομοκράτες κι εκδότες, ας μη λησμονήσουμε να μνημονεύσουμε και το δικό μας μερτικό στο deal: «Σας διαβάζουμε επειδή δολοφονείτε».

Ακόμη και όσοι από εσάς δεν έχετε δει στην τηλεόραση την περίφημη καταδίωξη του Ο.Τζ. Σίμπσον από τα περιπολικά της αστυνομίας, θα έχετε ακούσει μέσες άκρες για την περίπτωσή του. Ο αφροαμερικανός αστέρας κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της γυναίκας του και του υποτιθέμενου εραστή της. Απαλλάχτηκε από το ποινικό δικαστήριο λόγω αμφιβολιών, αλλά καταδικάστηκε από το αστικό δικαστήριο σε μια δυσθεώρητη αποζημίωση προς τους γονείς των θυμάτων. Άλλαξε πολιτεία για να μην εκποιήσουν άμεσα την περιουσία του και στρώθηκε να γράψει την αυτοβιογραφία του. Προσέξτε εδώ δύο σημαντικές λεπτομέρειες. Η αμερικανική νομοθεσία σού απαγορεύει να προσποριστείς κέρδη αν αφηγηθείς ανθρωποκτονίες για τις οποίες έχεις καταδικαστεί –ειδάλλως όλοι οι δολοφόνοι, στην αχανή εκδοτική αγορά των ΗΠΑ, θα είχαν μεταλλαχτεί σε μπεστσελεράδες–, μα έλα που ο Ο.Τζ. Σίμπσον είχε… αθωωθεί από το ποινικό δικαστήριο. Το βιβλίο του κυκλοφόρησε με τον προκλητικό τίτλο «Αν το έκανα», όχι «Αν το είχα κάνει», που θα υπονοούσε μια διάσταση fiction, αλλά μ’ ένα πονηρό κλείσιμο του ματιού προς τον μπανιστιρτζή αναγνώστη: «φίφτι-φίφτι είναι οι πιθανότητες, φιλάρα, να το έχω και να μην το έχω κάνει». Οι γονείς των θυμάτων έμειναν εμβρόντητοι. Όχι μόνο ο Ο.Τζ. Σίμπσον δεν θα τους αποζημίωνε, αλλά και θα πλούτιζε από το αίμα των παιδιών τους. Τελικά, επειδή εκεί είναι Αμέρικα, δεν είναι παίξε-γέλασε, βρέθηκε η σολομώντειος λύση. Το βιβλίο δεν θα απαγορευόταν, αλλά όλα τα πνευματικά δικαιώματα από τις πωλήσεις θα κατέληγαν στις τσέπες των γονιών. Έτσι δεν θα πλούτιζε ο Ο.Τζ. Σίμπσον από το αίμα των παιδιών τους. Θα πλούτιζαν οι ίδιοι από το αίμα των παιδιών τους. Αλληλούια.