Το αδιέξοδο των Σοσιαλιστών

Αντώνης Τριφύλλης 24 Ιουν 2014

«Είναι πολύ πιθανό ένα θανατηφόρο μείγμα ξενοφοβίας, δημόσιας τρέλας και πολιτικής ανικανότητας να οδηγήσει σε έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ»
Μάρτιν Γουλφ

Το πιο ενδιαφέρον νέo της εβδομάδας είναι η απόφαση των δέκα πρωθυπουργών της Ενωσης να υποστηρίξουν τον Γιούνκερ. Μετά το Λαϊκό Ευρωπαϊκό Κόμμα και οι Σοσιαλιστές πρωθυπουργοί επίσημα πλέον τάχθηκαν στο πλευρό του Κοινοβουλίου. Και το ενδιαφέρον της επερχόμενης εκλογής Γιούνκερ, ίσως και μέσα στον επόμενο μήνα, περιορίζεται στη στάση του εγκλωβισμένου Κάμερον. Πώς δηλαδή θα χειριστεί την έκταση της ήττας του στο εσωτερικό. Που βρίσκεται από τη μια σε ισχυρή πίεση από την ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα του κόμματός του και του αντιευρωπαϊστή Φάρατζ και από την άλλη από την εντεινόμενη αντίθεση στη βρετανική απομόνωση ισχυρών οικονομικών κύκλων. Που εκφράστηκε πρόσφατα με άρθρο του Μάρτιν Γουλφ στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς». Ο δημοσιογράφος με τη μεγάλη επιρροή στα οικονομικά – και όχι μόνο – πράγματα παγκοσμίως εκφράστηκε με ασυνήθιστα οξείς όρους για τους πολιτικούς. Αυτούς που οδηγούν την Αγγλία στην απομόνωση και την απώλεια ισχύος της παλαιάς αυτοκρατορίας των θαλασσών και νυν κυρίαρχης δύναμης της χρηματοοικονομικής βιομηχανίας.

Το σημαντικό όμως στην απόφαση των δέκα δεν είναι τόσο η αναμενόμενη υποστήριξη του συντηρητικού υποψηφίου. Ούτε η σύμπλευση με τους δέκα και του ιταλού πρωθυπουργού, που φαινόταν να αντιδρά στην εκλογή του Γιούνκερ, όσο η ταυτόχρονη επιβεβαίωση της ισχύος του συμφώνου σταθερότητας. Δηλαδή, του «στενού κορσέ» του 3% επιτρεπόμενου ελλείμματος στα κράτη – μέλη. Μια εντυπωσιακή στροφή δεδομένης της ρηχής ανάπτυξης και της βαθιάς ανεργίας στην Ενωση. Προφανώς, έλαβαν κάποιες διαβεβαιώσεις από τους συντηρητικούς για κάποιας μορφής χαλάρωση που θα επιδιώξει η νέα Επιτροπή σε συνδυασμό με την ΕΚΤ. Αλλά και την αποδοχή της δυσάρεστης πραγματικότητας που ακούει στο όνομα σταθερότητα ή υπερχρέωση. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Επέλεξαν το ρέμα. Για την ώρα.

Αυτή η εξέλιξη έρχεται να προκαταλάβει και τα δικά μας. Οπου μέρος της κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ονειρεύονται κεϊνσιανές χαλαρώσεις, αντιμνημονιακές προσωπικές στάσεις ή ρήξεις χωρίς όρια. Δίνοντας τη δυνατότητα στον τελευταίο Μοϊκανό της δραχμής κ. Ζιν να επαναφέρει την ελληνική έξοδο από το ευρώ ως λύση μόνη για τους αναξιοπαθούντες Ελληνες. Και για τους λάτρεις του μάρκου, όπως ο κ. Λίμπεκ του νέου κόμματος για το μάρκο. Τη στιγμή που όλοι οι άλλοι σοβαροί οικονομολόγοι, που συνέπλεαν με τις απόψεις τους, έχουν – προσωρινά; – σιωπήσει.

Δεν χρειάζεται να διαβάσει κανείς την πολύτιμη έκδοση της Τραπέζης της Ελλάδος «Το χρονικό της Μεγάλης Κρίσης» για να καταλάβει.

Να καταλάβει ότι φτηνά τη γλιτώσαμε – και ακριβά την πληρώνουμε – την κακοδιαχείριση, τη σπατάλη και τον χωρίς όρια δανεισμό. Την ανοχή και την ενοχή για τα πολύχρονα διπλά ελλείμματα. Τον ρόλο των πανεπιστημίων, των συνδικάτων, της δημοσιογραφικής ελίτ. Ακόμη και της εκάστοτε αντιπολίτευσης. Που είναι οι αιτίες που έφεραν την Ελλάδα στα όρια της πτωχευτικής καταστροφής και της παρεπόμενης μνημονιακής σκληρότητας. Δεν χρειάζεται καν να απορήσει πώς τόσα χρόνια μετά η αιχμή του δόρατος της κυβερνητικής επιθυμίας και της αντιπολιτευτικής ρητορικής συνεχίζει να είναι το Μνημόνιο και όχι οι αιτίες της επιβολής του. Και δεν χρειάζεται πολλή σκέψη και γνώση για να δει τη ζοφερή πραγματικότητα. Οτι δηλαδή η Ελλάδα δεν είναι σαν τις άλλες χώρες που εγκαταλείπουν σταδιακά τα Μνημόνια, που σχεδόν συναινετικά εφάρμοσαν. Με πολιτικό κόστος μεν, αλλά με σχετική επιτυχία για το μέλλον των χωρών τους, σε έναν κόσμο που κλυδωνίζεται και θα κλυδωνίζεται για χρόνια. Δυστυχώς για την Ελλάδα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η ανακαίνιση θα κρατήσει χρόνια ακόμη. Και η αναπαλαίωση είναι αδύνατη… Και το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι η μεν κυβέρνηση να συνεχίσει την προσπάθειά της χωρίς ψευδαισθήσεις, η δε αντιπολίτευση να συναισθανθεί ότι οι όροι που βάζει για συνεργασίες αποκλείουν όσους έδωσαν τη μάχη, έστω και με λάθη, για την επιβίωση της χώρας. Και ακόμη πιο σημαντικό είναι να προετοιμάζεται για συγκυβέρνηση ενδεχομένως ακόμη και με τους «μνημονιακούς» εχθρούς της.

Τα περιθώρια για λύσεις μη ρεαλιστικές είναι απελπιστικά στενά, όπως απέδειξε η απόφαση των Σοσιαλιστών πρωθυπουργών, ενώ οι δυνάμεις της απομόνωσης κερδίζουν παντού ως Ακρα Δεξιά. Η άλλη Αριστερά, η ριζοσπαστική, δεν προχωράει. Αρκεί να δει κανείς στο σχετικό βίντεο τα δάκρυα του συντρόφου Μελανσόν το βράδυ των αποτελεσμάτων.