Όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ίδρυσε τη ΝΔ, το έκανε με φιλοδοξίες αντίστοιχες με το εύρος της πολιτικής του επιρροής. Ο «Εθνάρχης» θέλησε να διαμορφώσει το «φυσιολογικό κόμμα εξουσίας» της νέας πολιτικής εποχής, που άνοιγε ο ίδιος. Ένα κόμμα που θα κάλυπτε την ευρύτατη πλειοψηφία, πλην της δογματικής αριστεράς και της άκρας δεξιάς. Που θα αγκάλιαζε την κοινωνική δεξιά, το μεταρρυθμιστικό κέντρο και τη σοσιαλδημοκρατία. Η ζωή βέβαια τα έφερε αλλιώς. «Φυσιολογικό κόμμα εξουσίας» της Μεταπολίτευσης -και ταυτόχρονα φορέας της πιο πλατιάς κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας της περιόδου 1974-2010 δεν έμελλε να είναι η ΝΔ, αλλά το ΠΑΣΟΚ, του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη.
Παρ’ όλα αυτά, η ΝΔ πιστώθηκε μια σειρά από ιστορικές μεταρρυθμίσεις που διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Η μοναρχία καταργήθηκε και ο στρατός επέστρεψε στους στρατώνες του. Διαμορφώθηκαν δομημένα κόμματα -που ήταν ζητούμενο από τις αρχές του 20ού αιώνα. Νομιμοποιήθηκε και τιμήθηκε η κομμουνιστική αριστερά. Ψηφίστηκε δημοκρατικό Σύνταγμα και εμπεδώθηκε η εναλλαγή των κομμάτων σε όλα τα επίπεδα της εξουσίας. Η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΕΟΚ των 10 μόνο μελών (!) και αργότερα στην ευρωζώνη, από τους πρώτους. Η ενημέρωση αναβαθμίστηκε και έγινε πιο πολυφωνική. Καλλιεργήθηκαν ομαλές σχέσεις με τους βόρειους γείτονές μας, ακόμα και στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. ΟΙ πρωταίτιοι της χούντας καταδικάστηκαν και η ακροδεξιά περιθωριοποιήθηκε.
Μετά τον πρεσβύτερο Καραμανλή, η συνέχεια δεν ήταν τόσο λαμπρή για τη ΝΔ. Ο Γεώργιος Ράλλης πιστώνεται βέβαια την ομαλότατη παράδοση της εξουσίας στο εξαιρετικά ριζοσπαστικό και επίφοβο ΠΑΣΟΚ του 1981. Αλλά οι επόμενες κυβερνήσεις της παράταξης ήταν μειονεκτικές. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έπασχε από ιδεοληπτικό νεοφιλελευθερισμό και επέδειξε ασθενική ηγετικότητα σε κρίσιμα θέματα, όπως στο σκοπιανό. Ο Κώστας Καραμανλής θεωρητικοποίησε τον πολιτικό αμοραλισμό. Κυβέρνησε με μπούσουλα τις δημοσκοπήσεις και ανακάλυψε πως δεν μπορείς να οδηγήσεις ένα λαό εκεί που αυτός ήδη βρίσκεται. Τελικά κληροδότησε κυρίως την οικονομική χρεοκοπία. Οι ηγέτες της παράταξης που δεν έγιναν Πρωθυπουργοί αποδείχθηκαν όλοι κομπάρσοι, ούτε καν καλοί δευτεραγωνιστές: ο Ευάγγελος Αβέρωφ πολιτεύτηκε ως αντιγραφέας του ΠΑΣΟΚ στα οργανωτικά και ως νοσταλγός των 60s στα πολιτικά. Εξαερώθηκε πριν καν διεκδικήσει την εξουσία σε βουλευτικές εκλογές! Ο Μιλτιάδης Έβερτ μετατράπηκε επίσης αστραπιαία από φέρελπι πολιτικό σε γραφικό απόμαχο. Ο διπολικός Αντώνης Σαμαράς ταλαντευόταν επί δεκαετίες ανάμεσα στον εθνικιστή «Μίστερ Χάιντ» και στον statesman «Δόκτορα Τζέκιλ». Το θέαμα ήταν από κακόγουστο έως ανυπόφορο. Η αντιμνημονιακή του σταδιοδρομία του 2010-2012 ήταν μια αθλιότητα. Στη συνέχεια, οι καλές επιδόσεις των κυβερνήσεών του, εκείνες των «σαμαροβενιζέλων», δεν άρκεσαν να σβήσουν τα ίχνη των τυχοδιωκτισμών του.
Από πολλές απόψεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπιασε το νήμα από εκεί που το άφησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Εξ ου και συγκέντρωσε πλατιά υποστήριξη από το κέντρο και τους ευρωπαϊστές. Διεύρυνε το κόμμα προς τα δεξιά και την αριστερά, έστρεψε τα νώτα στον νεοφιλελευθερισμό του πατέρα του κ.λπ. Θέλησε να πρεσβεύσει μία εκσυγχρονιστική «κανονικότητα» και να ξανακάνει την Ελλάδα το «καλό παιδί» της Δύσης, έναν ρόλο στον οποίο πρωταγωνιστήσαμε από τον πόλεμο της Κριμαίας έως το Κυπριακό, και δεν μας βγήκε σε κακό.
Δυστυχώς όμως, ο σημερινός μας Πρωθυπουργός εγκατέλειψε τη raison d’ être της ΝΔ στο πιο κρίσιμο -στη λειτουργία της Δημοκρατίας. Σε μία εποχή που η Δημοκρατία ξεφτίζει παντού και χάνει έδαφος, ο ΚΜ παρασύρθηκε από το zeitgeist. Ήλεγξε πλήρως τα ΜΜΕ, καταπάτησε βάναυσα τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών. Καταστρατήγησε συστηματικά το απόρρητο των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, υπεξαίρεσε τα προσωπικά δεδομένα εκατομμυρίων πολιτών -στην ουσία όλων μας. Έπαιξε με τα big data και αποθέωσε τον κυνισμό της «επικοινωνιακής διαχείρισης». Το Σύνταγμα, οι νόμοι και η Δικαιοσύνη έγιναν άθυρμα του κομματικού συμφέροντος, όσο λίγες φορές στην μεταπολεμική μας ιστορία. Η αγωνία του Πρωθυπουργού να ελέγξει τις εξελίξεις μετουσιώθηκε εύκολα σε ένα ευρύτατο και συστηματικό πρόγραμμα εξοικείωσης των πολιτών σε μεταδημοκρατικές, αυταρχικές ή ακόμα και φασίζουσες πρακτικές. Η Ελλάδα είχε από την εποχή της χούντας να κατηγορηθεί τόσο πολύ για την προβληματική λειτουργία της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.
Η «καραμανλική» παράδοση άλλα επίτασσε στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ακριβώς επειδή ζούμε σε μια περίοδο πλημμυρίδας των αντιδημοκρατικών απόψεων και πρακτικών, η ΝΔ όφειλε να λειτουργήσει υπέρ του διαχωρισμού των εξουσιών, της ελευθεροτυπίας, της πρόκρισης της πολιτικής επί της επικοινωνίας, του αλληλοσεβασμού των κομμάτων και της σύναψης ενός μετώπου δημοκρατίας με τις άλλες κυβερνητικές παρατάξεις της χώρας (το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ). Κάνοντας ακριβώς το ανάποδο, η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκης βρέθηκε στους αντίποδες εκείνης του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Μπορεί κανείς να πει πως οι κυβερνήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη θα μείνουν στην ιστορία ως η ταφόπλακα της Μεταπολίτευσης -και ταυτόχρονα ως το επωαστήριο της επόμενης περιόδου: εκείνης του «πλουτολαϊκισμού», της πολεμοκαπηλίας, των ανισοτήτων, της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής εξόντωσης των πιο αδύναμων. Οι τύραννοι του μέλλοντός μας θα ευγνωμονούν τις κυβερνήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και θα ανaτριχιάζουν όποτε νιώθουν πάνω τους τη σκιά της ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή.