Όχι, ο λόγος δεν είναι για τη δική μας «πρώτη φορά»: εκείνη έχει πάψει να είναι πρωτόγνωρη ουσιαστικά αλλά και αριθμητικά (μετά την τούμπα του Μνημονίου και τις εκλογές του Σεπτεμβρίου) και έχει απομυθοποιηθεί τόσο που δεν αποτελεί καν ενδιαφέρον θέμα συζήτησης. Καλύτερη εικονογράφηση των προβλημάτων, των διλημμάτων και των παγίδων της «πρώτης φοράς» μάς δίνουν οι πρωτοεμφανιζόμενοι στην ισπανική Βουλή Ποδέμος.
Οι πρώτες τους κινήσεις μετά την όχι σαρωτική αλλά καλή εκλογική τους επίδοση –την οποία συνεχίζω να πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό οφείλουν στην εγκατάλειψη της ακραία ριζοσπαστικής ρητορικής τους- είναι αρκετά αντιφατικές. Από τη μία είπαν ένα ξεκάθαρο «όχι» στη Δεξιά και στον Ραχόι αποδεικνύοντας ότι οι αξιακές επαγγελίες τους δεν ήταν εντελώς κενές περιεχομένου. Από την άλλη, κλείνουν αδικαιολόγητα την πόρτα συνεργασίας και με τους Σοσιαλιστές, ιδίως μέσω της επιμονής τους να τεθεί σε –καταλανικό- δημοψήφισμα το ζήτημα ανεξαρτησίας της Καταλονίας. Οι Ποδέμος κρατούν τέτοια στάση για προφανείς κομματικούς λόγους: βγήκαν πρώτο κόμμα στην Καταλονία υποσχόμενοι ακριβώς αυτό. Γιατί όμως άραγε η Αριστερά να πρέπει να πάρει τέτοια θέση σε εθνικιστικά ζητήματα; Η «αυτοδιάθεση» δεν θα πρέπει, ιδίως στα μάτια των πραγματικών Αριστερών, να συνδυάζεται με την εθνική και κυρίως την υπερεθνική, δηλαδή ευρωπαϊκή, ενδυνάμωση; Μήπως λέγοντας «ναι» σε ένα τοπικό δημοψήφισμα με εθνικές συνέπειες (από δημοκρατική άποψη, μήπως θα ήταν σωστότερο να ψηφίσουν όλοι οι Ισπανοί και όχι μόνο οι Καταλανοί;) περνούν έμμεσα –κάπως σαν τα ελληνικά ξαδέρφια τους- μια στάση «αντίστασης» σε μιαν Ευρώπη που δεν μπορούν να την αγνοήσουν αλλά και δεν μπορούν να τη χωνέψουν; Και μήπως η θέση σε τόσο κεντρική θέση μιας διεκδίκησης την οποία γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι οι μόνοι δυνητικοί τους σύμμαχοι –οι Σοσιαλιστές- δεν μπορούν να αποδεχθούν αποτελεί μια άρνηση της ευθύνης που τους έδωσαν οι κάλπες και που δεν είναι άλλη, σε κάθε δημοκρατία, από την ευθύνη σχηματισμού κυβέρνησης που να μπορεί να κυβερνήσει;
Αλλά και σε δύο μικρότερης εμβέλειας ζητήματα, οι πρώτες αποφάσεις των Ποδέμος δεν ακολουθούν ευκρινή γραμμή. Η ανοιχτή και ανεξαίρετη –σε αντίθεση με τα ελληνικά ξαδέρφια τους- άρνηση όλων των κοινοβουλευτικών προνομίων από σύσσωμη την κοινοβουλευτική ομάδα, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού, έχει ισχυρή συμβολική φόρτιση, ακόμα και σε μια δημοκρατία, όπως η ισπανική, που δεν συγκαταλέγεται στις πιο σπάταλες και επιδεικτικές (πρώτη εκεί, μακράν, η Ιταλία). Το ίδιο, όμως, ισχυρό, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση, σήμα δίνει και η άρνηση των Ποδέμος –μόνων από όλα τα κόμματα του εκεί «δημοκρατικού τόξου»- να προσυπογράψουν την έκκληση σεβασμού των θεσμών και του πρόσφατου εκλογικού αποτελέσματος από την κυβέρνηση Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Η γοητεία που συνεχίζει να ασκεί ο «τσαβισμός», ακόμα και όταν προβαίνει σε στρατιωτικά ή κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα, σε μεγάλο μέρος της «νέας Αριστεράς» -εδώ Έλληνες και Ισπανοί επιβαίνουν στο ίδιο πλοίο-φάντασμα- δεν βοηθά καθόλου ούτε στην ανάδειξη του πραγματικά νέου, ούτε στην αναζωογόνηση της δημοκρατίας. Και δεν υπάρχει Αριστερά, ιδίως σε χώρες που δοκιμάζονται, χωρίς έμπρακτη προσπάθεια υλοποίησης –από κυβερνητική μάλιστα θέση, αφού αυτό ζητούν οι πολίτες- και των δύο αυτών στόχων.