Τίποτα δεν έμαθε, τίποτα δεν ξέχασε

Γιώργος Παγουλάτος 21 Αυγ 2016

Τίποτα πιο απρόβλεπτο από το παρελθόν», έλεγαν κάποτε οι γνώστες των σταλινικών μεθόδων. Η εξουσία έχει τα μέσα να αναγορεύει το αφήγημά της σε επίσημη ιστορία. Αναδεικνύοντας εξιλαστήρια θύματα για να στρέψει την προσοχή μακριά από τους δράστες. Εφευρίσκοντας ανύπαρκτες συνωμοσίες για να θολώσει τα νερά. Μεταφέροντας τη συζήτηση από το κεντρικό στο επουσιώδες ή στο ανύπαρκτο. Τυλίγοντας την πραγματικότητα με ένα νέφος σχετικοποίησης. Διοχετεύοντας φήμες και «ερωτήματα», που με τη βοήθεια προθύμων ΜΜΕ θα μετατραπούν σε «ειδήσεις», και με λίγη τύχη σε δικαστικές διώξεις. Και κάπως έτσι ξαναγράφεται η ιστορία ή διαμορφώνεται το κυρίαρχο αφήγημα.

Η υπόθεση της αέναης παραπομπής του τ. επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου είναι εμβληματική. Μια υπόθεση που δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε εισαχθεί, αναβιώνει δικαστικά και αξιοποιείται πολιτικά. Η εκμετάλλευσή της από την επικοινωνιακή συγχορδία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και γνωστών αξιωματούχων της τελευταίας κυβέρνησης Καραμανλή δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τις προθέσεις και τις στοχεύσεις.

Εσπευσε να θριαμβολογήσει ο υπουργός Επικρατείας, στον ελεύθερο χρόνο του από την επιχείρηση ελέγχου της τηλεόρασης: «ανοίγει μια πληγή την οποία θα πρέπει να διερευνήσουμε σε βάθος. Πώς και εάν διογκώθηκαν τα ελλείμματα για να υπάρξουν προσχεδιασμένες πολιτικές αποφάσεις, για να υπάρξει η υπαγωγή της χώρας στο μνημόνιο». Οι έξυπνοι προπαγανδιστές διατυπώνουν τους ψευδείς ισχυρισμούς ως σερνόμενα ερωτήματα, ως εικασίες. Δουλειά των υπάκουων ΜΜΕ είναι να τους μετατρέψουν σε πρωτοσέλιδα γεγονότα. Ετσι η «Αυγή» της 4ης Αυγούστου 2016 (καμία πρόθεση για λογοπαίγνιο), με κύριο άρθρο κατήγγειλε τον «Εκτελεστή Γεωργίου και τους εντολοδότες του», παραπέμποντας ως βασικές πηγές στον κ. Ευ. Αντώναρο και τον κ. Ν. Κακλαμάνη. Αποδεικνύοντας πόσο μακρύς ακόμα είναι ο πάτος για μια ιστορική εφημερίδα της αριστεράς.

Στη δήθεν τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος του 2009 έχει χτιστεί ο γενεσιουργός μύθος του αντιμνημονιακού λαϊκισμού. Ομως ποια είναι τα δεδομένα; To έλλειμμα του 2009 υπολογίστηκε τον Οκτώβριο 2009 από την Ε.Ε. στο 12,7%. Τον Απρίλιο 2010 η Eurostat αναθεώρησε το έλλειμμα σε 13,6%. Η επόμενη αναθεώρηση σε 15,4% έγινε τον Νοέμβριο 2010. Η αύξηση αυτή δημιούργησε μέγα πρόβλημα στην τότε κυβέρνηση, υποχρεώνοντας σε επιπλέον οδυνηρά μέτρα, όπως δέχεται στο βιβλίο του «Game Over» ο Γ. Παπακωνσταντίνου. Αλλά και στους εταίρους δημιούργησε πρόβλημα, που εμφανίστηκαν να χρηματοδοτούν μια χώρα-βαρέλι δίχως πάτο. Δυσκολεύεται κανείς να διαγνώσει τα κίνητρα του υποτιθέμενου δράστη, εκτός εάν καταλήξει στον πραγματικό λόγο: ότι η αναθεώρηση στο 15,4% έγινε γιατί τόσο τελικά ήταν το έλλειμμα! Να συμπληρώσουμε ότι ο κ. Γεωργίου ανέλαβε πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ τέσσερις μήνες αφότου η χώρα είχε ήδη μπει στο μνημόνιο.

Πού οφείλεται αυτή η δυσμενής αναθεώρηση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης; Οπως υπενθυμίζει η Μ. Ξαφά, στον υπολογισμό συμπεριελήφθησαν 17 βαριά ζημιογόνες δημόσιες επιχειρήσεις και φορείς, όπως προβλεπόταν από τη μεθοδολογία ESA95 της Eurostat που ίσχυε ήδη από το 1996, οι κρατικές επιχορηγήσεις στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, κι άλλες δημοσιονομικές υποχρεώσεις, σύμφωνα πάντα με τους κανόνες της Eurostat. Φίλη μεν η χαμηλότερη βάση ελλείμματος, φιλτάτη δε η αλήθεια.

Εάν υπάρχει μια χώρα της οποίας η χρεοκοπία και προσφυγή στο μνημόνιο δεν θα έπρεπε να δικαιολογεί κανένα μυστήριο, αυτή είναι η Ελλάδα. Μπήκαμε στην κρίση με δημόσιες δαπάνες 53% και έσοδα 38%. Με δημόσιο χρέος που από 140 δισ. το 2000 βρέθηκε στα 240 δισ. το 2007 και 300 δισ. το 2009. Σε μια περίοδο υψηλής ανάπτυξης μέχρι το 2008, η χώρα φόρτωνε νέο χρέος, και κυρίως εξωτερικό χρέος. Η χώρα οδηγήθηκε στο μνημόνιο λόγω ενός τεράστιου ελλείμματος, κι αντί να επικεντρωθεί η συζήτηση στις αιτίες που το δημιούργησαν, διώκεται ως υπαίτιος κακουργήματος εκείνος που το μέτρησε! Η Πορτογαλία μπήκε σε μνημόνιο με πολύ ταπεινότερα μεγέθη (δημόσιο έλλειμμα 10% το 2009 και 9% το 2010, δημόσιο χρέος 90%), όμως κανείς δεν διανοήθηκε να ισχυριστεί ότι κάποιοι χειραγώγησαν τους αριθμούς για να την εκβιάσουν στο μνημόνιο.

Το πιο ανησυχητικό δεν είναι ότι καταδιώκεται ο επικεφαλής της πρώτης ανεξάρτητης στατιστικής αρχής, που μετέτρεψε μια ανυπόληπτη υπηρεσία κυβερνητικής χειραγώγησης των αριθμών σε έγκυρο ευρωπαϊκό θεσμό. Δεν είναι καν ότι έχουν ήδη προηγηθεί οι διώξεις άλλων ανεξάρτητων αρχών. Δεν είναι καν ότι η χώρα διασύρεται διεθνώς για μια ακόμη φορά για την υπανάπτυξη των θεσμών της, ως μια βαλκανική Ζιμπάμπουε της Ευρώπης. Δεν είναι καν ότι οι τακτικισμοί αυτοί έχουν βαρύτατο οικονομικό κόστος: πληρώνονται ως δυσπιστία εταίρων και επενδυτών, ως risk premium αναξιοπιστίας, ως στασιμοχρεοκοπία, ως «δημοσιονομικοί κόφτες», ως ακόμα επαχθέστεροι φόροι σε πολίτες κι επιχειρήσεις που έχουν εξαντλήσει κάθε όριο αντοχής.

Το χειρότερο από όλα είναι ίσως η θλιβερή υπόμνηση ότι παρά τα επτά χρόνια της Μεγάλης Κρίσης, το πελατειακό και λαϊκιστικό ήμισυ του πολιτικού μας συστήματος (η ευρύτερη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και αξιωματούχων της κυβέρνησης Καραμανλή) με τα παρασιτικά ΜΜΕ που κρέμονται από αυτό, με κραυγές, με ψιθύρους, ή με αιδήμονα αφωνία, πάντως δεν άλλαξε συνήθειες, κι ας ψήφισε μνημόνια και μεταρρυθμίσεις, κι ας ισχυρίζεται ότι τα αποδέχτηκε και τα εφαρμόζει. Σαν τους Βουρβόνους ενός άλλου Ancien Regime, τίποτα δεν έμαθε και τίποτα δεν ξέχασε.