Τιμή και δόξα σε όσους αντιστάθηκαν στον ολοκληρωτισμό

Πέτρος Παπασαραντόπουλος 01 Δεκ 2016

Το μυαλό μου και η καρδιά μου είναι με αυτούς που αντιστάθηκαν στο ολοκληρωτικό καθεστώς του Φιντέλ Κάστρο. Είναι με αυτούς που αψήφησαν τον τρόμο και την καταπίεση, χωρίς να λογαριάζουν το προσωπικό κόστος. Με εκείνους που όρθωσαν το ανάστημά τους, που δεν εμήδισαν. Ιδίως με εκείνους, που είχαν το διανοητικό θάρρος να παραδεχτούν ότι το «όνειρο της Επανάστασης» στο οποίο πίστεψαν, ήταν ένας εφιάλτης.

Αισθάνομαι τυχερός που γνώρισα προσωπικά έναν από αυτούς. Τον Daniel Alar-con Ramirez, γνωστό ως Benigno, που στρατεύθηκε ολόψυχα στη Μεγάλη Ουτοπία. Από τους πρωτεργάτες της Κουβανέζικης Επανάστασης, αντάρτης με τον Τσε στη Βολιβία, ανώτατος αξιωματούχος στην Κούβα του Φιντέλ, βίωσε μια αφόρητη συνει-δησιακή κρίση και δραπέτευσε από τον «παράδ   εισο», επιβιώνοντας ως οικοδόμος στο Παρίσι.
Το 2002 κυκλοφόρησε στα ελληνικά το συγκλονιστικό βιβλίο του «Η ζωή και ο θάνατος της Επανάστασης στην Κούβα», από τις εκδόσεις Παρατηρητής. Με αυτή την αφορμή βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη. Μιλήσαμε για ώρες. Ο ζόφος που αναδύεται από το βιβλίο του είναι πολύ λίγος μπροστά στη βιωματική προφορική μαρτυρία. Μακάρι να είχα μαγνητοφωνήσει τις συνομιλίες μας.
Ο Benigno πέθανε τον Μάρτιο του 2016 στο Παρίσι. Ως φόρο τιμής σε αυτόν τον μοναδικό άνθρωπο, παραθέτω την τελευταία σελίδα από τον επίλογο του βιβλίου του:

«…Ο λαός της Κούβας τα βλέπει αυτά και τα καταλαβαίνει, αλλά τον τρομοκρατούν τόσο που δεν μπορεί να πει τίποτε. Σήμερα υπάρχει στην Κούβα πολύ μεγάλος τρόμος και εμείς οι στρατιωτικοί χρησιμοποιηθήκαμε για να εμφυτεύσουμε και να διατηρήσουμε τον τρόμο αυτόν, αν και μπορώ να πω με βεβαιότητα, χωρίς το φόβο ότι σφάλλω, πως περισσότερο από το ενενήντα τοις εκατό των κουβανικών Ενόπλων Δυνάμεων δεν είναι με την κυβέρνηση ούτε με το Φιντέλ. Απλώς είναι άνθρωποι που δεν έχουν που αλλού να πάνε και ζουν μέσα στο φόβο. Έχω συζητήσει με χιλιάδες υψηλόβαθμους αξιωματικούς και οι ερωτήσεις τους είναι πάντα οι ίδιες: μέχρι πότε θα κρατήσει αυτό; Τι θα σκεφτεί να κάνει ο Φιντέλ; Η αίσθηση του λαού είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής και ότι η χώρα πρέπει να αλλάξει πολιτική, αλλά δεν το εκδηλώνει γιατί μια φράση αρκεί για να θεωρηθείς αντεπαναστάτης.
…Σήμερα, νιώθω μεγάλη ντροπή επειδή όλα αυτά δεν τα σκέφτηκα νωρίτερα, αλλά παρότι δεν είναι δικαιολογία, θυμάμαι καλά το πόσο δύσκολο ήταν για μένα. Δέχομαι το βαθμό της ενοχής μου και σήμερα πιστεύω ότι, όσο κι αν με καταδικάσουν ποτέ δεν θα είναι αρκετό. Δεν είναι ότι προσπαθώ να βρω δικαιολογίες, αλλά η πίστη μου στο Φιντέλ ήταν τόσο τυφλή, που ακόμα και μετά τη συνειδητοποίηση της αλήθειας, στα όνειρά μου εξακολουθούσα να πιστεύω σ’ αυτόν. Ήταν πολύ σκληρό για μένα να δεχτώ ότι, μετά τα τόσα όμορφα πράγματα που μας είχε κάνει να πιστέψουμε, όπως το δίκιο τού να κάνεις την Επανάσταση, ο ίδιος ο Φιντέλ θα έκανε πράξεις τόσο ποταπές.
…Αυτό που πραγματικά με πονάει είναι ότι αποτέλεσα μέρος του εγκλήματος που διαπράχθηκε σε βάρος του κουβανικού λαού και γι’ αυτό σήμερα νιώθω εντελώς μετανιωμένος που ακολούθησα έναν άνθρωπο με τις ιδέες του Φιντέλ».