Τι θα έλεγε για τους αμπόλιαστους ο Μ. Μερλώ–Ποντύ

Αλέξης Καραγεωργίου 01 Φεβ 2022

«Με δανείζομαι από τον άλλον και τον πλάθω με δικές μου

σκέψεις: Αυτό δεν συνιστά αποτυχία της αντίληψής μου

του άλλου είναι αυτή η αντίληψη.» ( Μ.Μ.Π)

Η λύση έγινε πρόβλημα

Το 2021 με τις εκατόμβες θανάτων, μας άφησε ριγμένους σε μια ιδιαιτέρως ιδιάζουσα κατάσταση. Σ’ έναν συνεχιζόμενο πόλεμο αντιληπτικών εμπειριών και σχημάτων που καταλήγουν σε συμπεριφορές που ασκούν καταλυτική επίδραση στο ζήτημα της αποδοχής ή μη του εμβολίου από τις διάφορες κοινωνικές ομάδες και άτομα.

Ενώ το πρόβλημα της πανδημίας βρίσκει να έχει τη λύση του με τα εμβόλια και τις ικανές και αναγκαίες δόσεις τους, οι αμπόλιαστοι και οι μαχητικές μειοψηφίες αρνητών κάνουν τη λύση πρόβλημα, αντιτιθέμενοι στον εμβολιασμό ως άκρως απαραίτητο στάδιο προληπτικής στρατηγικής ενάντια στον επικίνδυνο και διαρκώς μεταλλασσόμενο ακιδοφόρο κορωνοϊό, με τον φανατισμό μιας μολυσμένης πίστης..

Ενδεικτική είναι η διαπίστωση αυτής της κατάστασης στο κύριο άρθρο με τίτλο “προσοχή” στα ΝΕΑ της 29/12/2021.

«Όλα αυτά όμως δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να κάνουν τον μέσο πολίτη να αποποιείται των δικών του ευθυνών και συμπεριφορών. Κατ' αρχάς με τον εμβολιασμό: οφείλουμε να σπεύσουμε για την τρίτη δόση που όπως λένε οι ειδικοί είναι σωτήρια για την τρέχουσα περιπέτεια. Κατά δεύτερον, με την ατομική μας ευθύνη που δεν είναι κάτι άλλο από το πώς αντιλαμβανόμαστε την αλληλεγγύη στους ασθενέστερους και τους πιο ευάλωτους. Αυτό ειδικά ημέρες εορτών είναι και δείκτης του πόσο έχουμε αντιληφθεί την επικινδυνότητα της νέας κατάστασης και των ορίων που οφείλουμε να θέσουμε.»

Το απειλούμενο και απειλούν σώμα. Ω! η ο!

Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε παγιδευμένοι σ’ ένα περιβάλλον όπου αμφισβητείται σχεδόν καθημερινά το πρότυπο μιας συμπεριφοράς ασφαλούς ως προς τον άλλο άνθρωπο, τη ζωή, το χρόνο και το θάνατο.

Όμηροι μιας χειμωνιάτικης δυσαρέσκειας, που προκαλείται από την συμπλοκή διαφορετικών αντιλήψεων (perceptions) υποστηριγμάτων : ασύμβατων λογικών, νοηματοδοτήσεων, αντιλήψεων-εκτιμήσεων ρίσκου, επιλογών, επικοινωνήσεων, πρακτικών και αποφάσεων δια το λέγειν και το πράττειν και την ρευστότητά τους. Σ’ ένα μιντιακό Ω, τι πάθαμε ! λόγω ο! Ένα δελτίο η ζωή μας με τον πανικό της κάθε ημέρας, και τον μηνιαίο μιθριδατισμό μας

Το σώμα μας, που η ύπαρξή του «μας οδηγεί να υποθέσουμε πως όλα τα εσωτερικά μας αγαθά, οι περασμένες μας χαρές, όλες οι οδύνες μας, βρίσκονται αδιάκοπα στην κατοχή μας» (Μ. Προυστ.), συνεχίζει για τρίτο χρόνο να είναι συγχρόνως ένα απειλούμενο και απειλούν σώμα.

Κι αυτό γιατί μπορεί με τη συμπεριφορά του ίδιου ή/και των άλλων στο υπάρχον κύμα της πανδημίας, να διατρέξει τον κίνδυνο να εγγράψει στο πετσί του την αλφαβήτα του κορωνοϊού και να βρεθεί ανάμεσα στα εκατομμύρια μολυσμένων και πασχόντων σωμάτων, εξ αιτίας της στάσης του ίδιου αλλά και όλων αυτών που δρουν-κυκλοφορούν χωρίς τα απαιτούμενα για κάθε περίσταση μέτρα προστασίας και πρωτόκολλα υγείας.

Το σώμα αντικείμενο

Αυτό το σώμα έχει γίνει σήμερα πρώτης γραμμής ενδιαφέρον για ένα ευρύ πέραν του ιατρικού φάσμα άλλων σύγχρονων θεωρητικών πεδίων, επιστημονικών κλάδων ή διαφορετικών σκοπιών και εργαστηρίων που η εξέλιξή τους άρχισε μετά από την κυρίαρχη δυϊστική καρτεσιανή τομή στην αντίληψη για το σώμα που το θεωρεί άλλη ξεχωριστή υπόσταση από το νου (σκέψη, συνείδηση ) : άψυχο, εκτατό, αισθητό πράγμα.

Χάρη στην καρτεσιανή προσέγγιση και τον αντίκτυπό της, το σώμα αυτό απομυθοποιήθηκε και αντιμετωπίστηκε έκτοτε ως μια άψυχη μηχανή, η οποία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αμερόληπτης παρατήρησης και επιστημονικής διερεύνησης.

Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα σε πεδία που υπάρχει και ενδιαφέρει π.χ το σώμα-έμβιο της βιολογίας, το σώμα –αριθμός της στατιστικής και επιδημιολογίας, το σώμα –εργαλείο τηλεργασίας της οικονομίας, σώμα- φορέας ελευθερίας ή και σκλαβιάς- της βιοπολιτικής, σώμα σε εγκλεισμό- της ψυχιατρικής, σώμα παραγωγής αποβλήτων – της περιβαλλοντικής υγιεινής και σώμα-διακινδυνεύον- της κοινωνιολογίας και της εργονομίας. Τέλος, σώμα του εμπορικού ερωτισμού, της fb επικράτειας του ναρκισσισμού, εικόνα του σωματικού εαυτού και όχι του Έρωτα (Γ.Βέλτσος) ή της Σωματοαισθητικής της Εκπαίδευσης (Α.Μουρίκη).

Αντίθετα, και σε αντιδιαστολή με προηγούμενες δυιστικές τοποθετήσεις ο Μerleau Ponty εισάγει ένα εννοιολογικό πλαίσιο όπου το σώμα και ο νους δεν είναι ξεχωριστά αλλά μέρος της ίδιας ενσώματης υποκειμενικότητας. Τα οποία λειτουργούν εν συζεύξει σε διαρκή συνέργεια και σε αλληλόδραση με τον κόσμο και με τους άλλους.

Yποστηρίζοντας ο Μ.Π την επιστροφή της σκέψης στην τάξη της αντιληπτικής εμπειρίας, όπου το σώμα (ως ιδιόσωμα), αναγορεύεται σε αρχιμήδειο σημείο μιας αντικαρτεσιανής φαινομενολογικής οπτικής, επίκεντρο εμπειριών και νοημάτων, για την μελέτη της αντίληψης (1945) και συμπεριφοράς (1942), «ως έκφραση και η ομιλία» και όχημα της ύπαρξης μέσα στον κόσμο, μας οδηγεί στην παραδοχή ότι ο κόσμος της αντίληψης είναι το πεδίο όλων των σκέψεων και αντιληπτικών στοχεύσεων μας.

Αντιλαμβάνομαι σημαίνει, ότι βλέπω να αναβλύζει από ένα αστερισμό δεδομένων ένα ενύπαρκτο νόημα, ότι ο οργανισμός μου λαμβάνει και ανταποκρίνεται στο κάλεσμα των πραγμάτων. Η εμπειρία μου δεν είναι ένα αντι-κείμενο αλλά αυτό που ανοίγει ένα παράθυρο στα πράγματα Η βιωμένη εμπειρία είναι ο μίτος της Αριάδνης που πρέπει να μας οδηγεί πίσω στο μέρος απ’ όπου ξεκινήσαμε.

Η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε από την αρχή της πανδημίας να έχει προσφέρει πολλά στην διερεύνηση του προβλήματος της μετάβασης όλων μας (και στο πλησίασμα ιδιαίτερα των αμπόλιαστων και αρνητών του εμβολίου) από το αντιληπτικό νόημα στο γλωσσικό νόημα, από την συμπεριφορά στη θεματοποίηση και αντιστρόφως ώστε μέσω μιας διαδικασίας επανεκμάθησης της αντίληψης (για το ρίσκο, την αλληλεγγύη, τον εμβολιασμό) να κερδίσει η πρόληψη και η κουλτούρα της εις βάρος των προλήψεων, πλανών και αυταπατών.

Εν τούτοις, παρ’ όλη την αποδόμηση του διπόλου (νους-σώμα) τις τελευταίες δεκαετίες της ρευστής νεωτερικότητας αυτή η μη εγκεφαλοκεντρική προσέγγιση φαίνεται να υστερεί ακόμη σε διεισδυτικότητα, αναφορές, δημοσιεύσεις και έρευνες. (Chris Shilling.2021, The body and social theory, Sage Publications). {Phainomena XXV/98-99 (November 2016) THE HORIZONS OF EMBODIMENT Sebastjan Vοrοs, Peter Gaitsch (eds)}

Γιατί ο Μωρίς Μερλώ-Ποντύ; Τα ερωτήματα:

Μερικά από τα ερωτήματα που μπορούν να αναδυθούν σ’ ένα διεπιστημονικό φόντο και μερικώς να απαντηθούν εδώ (ελπίζω κι αλλού εκτενέστερα και εναργέστερα) είναι:

Τι το ελκυστικό και χρήσιμο για το παραπάνω ζήτημα και την βιωμένη εμπειρία δηλ. τον τρόπο με τον οποίο βιώνει-αισθάνεται και κατανοεί το σώμα-πνεύμα μας άμεσα αυτή την σύνθετη και περίπλοκη πραγματικότητα της πανδημίας, μπορεί να βρίσκεται στο έργο και στον στοχασμό του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ (1908-1961);

Ενός Γάλλου φιλοσόφου που πέρασε με δεξιοσύνη την οβάλ(ιδεαλισμός –ρεαλισμός) μπάλα της φαινομενολογίας ανάμεσα από τα κατακόρυφα δοκάρια και πάνω από τα οριζόντια, των τριών μεγάλων Η (Hegel, Husserl, Heidegger ) της φιλοσοφίας και μέσα από τη στενωπό φιλοσοφίας και μη φιλοσοφίας, και κατόρθωσε έτσι να συμβάλλει στο να ξαναγεμίσει το γήπεδο της;

Γιατί μας βοηθάει αυτή η «νέα οντολογία της σάρκας» εν δράσει, η οποία δίνει προτεραιότητα στο είμαι ως προς το σκέπτομαι, που αναγνωρίζει το πρωτείο της αντίληψης (primacy of perception) έναντι της μνήμης και η οποία αποδίδει «επιστημολογική και οντολογική προτεραιότητα στην αντιληπτική εμπειρία;» (Α.Μουρίκη Σημεία.Επίμετρο: Μ.Μ.Π, Εστία. 2005). Μια αντίληψη δηλ. που είναι το προ-απαιτούμενο αρχέτυπο του θεωρείν, του πράττειν, του ποιείν ή του λέγειν που όμως μαθαίνεται και ξαναμαθαίνεται. 

Τι μας ωθεί «να επιστρέψουμε στην εποχή κατά την οποία τα εκλεκτά τέκνα της Γαλλικής Εκολ Νορμαλ γκαστρώθηκαν από το σπέρμα της φαινομενολογίας και της μορφολογικής ψυχολογίας;» (Κωστής Παπαγιώργης.Περί μνήμης) και τέθηκε ξανά το θεμελιώδες ερώτημα περί της σχέσης ανθρώπου- κόσμου; Με τη λύση να αναζητείται στην ανασκευή των δυιστικών αντιπαράθεσεων, στην ενότητά τους και όχι στην διάκρισή τους;

Τι σπουδαίο για τις ανάγκες του σήμερα υπάρχει σε μια φαινομενολογία η οποία εναντιώνεται στους κάθετους διαχωρισμούς που επέβαλλε ο «μικρός» ορθολογισμός, διχοτομώντας αυθαίρετα, στους πέντε αιώνες της μοντερνικότητας, ψυχή-σώμα, φύση-πνεύμα, φύσει-νόμω, συνειδητό-ασυνείδητο; ( Ο Μ. Μ.-Π. αποκαλεί «μικρό» τον ορθολογισμό που, έμπλεος μύθων πρέσβευε, γύρω στα 1900, ότι μια τεράστια σε δύναμη και έκταση επιστήμη μπορούσε να εξηγήσει το ον, δίνοντας έτσι τέλος στις απορίες και τη μεταφυσική.Α. Δεληγιώργη , Χρόνος, 2020)

Ποια «αντικαρτεσιανή» δίψα ψηλαφεί και κατευνάζει ακόμη η συγκεκριμένη προσέγγιση, που μιλά για ανάληψη ευθύνης από την πολιτική ακόμη και για μη προβλέψιμες ευθύνες;

Ποιο habitus (έξις, διάθεση ή προδιάθεση , σύστημα σχημάτων αντίληψης, προδιαθέσεων) μπορεί να αναγνωσθεί ως χρήσιμο παράδειγμά της θεραπευτικής της εφαρμογής; (Siri Hustvedt, https://www.philomag.com/dossiers/maurice-merleau-ponty-vu-par-siri-hustvedt: trauma talk)

Κατά πόσο μας κινητοποιεί «να ξαναμάθουμε να βλέπουμε τον κόσμο» και να προσφέρουμε ψήγματα ενός άλλου προσανατολισμού για το μυστήριο του κόσμου και το μυστήριο του ορθού λόγου που προσβάλλεται καθημερινά, μια προσέγγιση που σκοπεύει όχι να καταργήσει το ορθολογικό αλλά να το «προσγειώσει» στο πεδίο της αντίληψης; (Β.Καραποστόλης, Στις ρίζες της κοινωνικής εμπειρίας: Α. Schutz και Merleau – Ponty).

Ποιός ο λόγος να εκθέσουμε μερικές από τις σκέψεις του Μ.Π ξαναζωντανεύοντας όπως λένε μερικοί τον σχετικισμό του Πρωταγόρα; (Dermot Moran.”Introduction to Phenomenology”, London & New York, 2000, p.430 )

Η Έλξη του Μερλώ-Ποντύ

Η δύναμη της εκδοχής του Μερλώ-Ποντύ συνίσταται στο ότι στη φαινομενολογία του ανάμεσα σε πάμπολλα εύχυμα σημαντικά άλλα που τον καθιστούν διαρκώς επίκαιρο:

  • Στο λεγόμενο πια πρόβλημα της αντίληψης (δηλ. του τρόπου με τον οποίο συναντιόμαστε και ερχόμαστε σε επαφή με τον κόσμο διαμέσου των αισθήσεών μας), κεντρικό ζήτημα της φιλοσοφίας της αντίληψης, υποστηρίζει με έμφαση την πρωτοκαθεδρία της αντίληψης ότι:

«Δεν παύουμε ποτέ να ζούμε μέσα στον κόσμο της αντίληψης, αλλά η κριτική σκέψη μας κάνει να προσπερνάμε το γεγονός αυτό, σε τέτοιο σημείο μάλιστα ώστε να λησμονούμε πόσο μεγάλη είναι η συνεισφορά του στο σχηματισμό της ιδέας που έχουμε για την αλήθεια. Διότι, για την κριτική σκέψη δεν υπάρχουν παρά μόνον αποφάνσεις τις οποίες αυτή συζητά, δέχεται ή απορρίπτει.

Η σχέση της με την αφελή προφάνεια των πραγμάτων έχει διακοπεί και όταν την επιβεβαιώνει, αυτό συμβαίνει επειδή δεν βρίσκει πλέον τρόπο για να την αρνηθεί. Όσο αναγκαία κι αν είναι αυτή η δραστηριότητα ελέγχου, η οποία προσδιορίζει τα κριτήρια και απαιτεί από την εμπειρία μας τους τίτλους της εγκυρότητάς, ωστόσο δεν λαμβάνει υπόψη την επαφή μας με τον αντιληπτό κόσμο, ο οποίος βρίσκεται απλώς μπροστά μας, πέραν του επαληθευμένου αληθούς και του ψευδούς» (Α.Μουρίκη. «.Μ.Μ.Π η αμφιβολία του Σεζαν-Το μάτι και το πνεύμα», Αθήνα, Νεφέλη, 1991, Εισαγωγή)

  • Με τη φαινομενολογική ανάλυση της αντίληψης , την οποία και θα αναδείξει ως το θεμέλιο του cogito (σκέπτομαι ), το αδιαχώριστο του σώματος από το πνεύμα, του πνεύματος από τον κόσμο και από την ιστορία, η αλληλουχία ανθρώπου και κόσμου, που ο Merleau-Ponty διαπιστώνει τόσο στο γνωσιοθεωρητικό όσο και στο οντολογικό επίπεδο, είναι συμβατή με μια στάση ζωής που κάτω από τις σημερινές συνθήκες είναι αναγκαία επειδή διέπεται από υπευθυνότητα και αμοιβαιότητα και όχι από βλέψεις κτητικότητας και κυριαρχίας. Γιατί σ’ αυτή «εμπεριέχεται μια ευδιάκριτη πρόταση αρμονικής και δημιουργικής συνύπαρξης με τη φύση και με τους άλλους, αντίβαρο στον ατομικισμό και στους μονοδρόμους που τείνουν να εγκλωβίσουν τον σύγχρονο άνθρωπο.» Γράφει η καθ. Νίκη-Χαρά Μπανάκου-Καραγκούνη (Δεκ.2017)

Αυτή η επιστροφή στην αντίληψη είναι επιστροφή σ’ ένα κόσμο που τον ανακαλύπτει μάλλον ως το υπόβαθρο όλων των πράξεών μας, «σ’ ένα κόσμο πριν από τη γνώση για τον οποίο μιλά πάντα η γνώση, και ως προς τον οποίο όλοι οι επιστημονικοί προσδιορισμοί είναι αφηρημένοι, σημικοί (signitive) και εξαρτημένοι, όπως η γεωγραφία ως προς το τοπίο όπου έχουμε μάθει πρώτα τι είναι ένα δάσος, ένα λιβάδι ή ένας ποταμός» (ΦτΑ: Φαινομενολογία της Αντίληψης ( Μετάφραση Κ. Καψαμπέλη, Nήσος, 2016) ) Σ.18)

«Το αισθάνεσθαι με το σύνολο των αισθήσεων είναι αυτή η ζωτική επικοινωνία με τον κόσμο, η οποία μας τον καθιστά παρόντα ως οικείο τόπο της ζωής μας».

  • Αυτό που συνδέεται με την ανάδειξη της εσωτερικής σύνδεσης μεταξύ υποκειμένου και κόσμου (ως βιωμένου κόσμου) είναι η αντιληπτική εμπειρία της οποίας περιεχόμενο είναι η διαισθητική προ-κατηγορική συνοχή που τα πράγματα έχουν για μας όταν ερχόμαστε σε επαφή μαζί τους σε πρακτικές συνθήκες.

Με την επάνοδο της σκέψης στην τάξη της αντιληπτικής εμπειρίας τα πράγματα αποκτούν νόημα για μας αντιληπτικά, όπως και για τα ζώα ή για τα παιδιά σε προ-γλωσσικό στάδιο. Επιπλέον, «εντός της αντιληπτικής εμπειρίας δεν χωρούν διχοτομήσεις» (Αλέκα Μουρίκη, «Η ομορφιά στην τέχνη γεννιέται από το βλέμμα και ξαναγεννιέται… Ορατό-αόρατο και διαρκής δημιουργία

  • Ο άνθρωπος δεν είναι ούτε ένα καθαρό καθ’ εαυτό (ένα res extensa: εκτατό πράγμα, ένα υλικό σώμα με την επιστημονική έννοια), ούτε ένα καθαρό δι’ εαυτό (ένα res cogitans [σκεπτόμενο πράγμα], μια κυρίαρχη ελευθερία, ένα καθαρό πνεύμα) αλλά μια ύπαρξη , όπως έχει βιωθεί, δηλαδή ποτέ εντελώς άσπρη ή εντελώς μαύρη αλλά πολύχρωμη , ανάμικτη. Έλλογη και άλογη. Ορθός λόγος και πάθος. Homo prudens (άνθρωπος εχέφρων) αλλά και Homo aleatorius, ludens (ο κυβευτής, ο παίζων άνθρωπος)

Αυτή η ανάμειξη αυτό το παραπάνω μείγμα περιγράφουν τον άνθρωπο ως ένα: ένα παραγόμενο-παράγον, ένα ενεργητικό-παθητικό, ένα θεσμίζον -θεσμισμένο, δηλαδή, ένα υποκείμενο-αντικείμενο σε όλες του τις αντιστρεπτές και αμφίσημες όψεις σε διαρκή αλληλεπίδραση με το εξωτερικό περιβάλλον, αξιοποιώντας το πώς το σώμα κινείται και λειτουργεί στο χωροχρόνο ( Faccio, E. The corporeal identity: When the self-image hurts. New York: Springer. 2013).

  • Η λύση των αντιθέσεων στο αίνιγμα-άνθρωπος, αναζητείται «μεταξύ των παραπάνω δύο», σε μια σύνθεση «πεπερασμένη» αλλά δημιουργική, ενδεχομένως ατελή και πρόσκαιρη, όπου όμως η αναγκαιότητα μπορεί να σταθεροποιηθεί σε συγκεκριμένη ελευθερία.

  • Διαποτίζεται από την επιδίωξη να μας κάνει να δούμε αυτό που κοιτάζουμε και να διερωτηθούμε σχετικά με το τι σημαίνει να βλέπουμε και μάλιστα ως ένσαρκα και ομιλούντα όντα μέσα στον χρόνο και στην ιστορία και προ παντός στην σημερινή

  • Πρόκειται για μια φαινομενολογία ( μια νέα ολική μορφή [ Gestalt] νοηματοδότησης της σχέσης μας με τον κόσμο: φυσικό και κοινωνικό ) που παρουσιάζει τον κόσμο ως οντολογική προϋπόθεση της επιστήμης και θέτει σε προτεραιότητα το βιωματικό και αντιληπτικό στοιχείο έναντι της επιστημονικής γνώσης. Με την έννοια ότι το «σκέπτομαι» θεμελιώνεται στο «αντιλαμβάνομαι».

{Η μορφολογική ψυχολογία (gestalt psychology) μας διδάσκει ότι η αντίληψη δεν είναι μια σύνθεση στοιχειωδών αισθήσεων αλλά μια ολική σύνθεση. (π.χ. δεν βλέπει κανείς διαδοχικά τα παράθυρα, μετά τις πόρτες, ύστερα την πρόσοψη ενός σπιτιού, αλλά την πρόσοψη αυτού του σπιτιού ως ολική μορφή}.

  • Περιέχει «μια φιλοσοφία για την οποία ο κόσμος είναι πάντα «ήδη εκεί» πριν από τον αναστοχασμό, ως αναπαλλοτρίωτη παρουσία». Όπου η αλήθεια της φιλοσοφίας για τον Μ.Π δεν είναι αντανάκλαση μιας προϋπάρχουσας αλήθειας, αλλά, όπως στην τέχνη, πραγματοποίηση μιας αλήθειας, νοουμένης ως διαρκώς ανανεούμενης εκφραστικής διαδικασίας, ριζικής διερώτησης και, εν τέλει, δημιουργίας.

  • Εμπλουτίζεται η προσπάθεια να γεφυρωθεί το συντηρούμενο χάσμα μεταξύ φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας που τις κράταγε χώρια, τις σκίασε, εμπόδισε την ανάπτυξή τους, αύξησε την ασυνεννοησία μεταξύ τους και τις ανέδειξε ως σημαντικές αντιμαχόμενες φυλές στη διάσταση ανάμεσα στις «δύο κουλτούρες, C.P. Snow» της Δύσης, την επιστημονική και την ουμανιστική, διάσταση υπεύθυνη για ορισμένα προβλήματα που ταλανίζουν τον πολιτισμό μας. ( Marcotte, Ryan, "The Implications of Merleau-Ponty for the Human Sciences" (2011). Senior Honors Projects. Paper 212. (Ιορδανης Μαρκουλάτος, «Merleau-Ponty and Bourdieu on Embodied Significance. Journal for the Theory of Social Behaviour 31:1). (Scott Lash, (1991) “Genealogy and the body”, in Mike Featherstone et al (ed.), “The body Social Process and Cultural theory”, Sage.

Τέλος, στον Μ.Π, για πρώτη φορά διατυπώνεται μια υπαρξιακή φιλοσοφία στην οποία ο τελικός τρόπος ύπαρξης του εαυτού της δεν εκδηλώνεται ως καθαρή εγωλογούσα συνείδηση που ευλογεί μόνο τα γένια της και την υπεροχή που της παρέχει η νόηση αλλά ως ενσώματη υποκειμενικότητα σε διαρκή επικοινωνία με τον κόσμο και τους άλλους.

Με άλλα λόγια, που αναλαμβάνει να αναδείξει την πρωτοταγή σχέση ανάμεσα σε άνθρωπο και κόσμο ως σχέση έκφρασης δηλ. διαδικασίας επώασης, κατάκτησης νοήματος.

Αυτό που εκφράζεται μέσα στην έκφραση ( η γλώσσα είναι μόνο ένας από τους τρόπους της, αλλά είναι οπωσδήποτε προνομιούχος ) δεν είναι ένα. Αυτό που μιλάει μέσα στην ομιλία, είναι το πράγμα, ο κόσμος, το είναι λένε οι Notes de travail του Μ.Π. «Το σώμα ως έκφραση και η ομιλία» (ΦτΑ, κεφ.VI) υποδεικνύει ήδη ότι η προφορική έκφραση οφείλει να γίνει σκεπτή ως συμπεριφορά.

Στοιχεία του εγχειρήματος του Μερλώ-Ποντύ

Η φαινομενολογία του Μ.Π. υποδεικνύει την πρόθεση να δειχτεί πως ο βιωμένος κόσμος ( ή ο κόσμος της ζωής, όπου «ο ήλιος ανατέλλει») αποτελεί την προέλευση του συγγνωστού κόσμου ή του αντικειμενικού κόσμου ( όπου μετά τον Κοπέρνικο «η γη περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο). Και αν ο βιωμένος κόσμος είναι προέλευση του α λ η θ ι ν ο ύ κόσμου, τότε ο πρώτος είναι, με τον τρόπο του, αληθέστερος του αληθινού.

Τα παρακάτω δομικά στοιχεία από το έργο του Μ.Π (προφανώς επιλεγμένα για την εξέλιξη του άρθρου) αφ’ ενός μπορούν να επεξηγήσουν πως γεφυρώνεται σύμφωνα με τον Μ.Π η συνείδηση με τον κόσμο σε άμεση γειτονία., ενωμένα σε μια ριζική συγγένεια και αφετέρου είναι οι βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους στρέφεται η οπτική του Μ.Π. και γίνεται περισσότερη κατανοητή η βασική θέση του άρθρου ότι για να βρούμε άκρη με τους αρνητές και τους αμπόλιαστους χρειάζεται να στοχαστούμε περισσότερο τη σειρά μετάβασης του Μ.Π. από το αντιληπτικό νόημα στο γλωσσικό νόημα, από τη συμπεριφορά στη θεματοποίηση (ως συμπεριφορά ανωτέρου βαθμού) , σε σχέση διαλεκτική της μεν με τη δε. Όπου η αντίληψή μας προβάλλει μέσα στον κόσμο την υπογραφή ενός πολιτισμού, το ίχνος μιας ανθρώπινης επεξεργασίας.

  1. Η δομή της συμπεριφοράς

Ο Μ.Π μας εκθέτει στο πρώτο του βιβλίο (στην μικρή διατριβή του), η δομή της συμπεριφοράς (ΔΣ,1942) ότι συμπεριφορά δεν είναι η αντίδραση ενός οργανισμού σ’ ένα ερέθισμα, αλλά η απαιτούμενη από μια κατάσταση ανταπόκριση.

Η συμπεριφορά μας είναι ένα «δομημένο σύνολο». Δεν έχουμε το δικαίωμα να την καθιστούμε απλό αποτέλεσμα εξαρτημένων αντανακλαστικών έναντι των ποικίλων παραγόντων που συνιστούν το περιβάλλον, αλλά μια σχέση μεταξύ του έμψυχου πράγματος και του περιβάλλοντος που ο Μ.Π. στην κριτική του συμπεριφορισμού (κύριο ρεύμα της ψυχολογίας που ασχολούνταν με τη μελέτη της εμφανούς συμπεριφοράς, που μπορούσε να παρατηρηθεί αντικειμενικά) χαρακτηρίζει σαν διαλεκτική και την παρομοιάζει με ένα «debate» (Vincent Descombes, «Το ίδιο και το άλλο», Αθήνα : Praxis 1984, σελ.83)

Πρέπει λοιπόν αφ’ ενός ν’ αποδίδουμε στον οργανισμό (εδώ είναι ο συνάνθρωπος), που από τη συμπεριφορά του επηρεαζόμαστε (και μας κάνει να παθαίνουμε και να «υποφέρουμε»), κατ’ αρχήν μια ικανότητα σύλληψης της κατάστασης και όχι να τον απορρίπτουμε εκ προοιμίου ως βλάκα ή ανόητο, ιδεοληπτικό, θρησκόληπτο κλπ επειδή αρνείται ή διστάζει, και αφ’ ετέρου να τον αντιμετωπίζουμε ως συνομιλητή και αποδέκτη ερωτημάτων (με κατάλληλα ερωτηματολόγια για τούτο, διαφορετικά όχι μόνο των δημοσκοπήσεων αλλά και αυτών που προσφέρουν δημοσιότητα και μάχη εντυπώσεων και εικόνων), στο οποίο πρόκειται ν’ αποκριθεί (πόσο το έχουμε κάνει σε σχέση με την «κορωνοκατάσταση;». Και, επιπλέον, πρέπει να δεχθούμε ότι τα ζώα και τα «άψυχα αντικείμενα» ακόμα (επομένως ακόμα και το εμβόλιο), διαθέτουν την ψυχή (το ούτως-είναι της κλάσης τους, ως «όντα πεδίου του κόσμου») που ο μεγάλος δυϊσμός του Καρτέσιου τους είχε αρνηθεί. Τα μοτίβα των συμπεριφορών λέει ο Μ.Π έχουν νόημα: ανταποκρίνονται στη ζωτική σημασία (μτφ. εδώ της living significance) της κατάστασης. Υπάρχει λοιπόν νόημα και διάλογος στη φύση.

Στη φαινομενολογία του Μ.Π. αυτό που δείχνεται σε μένα αξιολογείται από εκείνο που μου είναι δυνατό να πω γι’ αυτό. Έτσι το φαινόμενο έχει ταυτισθεί με το λεγόμενο. Το οποίο μπορεί να λέγεται με χίλιους τρόπους μ’ ένα λέγειν με τον εκάστοτε ενικό του τρόπο.

Το περιβάλλον θέτει ερωτήματα, ο οργανισμός (άτομο, κοινωνία κλπ) αποκρίνεται με τη συμπεριφορά του (για παράδειγμα μια κατάσταση σαν τη σημερινή προσφέρει τη σημασία «κίνδυνος», και σ’ αυτήν ο οργανισμός ανταποκρίνεται με κινήσεις [σε πιο σύγχρονη ορολογία της Μαρίας Βενιέρη, «Το πέπλο της Αντίληψης», Αθήνα: Νήσος 2013 : αισθητηριοκινητική ενδεχομενικότητα ή συμμεταβολές] που το σύνολό τους δεν σημαίνει μόνο fight or flight : «μάχη» ή «φυγή» αλλά προθέσεις και κινήσεις που εκφράζονται μέσω υιοθέτησης ενδιαμέσων μεικτών προτάσεων όχι πάντα χωρίς σκοπευμένες συνέπειες (ετερογονίες) : μαχητική αποφυγή έκθεσης (π.χ ενεργητική πρόληψη, υποχρεωτικός εμβολιασμός, ιαματικός εγκλεισμός, πρωτόκολλα, μη φαρμακευτική στρατηγική), διαχείριση ρίσκου (οικονομικού και υγειονομικού), και όχι επιθετική καταφυγή σε παραμυθίες (ακραίος αρνητισμός, συνωμοσιολογίες, «δημοκρατία της γνώμης», ανεδαφικές προσδοκίες, σεκταριστικές πρακτικές κ.α. βλ. Θανάσης Θεοφιλόπουλος στην «Κ». «Κορωνοϊός: Οι ταυτότητες των αρνητών και οι θεωρίες συνωμοσίας. Μια έρευνα δίνει απαντήσεις», «Κ», 20.9.21). )

Αντί της ανταγωνιστικής αντιπαράθεσης μεταξύ ορώντων υποκειμένων (λόγω χάσματος αντιλήψεων ρίσκου και διαχείρισης της κρίσης που φθάνουν μέχρι και σε ακραίες πολωτικές συμπεριφορές από ομάδες αρνητών του κορωνοϊου, του εμβολιασμού και των περιοριστικών μέτρων κλπ.) ο Μerleau-Ponty θα πρότεινε μάλλον από νωρίς (για να πληρώνουμε λιγότερα απ’ αυτά που πληρώνουμε) μια σειρά στοχευμένων ερευνητικών προγραμμάτων της αντίληψης και των αντιληπτικών σχημάτων ( με θέμα το ρίσκο, την αποδοχή, και το δισταγμό σε σχέση με τον κορωνοϊό και τα εμβόλια) σε διάφορους πληθυσμούς: γενικούς και ειδικούς: κοινότητες παντός είδους, επαγγελματικές ομάδες, focus groups, νοσηλευτικό προσωπικό, δημόσιο, εργασιακούς χώρους, ηλιακές ομάδες, φύλο, μειονότητες κλπ) με στόχο τον έγκαιρο εντοπισμό διαστάσεων και διαφορών ώστε να αναληφθούν οι καταλληλότερες προσπάθειες συνύπαρξης, συμβίωσης, αμοιβαιότητας, διάδρασης, αλληλοκατανόησης για να επιτελείται ένα είδος ταυτόχρονου αμοιβαίου και επωφελούς προληπτικού συμπεριφορικού σχεδιασμού : ένα χίασμα οπτικών γωνιών ώστε να αποφεύγονται επιζήμιες συγκρούσεις κατά της ανοσίας.

Όλα αυτά, μέσα σ’ ένα επίσης υψίστης προτεραιότητας πλαίσιο παράλληλης προσπάθειας επίτευξης θεσμισμένης αντίληψης ότι ζούμε σε ένα περιβάλλον που έχει γίνει αντιληπτό ότι έχουμε ήδη αλλάξει αμετάκλητα (ανθρωπόκαινος εποχή) και που η κοινή μας επίγεια κατάσταση απαιτεί την μέγιστη προσοχή μας. Μια διαφορετική κοπή του κόσμου, για ν’ αλλάξουμε δρόμο.

  1. Η φαινομενολογία της αντίληψης

Για την μερλωποντιανή σκέψη (ΦτΑ) όταν βιώνω κάτι το αντιλαμβάνομαι, αλλά η αντίληψη δεν είναι μια παθητική ικανότητα αποδοχής ερεθισμάτων του υποκειμένου δηλ. χωρίς αυτό να κάνει κάτι αλλά δομείται πάνω στις σχέσεις που το συγκεκριμένο υποκείμενο (σωματικό εγώ και σκεπτόμενο ον ταυτοχρόνως) συνάπτει σε αλληλεπίδραση με τον κόσμο και τα πράγματα γύρω του και δρα ανάλογα.

Η αντίληψη είναι ένα ενέργημα του σώματος και το σώμα δεν είναι ένα μηχανικό σύστημα, ένα αντικείμενο, ή μια συνείδηση.

Η αντίληψη δεν είναι «ένα αντικειμενικό συμβάν στην φύση : αιτιακή σχέση ανάμεσα σε ένα φυσικό πράγμα που επιδρά σε ένα όργανο, προκαλώντας μία αίσθηση, μία εσωτερική καταγραφή αυτής της επίδρασης (εμπειρισμός) . Ούτε είναι μια υποκειμενική δραστηριότητα δια της οποίας ένα υπερβατικό εγώ λαμβάνει συνείδηση του κόσμου (νοησιαρχία).» ( Α.Μουρίκη Σημεία. Επίμετρο: Μ.Μ.Π, Εστία. 2005, σελ.402).

Στη φαινομενολογία η οποία μελετά τον εμφανισμό του όντος στη συνείδηση, η συνείδηση μπορεί να έχει αντικείμενα χάρη σε μια προγενέστερη σχέση νόησης-νοήματος που υφαίνεται αναφορικά. Αυτό θέλει να πει ότι κάθε συνείδηση είναι συνείδηση ενός πράγματος όπως και κάθε πράγμα είναι πράγμα για μια συνείδηση. Η συνείδηση δηλ. είναι πάντα συνείδηση ενός περιεχομένου διαφορετικού από αυτή-άρα πάντα αναφέρεται σε κάτι έξω από τον εαυτό της, πάντα υπάρχει ως αναφορικό βίωμα. Εξ’ υπαρχής απορρίπτεται αυστηρά μια ενότητα που πρώτα υπάρχει ως συνείδηση και υστερόχρονα αυτό-υπερβαίνεται προς τα πράγματα. «Η συνείδηση δεν τείνει προς, είναι αυτό το προς». Η συνείδηση δεν εξέρχεται για να βρει τα πράγματα, αλλά υπάρχει ως έξοδος, ως αναφορά, εξού και η λέξη αναφορικότητα (αλλού αποβλεπτικότητα, intentionality, προθετικότητα) (Κ. Παπαγιώργης, Η οντολογία του Χάιντεγγερ.Νεφέλη.1983, σελ 88)

Αντίθετος ο Μ.Π. στις στενές συμπεριφοριστικές και φυσιολογικές προσεγγίσεις της αντίληψης, την ορίζει ως ένα ενέργημα που μας επιτρέπει να γνωρίσουμε όλα όσα υπάρχουν γύρω μας, περιλαμβάνοντας, έτσι, τα αντικείμενα, τους ανθρώπους, τη σχέση μας μαζί τους, τη συμπεριφορά μας, καθώς και τη συμπεριφορά των άλλων

Το ενέργημα αυτό δεν υποκινείται ούτε από τη διάνοια ούτε από τον οργανισμό είναι μάλλον η σύνολη τοποθέτηση του όντος μέσα στον κόσμο, μια ορισμένη κίνηση που το κάνει ένα είναι-μέσα-στον-κόσμο εξαρτημένο από το πώς το σώμα είναι διευθετημένο μέσα σ’ αυτόν.

Στον Merleau-Ponty τον φιλόσοφο της σωματικότητας και του συγκεκριμένου, η συνείδηση είναι ενσώματη. «Είμαι το σώμα μου», προτού να έχω ένα σώμα.

Αντί της συγκροτητικής νοητικής δραστηριότητας ενός κυριαρχικού υπερβατικού υποκειμένου που θεωρεί δηλ.τον εαυτό του μοναδικό δωρητή νοήματος με μόνο μέτρο το υψηλό/χαμηλό IQ ή την ένταση ψεκασμού, η φαινομενολογική περιγραφή της αντίληψης αποκαλύπτει την παθητική-και-ενεργητική ύφανση των απαρχών της σχέσης μας με τον κόσμο.

Οι άνθρωποι δεν είναι μόνο μέσα στον κόσμο ( όχι βέβαια σαν πράγματα) αλλά είναι στον κόσμο, του κόσμου, επιπλέον ανήκουν και σε μια συγκεκριμένη κοινωνία και βρίσκονται υπό την επήρεια της κουλτούρας της, πράγμα που σημαίνει ότι δεν αντιλαμβάνονται μόνο τα πράγματα αλλά και τα ονοματίζουν έχοντας μια δυνατότητα διαφορετικών σημασιολογικών αποτμήσεων.

Δεν πρόκειται ούτε για παθητική δεκτικότητα ούτε, για νοητική συγκροτητική δυνατότητα αλλά πίσω από τις αντιλήψεις βρίσκονται η προσοχή, η πρόθεση, το ενδιαφέρον, η επιθυμία που τις ενεργοποιούν –ενεργοποιούμενες και τις επηρεάζουν-επηρεαζόμενες.

  1. Το βιωμένο σώμα και ο αντιληπτός κόσμος

Στην οπτική της ΦτΑ γίνεται φανερό ότι το αρχιμήδειο σημείο, προνομιακό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, που της επιτρέπει άμεση και πρωτογενή επαφή με τον κόσμο δεν είναι άλλο από το σώμα. Το κάθε σώμα, το βιωμένο σώμα, το οποίο αντιπροσωπεύει το πώς βιώνει στη ζωή του ο κάθε άνθρωπος το δικό του σώμα.

Το σώμα είναι προϊόν και, ταυτόχρονα, φορέας της ανθρώπινης αντίληψης συνενώνει το υλικό της και το διαπερνά με την προθετικότητα (αποβλεπτικότητα) του που πραγματώνει, κατά κάποιο τρόπο, την προθετικότητα ολόκληρης της ύπαρξης. « Ένα κινητό και το σώμα μας δημιουργούν μια νέα πραγματικότητα» γράφει η κ. Αννα Διαμαντοπούλου (Liberal 23/1/2022).

Μία κατάλληλη και ορθά φορεμένη μάσκα με τη δέουσα απόσταση του σώματος όπως και το εμβολιασμένο σώμα που ακολουθεί τις οδηγίες ασφαλείας δημιουργούν μια πιο ασφαλή πραγματικότητα.

«Λέω ότι αντιλαμβάνομαι ορθά, όταν το σώμα μου έχει ακριβές άδραγμα πάνω στο θέαμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το άδραγμά μου είναι ποτέ τελικό» (ΦτΑ.σ.499)

Μέσω του ιδιοσώματος (Le corps propre), το υποκείμενο συλλαμβάνει τον εξωτερικό χώρο και εκφράζει τον εαυτό του μέσα στον κόσμο, προβάλλοντάς σ’ αυτόν τις αποβλέψεις του.

Μέσα στην αντίληψη κάποιο πράγμα έχει γίνει αντιληπτό. «Η έκφραση είναι το συν-ανήκειν μιας πρόθεσης και μιας χειρονομίας, η πρόθεση που έγινε ή γίνεται κίνηση του σώματος»

  1. Σώμα, αντιληπτική συνάντηση, νόημα του πράγματος.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι η αντιληπτική συνάντηση είναι πρωτίστως σωματική. Δεν αντιλαμβάνομαι την πληγή στο σώμα μου (συναίσθημα του πόνου) με την νόηση και μόνο όπως ο καπετάνιος αντιλαμβάνεται με την όραση ότι κάτι έχει σπάσει στο καΐκι του.

Το πεδίο της αντίληψης για τον Μ.Π είναι προ-αναστοχαστικό προ-θεωρητικό, προ-γλωσσικό, προ-κατηγορικό, προ-θεματοποιό.

Η αντιληπτική πίστη είναι η βεβαιότητα που πηγάζει από την πρωταρχική συνάντηση ανθρώπου και κόσμου.(ότι η γη π.χ είναι επίπεδη, ακίνητη και δεν περιστρέφεται )

Το σώμα, το ανθρώπινο σώμα, όπως το εννοεί ο Μ.Π, αποτελεί το φορέα του νοήματος. Το σώμα κάθε έμβιου όντος έχει τη δυνατότητα δημιουργίας νοήματος στις σχέσεις του με το περιβάλλον. Στην περίπτωση του ανθρώπου το νόημα αυτό αποκτά στη συνέχεια εσωτερικό σύνδεσμο με την ανώτερη τάξη των νοητικών λειτουργιών. Αυτό το άμεσο νόημα που έχει ο κόσμος για μας, η πρόσληψη της φυσιογνωμίας του, δεν προκύπτει από νοητικές διεργασίες αλλά από τον συντονισμό μαζί του του σώματός μας που αποτελεί μέρος του (Ν.Χ. Μπανάκου-Καραγκούνη, Η γνωσιοθεωρητική και οντολογική υπονόμευση του κυρίαρχου υποκειμένου, Φιλοσοφία, 48, ΙΙ, 2018)

Το νόημα συλλαμβάνεται από τον ορώντα ως το νόημα που αφ’ ενός εκείνα (τα δεδομένα) έχουν αλλά αφ ετέρου «εκείνος κάνει να έχουν»

Υπάρχει νόημα του πράγματος (π.χ. το εν πολλοίς άψαχτο νόημα του εμβολίου, του εμβολιασμού), ο ενδιάθετος λόγος του, δηλαδή, μέσα στη διάταξή του: η ουσία του ως ολικό μέρος της σάρκας (δεν μπαίνουμε εδώ στην διαύγαση αυτής της έννοιας του Μ.Π) του κόσμου, που υποτείνει την ικανότητά του να αναδύεται ως κύρια φιγούρα με φόντο την πανδημία.

Για την ενσώματη συνείδηση, το νόημα προσφέρεται από την ίδια την πράξη της ενσωμάτωσής της, αντλείται από την άμεση εμπειρία (π.χ. του εμβολιασμού, της διασωλήνωσης, της εξόδου από την ΜΕΘ) . Το νόημα δηλ. δεν επισυνάπτεται στην εμπειρία από τα έξω, από τη συνείδηση, αλλά στον Merleau-Ponty περιέχεται ήδη μέσα στην εμπειρία βρίσκοντας στο σώμα του υποκειμένου τον κύριο εκφραστικό αγωγό του. Γεννιούνται δύο ερωτήματα: Τι είναι αντιληπτικό σχήμα και πώς να καταλάβουμε την υποκειμενικότητα.

  1. Αντιληπτικό σχήμα (ατομικό και κοινωνικό)

Ξεκινώντας από το ότι :«Μέσω των κινητικών αλλά και θυμικών λειτουργιών του σώματος, διαμορφώνεται η αντίληψη για τον κόσμο και τα πράγματα, τα οποία, με τη σειρά τους, γίνονται αντιληπτά όχι ως περατωμένα όντα, όχι ως αντικείμενα τα οποία ο νους θέτει απέναντί του προς εξέταση, αλλά ως ανοιχτά και ανεξάντλητα σύνολα –τα οποία ποτέ δεν κατέχονται ολοκληρωτικά (δεν προσφέρονται παρά σε μερικές μόνο από τις όψεις τους κάθε φορά και υπό ορισμένη προοπτική, ένας κύβος π.χ έχει εξ ορισμού έξη πλευρές, κανείς όμως δεν μπορεί να τις δει όλες ταυτόχρονα, ποτέ και οι έξη πλευρές δε βρίσκονται ταυτόχρονα μπροστά στα μάτια του)» [κρίνει η Α.Μουρίκη στα Κριτικά, φιλοσοφικές βιβλιοκρισίες, 2017-02] οδηγούμαστε στην έννοια του ατομικού αντιληπτικού σχήματος που μπορεί να παρομοιαστεί με ένα τραπέζι το οποίο είναι ο χώρος που το άτομο τοποθετεί προ-στοχαστικά και με αυθορμησία τα θέματα-πράγματα-αιτίες, με τα οποία συναντάται τεμαχίζοντας έτσι την πραγματικότητα σύμφωνα με μια τάξη που του παρέχει δυνατότητες συγκρίσεων και καθέτου ιεράρχησης.

Το αντιληπτικό σχήμα είναι μια ιδιαίτερη απότμηση της πραγματικότητας σύμφωνα με μία τάξη που της δίνει έτσι ένα νόημα. Ρωτάμε: Πως τον κόβεις αυτόν; Τι λες; Σε παίρνει; περιμένοντας την μετάφραση (έκφραση) της σαρκικής γνώμης που το σώμα

βουβά κομίζει. Περιμένοντας να υποδεχθούμε με ανοικτή αγκαλιά την μετανάστευση της ορατότητας ν’ αλλάξει σάρκα, εγκαταλείποντας την σάρκα του σώματος για την σάρκα της γλώσσας (langage). Τη γλώσσα που είναι η ίδια κομμάτι του φάσματος της φωνής των κυμάτων, των πραγμάτων, των δασών της αντιληπτικής ενσώματης εμπειρίας τους που με συναρπάζει.

Το ατομικό αντιληπτικό σχήμα είναι δυνατόν χάρη σε ένα κοινωνικό αντιληπτικό σχήμα. Κι αυτό είναι μια τράπεζα όπου μια κοινωνική ομάδα τοποθετεί ένα σύνολο επιλεγμένων θεμάτων σύμφωνα με μια τάξη. Να μην ξεχνάμε ότι η ίδια η αντίληψη είναι θεσμισμένη, αφού η γλώσσα μπορεί να ριζώσει μόνο μέσα σ΄έναν αισθητό κόσμο που είχε πάψει να είναι ιδιωτικός κόσμος. Ο Μ.Π υποστηρίζει σταθερά ότι ο άνθρωπος πράττει και γίνεται σε σχέση πάντοτε με τη φύση, με τον κόσμο, με τους άλλους.

Ο εκκοινωνισμός των ατόμων –διαδικασία που και η ίδια θεσμίζεται και με διαφορετικό κάθε φορά τρόπο-τους ανοίγει την πρόσβαση σε ένα κόσμο κοινωνικών αντιληπτικών σχημάτων με πυρήνες νοήματος (συνηθίζεται να λέμε με κοινές αντιλήψεις), του οποίου τόσο η εγκαθίδρυση , όσο και η απίστευτη συνοχή ξεπερνούν αφάνταστα όλα αυτά που ένα ή περισσότερα άτομα θα μπορούσαν ποτέ να παραγάγουν και που δεν είναι αναγώγιμα στην «ορθολογικότητα», οποιοδήποτε κι αν είναι το εύρος που θα δοθεί στην έννοια αυτή

Σύμφωνα με την παραπάνω οπτική, μπορεί κανείς να πει ότι τα μέλη μιας συλλογικότητας σχηματίζουν μια ομογενή ομάδα στο μέτρο που επιλέγουν τα ίδια θέματα και τα οποία τα τοποθετούν με την ίδια τάξη στο τραπέζι της αντίληψης.

Ένα αντιληπτικό σχήμα είναι λοιπόν ένα απόθεμα νοήματος-ένα ορυχείο νοήματος για τις γνώμες, τους λόγους, τις στάσεις, τις ιδεολογίες, τις συμπεριφορές, και τις δράσεις. Είναι γι ‘ αυτό το λόγο που η επιλογή γίνεται πρώτα στο επίπεδο της αντίληψης ως τράπεζας και όχι στο επίπεδο των προϊόντων της (θέματα, αιτίες, πράγματα). Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να επισημανθεί το ότι το πέρασμα από την τράπεζα- υποστήριξη στα προϊόντα-γνώμες κλπ δεν είναι εξασφαλισμένο. Αρκεί να ειπωθεί εδώ, ότι το αντιλαμβάνεσθαι είναι ταυτόχρονα: αισθάνεσθαι, συν-γνωρίζειν, ανα-γεννάσθαι συνεχώς μέσα στον κόσμο και ότι ανάμεσα στην αντίληψη της πραγματικότητας και τον μετασχηματισμό της υπάρχουν δυσκολίες, αναστολές, καταναγκασμοί τόσο προσωπικής όσο και συλλογικής φύσεως. Είναι γι’ αυτό που δίνονται τα πρωτεία στην ανάγκη διερεύνησης της αντίληψης Είναι γι’ αυτό που είναι πρωταρχική η διερεύνηση της αντίληψης του εμβολίου και του εμβολιασμού σαν βάση της αποδοχής τους.

  1. Πώς να καταλάβουμε την υποκειμενικότητα;

Το σώμα είναι ένα φυσικό εγώ και μπορεί να θεωρηθεί υποκείμενο της αντίληψης. Είναι το ίδιο υποκείμενο αυτό που αντιλαμβάνεται και αυτό που ομιλεί με αυτό που σκέπτεται;

Ο Μ.Π βεβαιώνει ότι: ομιλείν και σκέπτεσθαι είναι αδιαχώριστα (από τη στιγμή που διαχωρίζουμε απόλυτα ομιλείν και σκέπτεσθαι, βρισκόμαστε ήδη υπό καθεστώς στοχασμού. Άρα σκέψη και γλώσσα είναι αδιάσπαστες και αχώριστες).

Η αντίληψή μου συνδέεται συγχρόνως με το ορατό και με το αόρατο του πράγματος, παρόμοια και η ομιλούσα σκέψη μου. Το σκέπτεσθαι δεν είναι ένα, λέγεται πολλαχώς και είναι πολλαχώς. Το ορατό είναι το αντιληπτικό νόημα και το αόρατο είναι το γλωσσικό νόημα το εκφρασμένο στη γλώσσα

Με άλλα λόγια τα πράγματα έχουν ως εξής: α. Μπορούμε να σκεφτόμαστε μόνο αν έχουμε λάβει μια γλώσσα. β. Η λέξη έχει ένα νόημα. Το φαινομενολογικό νόημα αποτελεί τη ρίζα του εννοιολογικού νοήματος στη γλώσσα, είναι ένα νόημα βουβό, το οποίο παραμένει «χαμένο» μέσα στη γλωσσική έκφραση.

Και οι δύο (αντίληψη και σκέψη) όμως είναι επίσης εξ αδιαιρέτου δικές μου, διότι γράφει ο Κ. Καστοριάδης ( στα «σταυροδρόμια του λαβύρινθου», Υψιλον, 1991, σελ.178 ): «είναι σύστοιχες της σιωπής μου που τις υποτείνει, μιας ορισμένης σάρκας που είμαι εγώ, της δικής μου κίνησης έκφρασης. Και όλα αυτά είναι –νόημα…συνεκτατό μ’ εμένα, λόγος ενδιάθετος, που εκφράζεται μέσα στη σιωπή της σκέψης, και που υπο-τείνει την κίνηση της έκφρασης η οποία κορυφώνεται στην ομιλούσα ομιλία δια της οποίας ο κάθε άνθρωπος, ως άνθρωπος, μπορεί να είναι αρχή.

Ο άνθρωπος είναι ως λόγον και σιγήν έχων είναι αυτός που κάνει να μεταβαίνει ο λόγος ενδιάθετος όλων αυτών –που είναι στον λόγον προφορικόν: αλλά είναι και αυτός που, μέσα στη διηνεκή αεικινησία αυτού-που- είναι και που δεν μπορεί στιγμή να σταματήσει να εκφράζεται χωρίς να πάψει να είναι , είναι ικανός να σιωπά και εγκαθιδρύει για πρώτη φορά στην ιστορία του κόσμου ένα πεδίο όπου υπάρχει το υπάρχει για έναν μόνο. Το υποκείμενο είναι αρχή της έκφρασης-είναι απλώς υποκείμενο-ως αυτό που μπορεί να συντονίζεται με τη σιωπή, και μέσα στη σιωπή με τον λόγο των πραγμάτων»

Έκφραση είναι η διαδικασία κατάκτησης νοήματος. Όταν αυτό προκύπτει μιλάμε για ύφος. Το ύφος αρχίζει από τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και αποκρυσταλλώνεται στην έκφραση.( Δημήτρης Καργιώτης .Πανελλήνιο Συνέδριο, Φιλοσοφίας «Τι είναι ύφος 4/10/2017;»

Η γλώσσα βαθαίνει και μεταμορφώνει την εμπειρία μας, αλλά μόνο διευρύνοντας, εκλεπτύνοντας και ποικίλλοντας τη σημασία που έχουμε ήδη βρει σε καταστάσεις και συμβάντα προτού την συναντήσουμε σε προτάσεις, συμπερασμός, έννοιες και συζητήσεις. «Η ομιλία είναι ήδη ένα διαχωρισμός. Επιπλέον, δεν υπάρχουν εμπειρίες χωρίς ομιλία, το καθαρό βίωμα δεν βρίσκεται καν στην ομιλούσα ζωή του ανθρώπου» (ΦτΑ. Σελ.563)


 

  1. Ο Άλλος και το σώμα του. Ο αμπόλιαστος

Ο άλλος λέει ο Μ.Π. δεν είναι γέννημα του πνεύματός μου αλλά ο δίδυμος μου, σαρξ εκ της σαρκός μου. Το σώμα του άλλου είναι μια απρόσμενη απόκριση που λαμβάνω από κάπου αλλού. Ο άλλος κι εγώ είμαστε σχεδόν σαν δυο ομόκεντροι κύκλοι. Αυτό το κάπου αλλού όμως μου στερεί την θέση μου στο κέντρο. Το μυστήριο του άλλου δεν είναι παρά το μυστήριο του εαυτού μου. «Δεν υπάρχει προνόμιο αυτογνωσίας, και ο άλλος δεν μου είναι περισσότερο αδιαπέραστος απ’ ό,τι εγώ ο ίδιος» (ΦτΑ.σελ.564) (Το πέρασμα από το θέμα της ετερότητας [alterity] στο θέμα της δι-υποκειμενικότητας [intersubjectivity] δεν είναι δυνατόν να συζητηθεί στα πλαίσια αυτού του άρθρου βλ.Β.Καραποστόλη σελ.83.ΕΚΕ τομ 48, 1983 )

Ο αρνητής των εμβολίων είναι ένας άλλος, κάποιος άλλος. Μια άλλη συνείδηση ημιτελής που δεν μπορεί να καταλάβει πλήρως τον εαυτό της, ούτε όμως και εμείς μπορούμε να την καταλάβουμε περισσότερο αν δεν ενσκήψουμε ερευνώντας την αντίληψή του, το αντιληπτικό του σχήμα όσον αφορά π.χ το θέμα του εμβολίου, την αντίληψη ρίσκου που έχει γι’ αυτό, . Αν δεν έρθουμε σε διαλογική συζήτηση και δεν αναλύσουμε τα ευρήματα των απαντήσεών τους στα κατάλληλα γι’ αυτές τις πολυδιάστατες έρευνες ερωτηματολόγια ( έρευνες αντιληπτικών σχημάτων όχι απλές δημοσκοπήσεις, [βλ και τη χρησιμότητα μιας έρευνας αναγνωριστικής των προθέσεων και της προθυμίας, δείγματος ενηλίκων Ελλήνων, να εμβολιασθούν πριν να φθάσουν τα εμβόλια: Georgia Kourlaba et al.: « Τhe willingness of adult residents in Greece to receive a COVID-19 vaccine, Jan, 2021 https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/33509291/»]. Αν δεν έρθουμε σε συνάντηση με τα πιθανά συμπαγή, αδιάτρητα κατακάθια του αμυντικού ψυχισμού των (sedimented) που θα μας οδηγήσουν στην αλληλοκατανόηση.

Είναι ένας άλλος με διαφορετική αντιληπτική εμπειρία και με μερική θέαση του κόσμου και διαφορετική πρωταρχική γνώμη. Με την άρνησή του να εμβολιαστεί παίρνει το ρίσκο να είναι εν δυνάμει ένας κινδυνώδης «ξενοδόχος του θανάτου» που προσφέρει ξενοδοχιακές υπηρεσίες στον άκρως επικίνδυνο ιό κάνοντας το σώμα του, πεδίο δράσης μιας ενδεχομένως πιο επικίνδυνης μετάλλαξης. Ρισκάρει να γίνει φορέας μετάδοσης, να νοσήσει πιο βαριά ή και να πεθάνει και επομένως να αυξήσει την πίεση στο ΕΣΥ. Αυτός ο άλλος δεν είναι καθόλου ευεργέτης μας μεγάλος, αλλά καθώς λέει ο ακαδημαϊκός Θεοδόσης Τάσιος, επιβάλλει με την άρνησή του να εμβολιασθεί (χωρίς να έχει λόγους υγείας) έναν αχρείαστο διχασμό βασισμένο σε λογική πλάνη: Ότι μόνο το δικό του εγώ δίνει νόημα στον κόσμο.

Με μια κίνηση από μέσα του προς τα έξω διακηρύσσει ότι δεν υπάρχουν άλλα εγώ παρά μονάχα το δικό του και κανενός άλλου. Διαλαλεί ο αντιεμβολιαστης και προς εμβολιασθέντες και προς ανεμβολίαστους :

δικό μου είναι το σώμα, ό,τι θέλω το κάνω”.

Καταστροφικός, αυτοκαταστροφικός και αναζωπυρωτικός ταυτόχρονα, φωνάζει: Ο ιός δεν υπάρχει . Η αλφαβήτα του με αφήνει αδιάφορο. Δεν υπάρχει η αλήθεια, δεν υπάρχει αυτό που οι άλλοι ονομάζουν πραγματικότητα,…υπάρχω μόνο Εγώ! Ένα εγώ που όμως δεν μπορεί να μπει στον πληθυντικό. Που δυστυχώς τις περισσότερες φορές μπαίνει στο ΕΣΥ για να φύγει. Που δεν μπορεί να δει την κοινωνία και τη δημόσια υγεία και υπό το πρίσμα του άλλου, σε κανένα προϊόν, ούτε ακόμη και σε ένα εμβόλιο

«Το σώμα μου, μου ανήκει. Κι ας το περιφρονώ. Είναι το μόνο πράγμα που μου ανήκει. Όχι μόνο με την στενή νομική έννοια, αλλά συμβολικά, αισθητικά, μοναχικά., Είναι δική μου απόφαση σε ποιόν χαρίζω το σώμα μου. Σε ποιόν αποφασίζω ότι ανήκει. Δική μου. Κανενός άλλου. Με ποια λογική  λοιπόν, ή ηθική, μου επιβάλλει το κράτος να εμβολιαστώ; Για να σωθώ εγώ; Ευχαριστώ, αυτό είναι δική μου απόφαση. Δεν την μεταβιβάζω στο κράτος.  Για να μην προκαλέσω κίνδυνο στους άλλους;  Μα δεν το κάνω περισσότερο ή λιγότερο από κάποιον εμβολιασμένο.»

Είναι φανερό ότι στην παραπάνω (ενδεικτικά επιλεγμένη) περίπτωση μπορούμε να υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε ενώπιον ενός ομιλούντος εαυτού έμμονα προσηλωμένου στον εαυτό του, στην παντοδυναμία του. Μπροστά σε μια αγγελία πιθανού θανάτου μιας πιθανής αυτοχειρίας. Αρνείται μέχρι και την ίδια του τη ζωή, επιλέγοντας να μην τη λυτρώσει –άμεσα, εύκολα και δωρεάν– από θανάσιμο κίνδυνο. Σ΄ έναν δωρητή σώματος που το δωρίζει στην αντανάκλαση του ειδώλου του . Ερωτευμένος με τον εαυτό του είναι τόσο απορροφημένος από το εγώ του ώστε δεν ακούει τον άλλο που τον καλεί να χορέψουν μαζί ασφαλείς τον χορό της ζωής και όχι του θανάτου. Να αποπαγιδευθεί από τον παθολογικό του αυτοθαυμασμό και να σταματήσει να σπέρνει γύρω του καταστροφές. Να στραφεί στη κοινωνική σχέση , ν’ ανοιχθεί στην/στον άλλον, να νοιαστεί για τον άλλο να βοηθήσει στο λιώσιμο των παγοκύστεων του ναρκισσισμού.

Ο Μ.Π. κάνει ακριβώς αυτό. Μας τονίζει ότι η έγνοια για τον άλλον άνθρωπο μας καθιστά ανθρώπινα υποκείμενα. Μας ανθρωποποιεί.

Το υποκείμενο είναι και άνοιγμα και ανοίγον. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι παράθυρο , ή τρύπα στον τοίχο. Το ανοιχτό με την έννοια της οπής , είναι ο Sartre, είναι όπως λέει ο Μέγας Κορνήλιος στο φόρο τιμής για τον Μ.Π. είναι ο Bergson, είναι ο αρνητισμός .ή ο υπερ-θετικισμός , που δεν μπορούμε να τους ξεχωρίσουμε.

Η ανοικτότητα και η δομή της είναι τέτοια όμως που μπορεί να δημιουργήσει και μια δέσμευση η οποία αν ακολουθηθεί μπορεί να οδηγήσει εκ των πραγμάτων σε μια αλλαγή των πραγμάτων.

Ενέχει έναν αναπροσανατολισμό της προσοχής μας σε διαπιστώσεις-εκτιμήσεις του τύπου : εδώ με παίρνει, εκεί δεν με παίρνει πράγμα που διαφοροποιεί της αντιληπτικές μας δυνατότητες και τα αντιληπτικά μας σχήματα. (Dimitris Apostolopoulos reviewing: Kirsten Jacobson and John Russon (eds.), Perception and its Development in Merleau-Ponty's Phenomenology, University of Toronto Press, 2017, 373pp.)

Η ενδεχόμενη επέκταση π.χ. του υποχρεωτικού εμβολιασμού ( βλ.και προηγούμενη αρθρογραφία μου) θα δείξει αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση τις «affordances» (τι και πόσο την παίρνει να δράσει) να συνεχίσει την ίδια στρατηγική στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της παραλλαγής Όμικρον.

Σε μας τους παλιότερους η ουλή πάνω στο μπράτσο μας είναι απομεινάρι από παλαιό εμβόλιο που μας έκαναν. Το παρελθόν άφησε πάνω μας το σωτήριο για τους περισσότερους από μας ίχνος του.