Σε αυτή τη χώρα που όλα αλλάζουν για να μείνουν ίδια, δίνουν και παίρνουν οι προφητείες για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα. Πόσο θα κρατήσει; Θα αντέξει τον επόμενο ενάμιση χρόνο; Θα βγάλει τετραετία; Οι πιο φανατικοί ή οι πιο τρομαγμένοι δεν διστάζουν να μιλούν για οκταετία. Είναι φανερό ότι όσο διαρκεί η παρούσα περίοδος έκτακτης κατάστασης, πάσα προφητεία δεκτή αλλά εξίσου αίολη. Η ζωή θα δείξει, όπως λένε οι πιο θυμόσοφοι. Παράλληλα με τις προφητείες, γίνονται εκτιμήσεις για τη μελλοντική φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ. Γίνεται σοσιαλδημοκρατικός; Γίνεται το νέο ΠΑΣΟΚ; Είναι χαρακτηριστικό ότι οι διαγνώσεις γίνονται με όρους παρελθόντος. Επιχειρούμε να προβλέψουμε καταφεύγοντας στην επανάληψη του παλαιού, σαν να ελπίζουμε ή να περιμένουμε, ότι η έξοδος από την κρίση θα έρθει μέσω της επιστροφής στα γνώριμα. Αυτή η καταφυγή στα προηγούμενα είναι συνήθης σε μεταβατικές καταστάσεις. Αλλωστε το αποτέλεσμα των εκλογών έχει και μια τέτοια διάσταση: επιστροφή στα οικεία. Κυρίως με την τάση επανάκαμψης του «μικρού δικομματισμού». Ταυτόχρονα όμως με την προειδοποίηση που εκφράστηκε με την αποχή και τη γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα. Για να φανεί πόσο επισφαλής, μετέωρη και εξαρτημένη από την αποτελεσματικότητα της νέας διακυβέρνησης, είναι αυτή η επιστροφή στα οικεία και η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Η συζήτηση για τη μελλοντική φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει από το πραγματικό πρόβλημα ότι η ταυτότητά του είναι πλέον μετέωρη. Αυτοσυστήθηκε ως κόμμα της λεγόμενης Ευρωπαϊκής Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΕΡΑ), αλλά μετά το Μνημόνιο Τσίπρα αυτή η ταυτότητα μόνο ως ειρωνεία εισπράττεται. Γι’ αυτό άλλωστε έσπειρε τη σύγχυση στην ευρεία οικογένεια της ΕΡΑ. Τι είναι ο Τσίπρας, προδότης ή ρεαλιστής; Και όχι μόνο. Ενώ ώς πρόσφατα ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ φάνταζαν ως οι λαμπρότεροι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Ριζοσπαστικής Αριστεράς, παράδειγμα προς μίμηση, τώρα στην Πορτογαλία και στην Ισπανία χρησιμοποιούνται ως παράδειγμα προς αποφυγή, ως ανεύθυνη δημαγωγική δύναμη που κατέστρεψε τη χώρα του. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Podemos χρειάστηκε κάποια στιγμή να πάρουν αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ για να αμυνθούν στις επιθέσεις.
Στην πραγματικότητα η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει εναργέστερα την τροχιά της ΕΡΑ της Νότιας Ευρώπης. Μόλις αποκτά εκλογικό – πολιτικό βάρος «προσαρμόζεται» στους γνωστούς εθνικούς περιορισμούς, με τη φιλοδοξία να συνάψουν κυβερνητική συνεργασία με τους Σοσιαλιστές εναντίον των οποίων εξαπέλυαν πριν από λίγο «αντισυστημικούς» μύδρους (Πορτογαλία, Ισπανία). Είναι πολύ αμφίβολο ότι αυτά τα κόμματα θα φέρουν μια ουσιαστική εξυγιαντική ώθηση στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς ή ότι θα συνδράμουν σε μια ανανέωση της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας. Ανέπτυξαν έναν δυναμικό ακτιβισμό εκφράζοντας την κοινωνική διαμαρτυρία της περιόδου των Μνημονίων, αλλά πέραν τούτου, λίγα πράγματα προσέθεσαν. Ούτε το πρόγραμμά τους ούτε ο θεωρητικός τους λόγος ούτε οι διανοούμενοι γκουρού τους προσέφεραν δυναμική εναλλακτική πρόταση στον καθιερωμένο ευρωπαϊκό Σοσιαλισμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έφυγε λοιπόν από το λιμάνι της ριζοσπαστικής Αριστεράς, το οποίο άλλωστε δεν είχε και πολλά πλέον να του δώσει, ούτε αυτός να προσφέρει. Αρμενίζει προς τη σοσιαλδημοκρατία; Οσοι προβλέπουν ή ποντάρουν στη «σοσιαλδημοκρατικοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ, συνήθως δεν εννοούν τίποτε περισσότερο από την «αποριζοσπαστικοποίησή» του, από την «προσγείωσή» του στην πραγματικότητα, γεγονός που ήδη συμβαίνει. Μια πιο συντεταγμένη ιδεολογική – προγραμματική μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς τη «σοσιαλδημοκρατία», ή καλύτερα προς τον δημοκρατικό σοσιαλισμό που στην Ελλάδα περιλαμβάνει και την ευρωκομμουνιστική εμπειρία της Ανανεωτικής Αριστεράς στην οποία έχουν θητεύσει αρκετά ηγετικά στελέχη του, θα μπορούσε να σημάνει περισσότερα. Ειλικρινέστερη πολιτική «προσαρμογή», μεγαλύτερη συνοχή λόγων και έργων, άρα λιγότερο κυνισμό, λιγότερο λαϊκισμό, λιγότερη ροπή στην καθεστωτική νοοτροπία και τη διαφθορά, ουσιαστικότερο εξευρωπαϊσμό των δομών και των θεσμών. Προς το παρόν ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι επιδιώκει καλύτερες σχέσεις με το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, ούτε δέχεται ούτε επιθυμεί να μεταπηδήσει στη «σοσιαλδημοκρατία». Η εσωκομματική του κουλτούρα όταν ήταν μικρή δύναμη του 4% είχε διαμορφωθεί αντιπαραθετικά προς αυτή και επιπλέον περιελάμβανε, όπως φάνηκε, ισχυρές αντιευρωπαϊκές συνιστώσες. Στα χρόνια της κρίσης διαμόρφωσε μια αντίληψη επικεντρωμένη στον πολιτικό μανιχαϊσμό, στη διαμαρτυρία, στην αντικαπιταλιστική ρητορεία. Μια αντίληψη εξίσου μακρινή από τη νοοτροπία της σοσιαλδημοκρατίας. Μετά την άνοδό του στην κυβέρνηση, αυτή η αντίληψη τον οδηγεί σαφώς στη λαϊκιστική διαχείριση της προσαρμογής στη μνημονιακή πραγματικότητα. Κοντολογίς, προτιμά τον λαϊκισμό από τη «σοσιαλδημοκρατία», γιατί αυτός του επιτρέπει να εξαντλεί τα μικρά είναι αλήθεια, περιθώρια τακτικισμού και δημαγωγίας που του αφήνει το Μνημόνιο.
Μήπως λοιπόν «πασοκοποιείται»; Γίνεται νέο ΠΑΣΟΚ; Οσοι το υποστηρίζουν ελπίζουν ότι θα διαγράψει την ανάλογη τροχιά από τον ριζοσπαστισμό στον λαϊκισμό και από κει στον εξευρωπαϊσμό. Θυμίζουν επίσης ότι η εκλογική του βάση αντιστοιχεί με εκείνη του παλαιού ΠΑΣΟΚ. Το ισχυρότερο όμως επιχείρημα είναι ότι ο ίδιος ο Τσίπρας και η ηγετική του ομάδα το προσπαθεί, το αντιγράφει, το ελπίζει. Προς διευκόλυνσή τους ξεχνούν βεβαίως ότι το ΠΑΣΟΚ είχε πολλές όψεις, μερικές από τις οποίες είναι υπεύθυνες για τη χρεοκοπία της χώρας. Και δυστυχώς αυτές τις όψεις επιχειρούν να αντιγράψουν. Ομως τους λείπουν τα χρήματα και ο χρόνος. Το ΠΑΣΟΚ χρειάστηκε μια δεκαετία να «προσγειωθεί» ύστερα από μια διακυβέρνηση που παλαιότερα είχα χαρακτηρίσει «ριζοσπαστισμό χωρίς μεταρρυθμίσεις». Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ελπίζει ότι θα κάνει την ίδια τροχιά σε χρόνο μηδέν και χωρίς λεφτά; Και θα σημάνει αυτή η επιλογή κάτι άλλο από κατάληψη του κράτους, φαβοριτισμό, νέα διαπλοκή και πελατειακή διαχείριση της μιζέριας; Φοβάμαι πως ναι. Αυτή είναι η κατεύθυνση που θα πάρει, δέσμιος των προηγούμενων επιλογών του και της ισχυρής δόσης λαϊκισμού που έχει εμποτίσει την κομματική του κουλτούρα.
Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι, προς το παρόν, ούτε η νέα σοσιαλδημοκρατία ούτε το νέο ΠΑΣΟΚ. Είναι το κόμμα του Μνημονίου. Αυτό έχει αναλάβει να διεκπεραιώσει και αυτό θα είναι το πολιτικό του πρόγραμμα, το οποίο θα καθορίσει και την εξέλιξη της φυσιογνωμίας του. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει ό,τι τον κάνει το Μνημόνιο. Το Μνημόνιο είναι ένα αντιφατικό σύνολο που περιέχει υφεσιακά μέτρα, συριζικής μάλιστα εμπνεύσεως (υπερφορολόγηση), αλλά δημιουργεί και υποδομές αναγκαίες για τη μελλοντική αναδιάρθρωση της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα του Μνημονίου που είναι πλέον πριν από οτιδήποτε άλλο, ή θα εγκλωβιστεί σε μια ανεπιτυχή διαχείρισή του και θα χαθεί μέσα στα μπρος – πίσω των λαϊκιστικών τακτικισμών ή θα επιχειρήσει να ενισχύσει τις μεταρρυθμιστικές υποδομές του Μνημονίου, εντάσσοντάς το επιπλέον σε μια ευρύτερη εθνική στρατηγική. Το έκανε σαν καλαμπούρι με το λεγόμενο «παράλληλο πρόγραμμα». Τώρα καλείται να το επιχειρήσει στα σοβαρά. Εστω και αν το παρελθόν του αφήνει λίγες μόνο ελπίδες.