Τι θα συναντήσει λοιπόν η νέα κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αφού αναλάβει την εξουσία; Η κάθε κυβέρνηση χώρας μέλους αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου κυβερνητικού Ευρωπαϊκού σχήματος γνωστού ως “πολυεπίπεδης διακυβέρνησης”, συνυπάρχει δηλαδή με το κυβερνητικό θεσμικό σύστημα της Ένωσης αλλά και τις υπόλοιπες κυβερνήσεις των κρατών μελών. Έτσι τα όρια δράσης και αυτονομίας της προσδιορίζονται μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Καμιά κυβέρνηση σε κράτος μέλος δεν είναι εντελώς αυτόνομη στη δράση της. Πρώτα απ’ όλα λοιπόν η νέα κυβέρνηση, που όπως όλα δείχνουν θα είναι της συντηρητικής Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ), θα ξεκινήσει και διανύσει ουσιαστικά το βίο της με νέα (και αδοκίμαστη) ηγεσία στους θεσμούς/ όργανα της Ένωσης (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – ΕΚΤ,κ.λπ ). Αυτό είναι θετικό και αρνητικό ταυτόχρονα. Θετικό με την έννοια ότι θα έχει να συνεργασθεί με νέους επικεφαλής χωρίς τις οδυνηρές μνήμες της αρχικής διαπραγμάτευσης της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλά και χωρίς τις οποιεσδήποτε “επενδεδυμένες φιλικές σχέσεις” του παρελθόντος. Αρνητικό καθώς θα είναι μια νέα ηγεσία χωρίς τη βαθύτερη γνώση του ελληνικού λεγόμενου προβλήματος (και κρίσης) , αδοκίμαστη στη διαχείρισή του και χωρίς επίγνωση των περίπλοκων προβλημάτων της περιοχής μας .
Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση θα βρεθεί σε ένα πολιτικό περιβάλλον όχι και τόσο συγγενικό ιδεολογικά προς τις απόψεις της ως συντηρητικού, φιλελεύθερου κόμματος. Η κεντρική συγγενής ιδεολογικά πολιτική μορφή, η καγκελάριος της Γερμανίας Α. Μέρκελ, οδεύει προς το τέλος της πολιτικά εξασθενισμένη (αν και βέβαια η συντηρητική της ιδεολογική φυσιογνωμία δεν την εμπόδισε να αναπτύξει στενούς δεσμούς με τον Αλ. Τσίπρα). Ταυτόχρονα φαίνεται να διαμορφώνεται ένα πολιτικό σχήμα – δίπολο στο οποίο κυριαρχούν αφενός ακροδεξιές ή ακραία συντηρητικές κυβερνήσεις (Ιταλία, χώρες Αν. Ευρώπης, Βίσενγκραντ, κ.α.) και αφετέρου κεντροαριστερές, σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις των οποίων ο αριθμός μάλιστα διευρύνεται. Έτσι μετά την Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία, Φινλανδία έχει ήδη προστεθεί και η Δανία με τη νέα πρωθυπουργό Μέτε Φρεντερίκσεν. Σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει βέβαια ότι οι κυβερνήσεις αυτές θα είναι “εχθρικές” προς την Ελληνική κυβέρνηση. Κάθε άλλο. Η Ισπανία π.χ. του Πιέτρο Σάντσεθ, χώρα και ηγέτης που αυξάνουν ραγδαία την επιρροή τους στην Ένωση, θα συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με την Ελλάδα ως Μεσογειακή χώρα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι βασικοί ιδεολογικοί προσανατολισμοί δεν παίζουν και κάποιο ρόλο στις κεντρικές επιλογές και προτεραιότητες πολιτικής. Αν και σ’ ορισμένα ζωτικά θέματα της Ευρωπαϊκής ατζέντας των επόμενων χρόνων, όπως είναι η εμβάθυνση της Ευρωζώνης (με δημοσιονομική ένωση, προυπολογισμό, πλήρη τραπεζική ένωση, κλπ.), οι Μεσογειακές χώρες συγκλίνουν ανεξάρτητα από ιδεολογικές κατευθύνσεις.
Εν πάση περιπτώσει, η πρώτη πράξη και το στίγμα της νέας κυβέρνησης θα δοθεί με την πρότασή της για το νέο Επίτροπο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή που θα αναλάβει καθήκοντα από την 1η Νοεμβρίου. Θα ακολουθήσει η δύσκολη διαπραγμάτευση για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) και κάπως αργότερα για το υπερμέγεθες Ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα αφού προηγουμένως βέβαια η κυβέρνηση αναδείξει την αξιοπιστία της. Και για να λυθεί και το μυστήριο του Γ. Πρετεντέρη( ΝΕΑ, 29/6) η Ένωση δεν έχει μηχανισμούς για να απορρίπτει ουτε προβλήματα ούτε εκλεγμένες προσωπικότητες-ηγέτες. Από τη στιγμή που θα έλθουν στο διαπραγματευτικό τραπέζι αυτομάτως γίνονται προβλήματα και δρώντες της ΕΕ είτε είναι νούμερα είτε όχι .