Η διεθνής κοινότητα παρακολούθησε τις εργασίες του 20ού Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στο Πεκίνο, με την ομόφωνη έγκριση αλλαγών στο καταστατικό του κόμματος, με τις οποίες καθίσταται πανίσχυρη η μονοκρατορία του Σι Τζινπίνγκ.
Η σκηνή όμως που έκλεψε την παράσταση ήταν η βίαιη απομάκρυνση από το Προεδρείο του 80χρονου τέως Προέδρου της Κίνας Χου Τζιντάο.
Η απομάκρυνση, όμως του Χου Τζιντάου, που εκπροσωπούσε τους μεταρρυθμιστές της κινεζικής πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, ήταν συμβολική και κρύβει βαθύτερες αλλαγές και οπισθοδρομήσεις του κινεζικού καθεστώτος πίσω στην «ορθοδοξία», του Μάο.
Είναι αποκαλυπτικό το άρθρο που δημοσίευσε στο Foreign Affairs, ένα πρώην στέλεχος του καθεστώτος, που απομακρύνθηκε από τον Σι Τζιμπίνγκ, ο Cai Xia, ο οποίος είχε διατελέσει για 15 χρόνια καθηγητής στην Κεντρική Σχολή του Κόμματος και είχε συμβάλει στην εκπαίδευση χιλιάδων υψηλόβαθμων στελεχών του ΚΚΚ που στελεχώνουν τη γραφειοκρατία της Κίνας. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, αλλά και μετά την συνταξιοδότησή του υπήρξε και σύμβουλος της ανώτατης ηγεσίας του ΚΚΚ για την οικοδόμηση του κόμματος. Το 2020, επειδή άσκησε κριτική στον Σι, αποβλήθηκε από το κόμμα, του αφαίρεσαν τα συνταξιοδοτικά του επιδόματα, και τον προειδοποίησαν ότι η ασφάλειά του ήταν σε κίνδυνο. Τώρα ζει εξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Cai Xia αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του ο Σι Τζιμπίνγκ απομάκρυνε τα περισσότερα στελέχη που τα προηγούμενα χρόνια συνέβαλαν στις μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν στην τεράστια ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά και την μερική έστω φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος.
Όπως σημειώνει από πολλές απόψεις, το ΚΚΚ έχει αλλάξει ελάχιστα από τότε που το κόμμα ανέλαβε την εξουσία το 1949. Ωστόσο, κάποιες αλλαγές, οδήγησαν σε μια πιο συλλογική ηγεσία, αλλά και διακυβέρνηση.
Οι μεταρρυθμίσεις ξεκίνησαν όταν ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ έγινε ο ντε φάκτο ηγέτης της Κίνας το 1978. Η πρώτη του κίνηση ήταν να καταργήσει τη μονοπρόσωπη, δια βίου δικτατορία του Μάο.
Ο Ντενγκ περιόρισε την προεδρία της Κίνας σε δύο πενταετείς θητείες και καθιέρωσε μια μορφή συλλογικής ηγεσίας, επιτρέποντας σε άλλους αξιωματούχους - πρώτα στον Χου Γιαομπάνγκ και στη συνέχεια στον Ζάο Ζιγιάνγκ - να υπηρετήσουν ως επικεφαλής του κόμματος. Το 1987, για πρώτη φορά, το κόμμα πρότεινε περισσότερους υποψηφίους από τις έδρες—όχι τόσο δημοκρατικές εκλογές, αλλά ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ακόμη και η υποστήριξη του Deng δεν μπορούσε να εγγυηθεί την επιτυχία: για παράδειγμα, ο Deng Liqun, ένας μαοϊκός ιδεολόγος τον οποίο ο Deng Xiaoping είχε υποσχεθεί να προωθήσει στο Πολιτικό Γραφείο, δεν κατάφερε να εκλεγεί και αναγκάστηκε να αποσυρθεί από την πολιτική ζωή.
Επιδιώκοντας να αποφύγει την επανάληψη της καταστροφικής Πολιτιστικής Επανάστασης, όταν η μαοϊκή προπαγάνδα έφτασε στο απόγειό της, ο Ντενγκ προσπάθησε επίσης να εμποδίσει την προσωπολατρία. Το 1982, οι ηγέτες της Κίνας πρόσθεσαν άρθρο στο καταστατικό του κόμματος που απαγόρευαν την προσωπολατρία , την οποία, μάλιστα χαρακτήριζαν επικίνδυνη
Μεταξύ άλλων, η ηγεσία δεχόταν εισηγήσεις και από κορυφαία στελέχη σε υπουργεία και άλλα κομματικά όργανα, καθώς και από ειδικούς από τα καλύτερα πανεπιστήμια και δεξαμενές σκέψης, οι οποίες αποτελούσαν τη βάση για διάφορες αποφάσεις κυρίως για μεταρρυθμίσεις στον οικονομικό τομέα.
Ο διάδοχος του Ντενγκ, Ξιαν Ζεμιν, εμβάθυνε τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Θεσμοθέτησε την ομάδα συμβούλων και η ηγετική ομάδα πλέον λάμβανε αποφάσεις κατά πλειοψηφία. Ο Ξιαν έκανε επίσης τις εκλογές για την Κεντρική Επιτροπή ελαφρώς πιο ανταγωνιστικές αυξάνοντας την αναλογία των υποψηφίων προς τις έδρες. Ακόμη και πρίγκιπες, συμπεριλαμβανομένου ενός από τους γιους του Ντενγκ, δεν κατόρθωσαν να εκλεγούν.
Οι μεταρρυθμίσεις συνεχίστηκαν και από τον διάδοχό του τον Χου Ζιντάο το 2002, όταν η Κίνα προχώρησε ακόμη περισσότερο προς τη συλλογική ηγεσία. Ο Χου κυβέρνησε με τη συγκατάθεση των εννέα μελών της Μόνιμης Επιτροπής, μιας κλίκας γνωστής ως «οι εννέα δράκοι που ελέγχουν το νερό». Ένα μόνο μέλος της Μόνιμης Επιτροπής θα μπορούσε να ασκήσει βέτο σε οποιαδήποτε απόφαση. Για σχεδόν μια δεκαετία, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν υπό τον Ντενγκ σταμάτησαν. Υπήρχαν όμως και θετικά, αφού η ανάγκη για συναίνεση εμπόδιζε τις απρόσεκτες αποφάσεις. Όταν το SARS ξέσπασε στην Κίνα κατά τον πρώτο χρόνο της θητείας του, για παράδειγμα, ο Χου ενήργησε με σύνεση, απολύοντας τον υπουργό Υγείας της Κίνας επειδή συγκάλυπτε την έκταση της επιδημίας και ενθαρρύνοντας τα στελέχη να αναφέρουν λοιμώξεις με ειλικρίνεια.
Διεύρυνε, επίσης ακόμη περισσότερο την εκλογή των μελών του Πολιτικού Γραφείου, στην οποία συμμετείχαν όλα τα ανώτερα στελέχη του κόμματος
Κατά ειρωνικό τρόπο, μέσω αυτού του σχεδόν δημοκρατικού συστήματος για τα δεδομένα της Κίνας, ο σημερινός ηγέτης ο Σι Τζιπίνγκ αναρριχήθηκε στην εξουσία. Το 2007, σε μια διευρυμένη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, τα 400 περίπου κορυφαία στελέχη του ΚΚΚ συγκεντρώθηκαν στο Πεκίνο για να ψηφίσουν ποιοι από μια λίστα 200 πρέπει να ενταχθούν στο 25μελές Πολιτικό Γραφείο. Ο Σι Τσιπίνγκ συγκέντρωσε τους περισσότερους ψήφους.
Σύμφωνα με την αφήγηση του εξόριστου πρώην στελέχους του κινεζικού ΚΚΚ, όταν ο Σι Τσιπίνγκ ανέλαβε τα ηνία, πολλοί στη Δύση τον χαιρέτησαν ως τον Κινέζο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Κάποιοι φαντάζονταν ότι, όπως ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, ο Σι θα αγκάλιαζε ριζικές μεταρρυθμίσεις, απελευθερώνοντας τον ασφυκτικό κλοιό του κράτους στην οικονομία και εκδημοκρατίζοντας το πολιτικό σύστημα.
Αλλά αυτό, δεν συνέβη. Αντίθετα, ο Σi, ένας αφοσιωμένος μαθητής του Μάο, επιχειρεί από τότε να εδραιώσει την απόλυτη εξουσία του και πέτυχε να μετατραπεί σε απόλυτο μονάρχη
Ένα πρώτο μέτρο του Σι για την εδραίωση της εξουσίας του ήταν να λύσει αυτό που χαρακτήρισε ως ιδεολογική κρίση. Το Διαδίκτυο, είπε, ήταν μια υπαρξιακή απειλή για το ΚΚΚ, που οδήγησε το κόμμα να χάσει τον έλεγχο του μυαλού των ανθρώπων. Έτσι, ο Σi κατεδίωξε τους μπλόγκερ και τους διαδικτυακούς ακτιβιστές, λογοκρίθηκε η διαφωνία και ενίσχυσε το «μεγάλο τείχος προστασίας» της Κίνας για να περιορίσει την πρόσβαση σε ξένους ιστότοπους. Το αποτέλεσμα ήταν να στραγγαλιστεί μια αναδυόμενη κοινωνία των πολιτών και να εξαλειφθεί η κοινή γνώμη που δεν ελεγχόταν από την ηγεσία του.
Ένα άλλο μέτρο ήταν να ξεκινήσει μια «εκστρατεία κατά της διαφθοράς», πλαισιώνοντάς την ως αποστολή να σώσει το κόμμα από την αυτοκαταστροφή. Δεδομένου ότι η διαφθορά ήταν ενδημική στην Κίνα, με πιθανό στόχο σχεδόν κάθε αξιωματούχο, ο Σι μπόρεσε να χρησιμοποιήσει την εκστρατεία ως πολιτική εκκαθάριση. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι από τον Δεκέμβριο του 2012 έως τον Ιούνιο του 2021, το ΚΚΚ διερεύνησε 393 ηγετικά στελέχη πάνω από το επαρχιακό και υπουργικό επίπεδο, κορυφαίους αξιωματούχους, καθώς και 631.000 κατώτερα. Με το πρόσχημα της κάθαρσης παγίδευσε μερικούς από τους πιο ισχυρούς αξιωματούχους τους οποίους ο Σι θεωρούσε ότι τον απειλούσαν, συμπεριλαμβανομένου του Zhou Yongkang, πρώην μέλους της Μόνιμης Επιτροπής και επικεφαλής του μηχανισμού ασφαλείας της Κίνας, και του Sun Zhengcai, μέλος του Πολιτικού Γραφείου τον οποίο πολλοί είδαν ως αντίπαλο και πιθανό διάδοχο του Σί.
Ο Σι ανέτρεψε μια άλλη σημαντική μεταρρύθμιση: «τον διαχωρισμό κόμματος και κράτους». Σε μια προσπάθεια να επαγγελματοποιήσουν τη γραφειοκρατία, ο Ντενγκ και οι διάδοχοί του προσπάθησαν, με διάφορους βαθμούς επιτυχίας, να απομονώσουν τη διοίκηση από τις παρεμβάσεις του ΚΚΚ. Ο Σι κατήργησε αυτή τη μεταρρύθμιση, εισάγοντας περίπου 40 ad hoc κομματικές επιτροπές που καταλήγουν να διευθύνουν κυβερνητικές υπηρεσίες. Το αποτέλεσμα αυτών των επιτροπών ήταν να αφαιρέσουν σημαντική εξουσία από τον πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ.
Η πιο θρασύτατη αλλαγή που εισήγαγε ο Σι είναι η κατάργηση του ορίου της προεδρικής θητείας της Κίνας. Το 2018, κατόπιν εντολής του Σι, το νομοθετικό σώμα της Κίνας τροποποίησε το σύνταγμα για να καταργήσει το όριο της προεδρικής θητείας, ενώ επανέφερε και την προσωπολατρία, υποχρεώνοντας να υπάρχουν πορτρέτα του παντού.
Η απόλυτη κυριαρχία του και η συμπεριφορά του ως αυτοκράτορας, - σύμφωνα με τον συγγραφέα του άρθρου στο Foreign Affairs, ο νέος ηγέτης της Κίνας, δεν δέχεται καμία είδους κριτική, αποπέμπει και τιμωρεί όποιον τολμήσει να εκφράσει διαφορετική άποψη, ακόμη και μέσα στον στενό κύκλο της ηγεσίας.
Οι συνέπειες από αυτή την οπισθοδρόμηση άρχισαν αν γίνονται εμφανείς.
Στην εξωτερική πολιτική, παραβαίνοντας το δόγμα του Ντενγκ ότι η Κίνα «κρύβει τη δύναμή της και περιμένει τον χρόνο της», ο Σι αποφάσισε να αμφισβητήσει άμεσα τις Ηνωμένες Πολιτείες και να επιδιώξει μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων με επίκεντρο την Κίνα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχει εμπλακεί σε επικίνδυνη και επιθετική συμπεριφορά στην εξωτερική πολιτική, στρατιωτικοποιώντας τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, απειλώντας την Ταϊβάν και ενθαρρύνοντας τους διπλωμάτες του να εμπλακούν σε ένα επιθετικό στυλ εξωτερικής πολιτικής, γνωστό ως διπλωματία «Wolf Warrior». Ο Σι έχει μια de facto συμμαχία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, αποξενώνοντας περαιτέρω την Κίνα από τη διεθνή κοινότητα
Οι οικονομικές πολιτικές του Σι είναι εξίσου αντιπαραγωγικές. Η εισαγωγή μεταρρυθμίσεων στην αγορά ήταν ένα από τα σημαντικά επιτεύγματα του ΚΚΚ, επιτρέποντας σε εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζους να ξεφύγουν από τη φτώχεια. Αλλά όταν ο Σι ανέβηκε στην εξουσία, είδε τον ιδιωτικό τομέα ως απειλή για την κυριαρχία του και αναβίωσε τη σχεδιαζόμενη οικονομία της μαοϊκής εποχής. Ενίσχυσε τις κρατικές επιχειρήσεις και όρισε κομματικές οργανώσεις στον ιδιωτικό τομέα που κατευθύνουν τον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων. Υπό το πρόσχημα της καταπολέμησης της διαφθοράς και της επιβολής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, έχει λεηλατήσει περιουσιακά στοιχεία από ιδιωτικές εταιρείες και επιχειρηματίες. Τα τελευταία χρόνια, μερικές από τις πιο δυναμικές εταιρείες της Κίνας, συμπεριλαμβανομένου του Anbang Insurance Group και του ομίλου HNA Group, αναγκάστηκαν ουσιαστικά να παραδώσουν τον έλεγχο των επιχειρήσεών τους στο κράτος. Άλλοι, όπως ο όμιλος Tencent και ο γίγαντας του ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba, μπήκαν στο στόχαστρο μέσω ενός συνδυασμού νέων κανονισμών, ερευνών και προστίμων. Το 2020, ο Sun Dawu, ο δισεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης ενός γεωργικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων που είχε επικρίνει δημόσια τον Σι για την καταστολή των δικηγόρων που αγωνίζονταν για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συνελήφθη με ψευδείς κατηγορίες και καταδικάστηκε σε 18 χρόνια φυλάκιση. Η επιχείρησή του πουλήθηκε σε μια νεοϊδρυθείσα κρατική εταιρεία σε μια εικονική δημοπρασία για ένα κλάσμα της πραγματικής της αξίας.
Όπως είναι φυσικό, η Κίνα παρακολουθεί την οικονομική της ανάπτυξη να επιβραδύνεται και οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν ότι θα επιβραδυνθεί ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια. Αν και σε αυτό συμβάλλουν διάφοροι παράγοντες - συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων των ΗΠΑ κατά των κινεζικών εταιρειών τεχνολογίας, του πολέμου στην Ουκρανία και της πανδημίας COVID-19 - το θεμελιώδες πρόβλημα είναι η παρέμβαση του ΚΚΚ στην οικονομία.
Αυτοί, συνοπτικά είναι οι ισχυρισμοί του πρώην στέλεχος του κινεζικού καθεστώτος, που απομακρύνθηκε από τον Σι Τζιμπίνγκ. Πιθανόν πολλές από τις κρίσεις του να εκπορεύονται από την πικρία του για την απομάκρυνση και δίωξή του, ωστόσο, δίνει σημαντικές πληροφορίες για το παρασκήνιο της απόλυτης εξουσίας του σημερινού ηγέτη της Κίνας Σι Τζινπίνγκ και για τα όσα συμβαίνουν στα άδυτα του κομμουνιστικού καθεστώτος.