Οι ευρωεκλογές είναι ένα ζήτημα εξίσου σημαντικό με τις εθνικές εκλογές, ή τουλάχιστον ως τέτοιο θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται. Δυστυχώς απέχουμε από το να αντιληφθούμε τη σημασία τους, καθώς μέχρι σήμερα η Ευρώπη έρχεται δεύτερη και τα εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας αντιμετωπίζονται απομονωμένα από αυτήν. Σε αυτό συνέβαλε το και πώς πέρασε στον κόσμο η κρίση. Για να λύσουν οι παρατάξεις τα μικροκομματικά τους ζητήματα, πέρασαν το μήνυμα στον κόσμο πως “εμείς δε φταίμε, η κακιά Ευρώπη μας αναγκάζει”, με αποτέλεσμα όχι μόνο να χαθεί το στοίχημα των μεταρρυθμίσεων αλλά και ο Ευρωσκεπτικισμός να αποτελεί πλέον πολύ ισχυρή τάση, τόσο στα δεξιά και όσο και στα αριστερά του πολιτικού φάσματος.
Βεβαίως, η αντιπολίτευση έχει πολύ μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Σε κάθε ευκαιρία δείχνει ότι μοναδική πολιτική προτεραιότητά της αποτελεί να πέσει η κυβέρνηση με παντελή έλλειψη συνείδησης και σοβαρότητας απέναντι στα κρίσιμα οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα. Δεν έχει αποφασίσει (μεταξύ άλλων) τη στάση της απέναντι στην Ευρώπη και ανάλογα με το ακροατήριό της o λόγος της διαφοροποιείται 180 μοίρες (πχ. “Το ευρώ δεν είναι φετίχ” και η ομιλία στο Τέξας). Γεγονός, που αφενός στερείται σοβαρότητας και αφετέρου είναι επικίνδυνο για την πολιτική σταθερότητα της χώρας.
Και τέλος πάντων είναι αυτή η στάση προοδευτική – αριστερή; Θλίβομαι γιατί βλέπω ότι ο κόσμος πέφτει στην παγίδα της πόλωσης, έννοιες όπως η συνέπεια και η ευθύνη δε φαίνεται να συγκινούν.
Έχουμε καταλάβει όμως τι σημαίνει ένα ευρωκοινοβούλιο με ακόμα περισσότερους ευρωσκεπτικιστές είτε από τα αριστερά είτε από τα δεξιά; Καλώς ή κακώς οι αποφάσεις παίρνονται κεντρικά, σημασία δεν έχει αν είναι κάνεις υπέρ ή κατά, αλλά πώς αντιμετωπίζει αυτήν την πραγματικότητα.
Πώς τοποθετείται λοιπόν μια λαβωμένη χώρα σαν την Ελλάδα σε ένα ευρωσκεπτικιστικό περιβάλλον;
Σίγουρα θα βρεθεί σε πολύ χειρότερη μοίρα, παρά σε καλλίτερη και αυτό θα πρέπει να εμπεδωθεί από τον κόσμο πριν από τις 25 Μαΐου. Η μοναδική βιώσιμη οδός για την Ελλάδα είναι να αντιμετωπίσει την κρίση, ενσωματωμένη στην Ευρώπη. Δεν έχουμε παρά να διδαχθούμε από τα δεινά των χωρών που βρέθηκαν στην ίδια κατάσταση με την Ελλάδα χωρίς να διαθέτουν το προστατευτικό δίχτυ της ΕΕ.
Από την άλλη, βρισκόμαστε μπροστά στην πολιτική αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιμετωπίσει τις σχέσεις Βορείων και Νοτίων εταίρων, να μειώσει το χάσμα που τις χωρίζει και να προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς στην διαδικασία πολιτικής ενοποίησης που είναι και η μόνη βιώσιμη οδός. Η πολιτική της αυτή αδυναμία θέτει σε κίνδυνο το κοινοτικό οικοδόμημα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς εμβάθυνση και συνοχή δεν είναι παρά μια ζώνη ελεύθερων συναλλαγών, οδηγεί σε χαλάρωση του κοινοτικού κεκτημένου και μαρασμό.
Να κατανοήσουμε ότι το “όχι” στην Ευρώπη και η άρνηση μας οδηγούν σε αδιέξοδο. Όπως επίσης και ότι η Ευρώπη είμαστε όλοι εμείς, δεν είναι “άλλοι”.