Tι ακριβώς ψηφίσαμε στις εκλογές του Ιουνίου; Εντάξει, την απάντηση τη γνωρίζουμε όλοι. Φαίνεται, ωστόσο, ότι μέσα στο κατακαλόκαιρο το ερώτημα τίθεται εκ νέου – τουλάχιστον από ορισμένους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.
Το έθεσε πιο ωμά ο κ. Κρεμαστινός. Αλλα υποσχεθήκαμε, είπε, και άλλα εφαρμόζουμε. Γι’ αυτό αντί να ψηφίσουμε τα μέτρα στη Βουλή να κάνουμε… δημοψήφισμα. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο κ. Σκανδαλίδης, ο οποίος δήλωσε ότι δεν πρόκειται να ψηφίσει «οριζόντιες» περικοπές – ό,τι μπορεί να σημαίνει ένας τέτοιος όρος.
Στη ΔΗΜΑΡ πάλι δύο -πρώην- βουλευτές του ΠΑΣΟΚ θυμήθηκαν την προγραμματική συμφωνία για να απειλήσουν και αυτοί ότι θα καταψηφίσουν, μια και το πακέτο στο οποίο φαίνεται ότι έχει καταλήξει η κυβέρνηση δεν εντάσσεται στο πνεύμα του κειμένου που συνυπέγραψαν τα τρία κόμματα.
Το δίκιο πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε. Ας μην έχουν, ωστόσο, κανένα πρόβλημα με τη συνείδησή τους, κυρίως όμως ας μην υποτιμούν τόσο τους ψηφοφόρους τους. Οσοι ψηφίσαμε κάποιο από τα τρία κόμματα δεν τρέφαμε την παραμικρή ψευδαίσθηση για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει.
Ασφαλώς και θα ήταν καλή η επιμήκυνση, ασφαλώς και θέλουμε να προστατευθούν οι οικονομικά αδύνατοι. Πριν και πάνω από όλα, ωστόσο, θέλουμε να γίνει ό,τι χρειάζεται για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ και να αποφύγουμε την άτακτη χρεοκοπία.
Αυτό ψηφίσαμε. Και το τελευταίο που έχει ανάγκη σήμερα η οικονομία είναι να παρατείνεται η πολιτική αβεβαιότητα και η αμφισβήτηση της ικανότητας της κυβέρνησης να πάρει τα μέτρα που χρειάζονται – για το δημοψήφισμα δεν συζητάμε, καλύτερα να αυτοκτονήσουμε ομαδικά στο Σύνταγμα.
Κανείς δεν μπορεί να μας διασφαλίσει ότι ακόμα κι έτσι, ακόμα και αν ψηφιστούν τα μέτρα, θα μπορέσουμε να βγούμε από το τούνελ στο οποίο βρισκόμαστε. Αυτό θα εξαρτηθεί εν μέρει από εμάς – από το αν δηλαδή οι διαρθρωτικές αλλαγές που αποφασίζονται θα εφαρμοστούν και στην πράξη. Θα εξαρτηθεί εξ’ ίσου και από τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη συνολικά θα αντιμετωπίσει την κρίση και κατ’ επέκταση και την Ελλάδα.
Οφείλουμε, όμως, να κάνουμε την προσπάθεια -να είμαστε κάτω από την ομπρέλα, όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, όταν η Ευρώπη θα πάρει τις τελικές της αποφάσεις. Και για να το πετύχουμε χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση τετραετίας που δεν θα δοκιμάζεται κάθε τόσο από τις πιρουέτες όσων θέλουν να εμφανίζονται κοινωνικά ευαίσθητοι εκ του ασφαλούς.
Το ζήσαμε στην κυβέρνηση Παπαδήμου και το πληρώσαμε. Το αναγνώρισε, έστω και με καθυστέρηση, ο ίδιος ο κ. Α. Σαμαράς – ουδείς αναμάρτητος ήταν η φράση που χρησιμοποίησε ενώπιον της κ. Μέρκελ. Το επισήμανε και ο κ. Βενιζέλος που δεσμεύτηκε να μην ακολουθήσει την ίδια τακτική. Αρκεί, βέβαια, να το πει και στους βουλευτές του.
Γουρούνι στο σακί, λοιπόν; Ο,τι αποφασίζει η κυβέρνηση θα πρέπει τα κόμματα να συμφωνούν; Ασφαλώς και όχι. Με μια βασική προϋπόθεση: όσοι διαφωνούν να κάνουν συγκεκριμένες αντιπροτάσεις. Το να πληρώσουν οι έχοντες εν γένει δεν σημαίνει τίποτα, όπως τίποτα δεν σημαίνει το να περικοπούν οι σπατάλες.
Δίκαια μέτρα, βλέπετε, με τα οποία μπορεί να περικοπούν 11,5 δισεκατομμύρια ευρώ δεν υπάρχουν. Πριν από λίγους μήνες, για να εκπληρωθούν οι κόκκινες γραμμές της Νέας Δημοκρατίας αναζητούσαμε 350 εκατομμύρια σε «ισοδύναμα» μέτρα και σπάσαμε τα μούτρα μας κόβοντας τελικά συντάξεις. Κι από τον Απρίλιο έως σήμερα αν άλλαξε κάτι είναι μάλλον προς το χειρότερο. Είναι καλύτερα λοιπόν, για τα κόμματα και την κυβέρνηση να μιλήσουν με ειλικρίνεια στους πολίτες παρά να υπονομεύουν διαρκώς την αξιοπιστία τους, συντηρώντας μύθους και εμφανιζόμενα διαρκώς ανακόλουθα με τις υποσχέσεις τους.
Οσο για τα ειδικά μισθολόγια, όλοι μπορούμε να καταλάβουμε τη σκοπιμότητα ακόμα και την αναγκαιότητα της προστασίας ορισμένων κατηγοριών, όπως οι μάχιμοι. Πολύ θα θέλαμε να μας εξηγήσει κάποιος, όμως, πού ακριβώς βρίσκεται η κοινωνική δικαιοσύνη όταν το εναλλακτικό μέτρο είναι περικοπή των συντάξεων ή αύξηση της συμμετοχής των ασφαλισμένων στα φάρμακα.
Και πάλι, φυσικά, με μια εξαίρεση. Τη φοροδιαφυγή. Πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστό ότι αν μειωθούν κατά 50% όσοι δεν πληρώνουν εισιτήριο στις συγκοινωνίες, τότε δεν θα χρειαστεί να γίνουν αυξήσεις στα κόμιστρα. Πιο καθαρή απόδειξη για τον βαθιά αντικοινωνικό χαρακτήρα του «δεν πληρώνω» δεν υπάρχει. Και το ίδιο ισχύει με τους φόρους.
Τον ΦΠΑ που μας κλέβει ο καταστηματάρχης που δεν κόβει απόδειξη -εμάς κλέβει, γιατί εμείς τον πληρώνουμε- ή τον φόρο που δεν αποδίδει ο ελεύθερος επαγγελματίας τον ξαναπληρώνουμε εμείς με χίλιους δυο τρόπους- από τις κομμένες συντάξεις έως τις αίθουσες σχολείων χωρίς πετρέλαιο.
Θα είναι μεγάλο το λάθος της κυβέρνησης -και το πακέτο των μέτρων θα είναι λειψό- αν δεν συνδέσει τις περικοπές με μια πραγματική εκστρατεία κατά της φοροδιαφυγής.
Μαζί με την υπόσχεση πως ό,τι αποφέρει θα επιστραφεί στους δικαιούχους, δηλαδή σε όλους αυτούς που σήμερα κάνουν θυσίες συχνά πέρα από τα όρια της αντοχής τους!