Πάνε τρία χρόνια από την εποχή που οι διαδηλώσεις των Κίτρινων Γιλέκων ταρακουνούσαν τις συνήθως ράθυμες γαλλικές Κυριακές. Σύμφωνα με τις περισσότερες τότε αναλύσεις, το κίνημα αυτό είχε τις ρίζες του στις νέες ανισότητες που αναπτύσσονται όχι μόνο ανάμεσα στις περιφέρειες αλλά και στο εσωτερικό τους, ανάμεσα στα υπερανεπτυγμένα αστικά κέντρα και τη γεωγραφική περίμετρό τους. Γρήγορα όμως στις εντυπωσιακές και θορυβώδεις διαδηλώσεις των κίτρινων γιλέκων παρεισέφρησαν βίαια στοιχεία, που δεν είχαν σχέση με αυτά αλλά επιδίωκαν άλλους στόχους. Οι πράξεις βίας που ακολούθησαν και συνοδεύθηκαν από ανάλογη αστυνομική βία αποθάρρυναν την περαιτέρω μαζική συμμετοχή στις διαδηλώσεις και οδήγησαν στο «ξεφούσκωμα» του κινήματος. Λίγους μήνες μετά όλα έδειχναν ότι τα Κίτρινα Γιλέκα είχαν ξεθωριάσει τόσο που ελάχιστα χρωμάτισαν τις δημοτικές εκλογές που ακολούθησαν. Με εξαίρεση δε μια δυναμική επανεμφάνισή τους τον περασμένο Αύγουστο κατά των υποχρεωτικών μέτρων για τον κορονοϊό, που πιθανότατα δεν είχε την ίδια σύνθεση με τις παλιές διαδηλώσεις, είχαν σταματήσει να απασχολούν τη δημοσιότητα και την κοινή γνώμη. Όμως, οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία δείχνουν ότι ο εφησυχασμός αυτός ήταν ενδεχομένως πρόωρος.
Στις σκέψεις αυτές μας οδηγούν οι εκτιμήσεις του καθηγητή Ζακ Λεβί, ενός από τους γνωστότερους σήμερα γεωγράφους, πατέρα της θεωρίας της «αστικότητας (urbanity)» και βασικού εκπροσώπου της θεωρίας της «χωρικής δικαιοσύνης». Αναλύοντας, σε άρθρο του στη Libération, τη χωρική κατανομή των ψήφων του α’ γύρου, ο Λεβί καταλήγει ότι οι περιοχές αυξημένης επιρροής της Μαρίν Λεπέν συμπίπτουν στο μεγαλύτερο μέρος τους με τις περιοχές κύριας προέλευσης των κίτρινων γιλέκων, δηλαδή τις περιαστικές περιοχές οι οποίες, κατά την επίσημη στατιστική κατάταξη της Γαλλίας, καλύπτουν το καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό του 40% του εδάφους της χώρας. Πρόκειται για περιοχές που δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να ακολουθήσουν τον βηματισμό του κέντρου των μεγάλων αστικών σχηματισμών και ωθούνται στο οικονομικό περιθώριο. Αν δε αυτό ίσχυε πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι πέρα από ευνόητο ότι σήμερα το πρόβλημά τους έχει επιδεινωθεί σημαντικά.
Σε ανάλογο συμπέρασμα καταλήγει η μεγάλη γαλλική εταιρεία ερευνών BVA, σύμφωνα με την οποία τα κίτρινα γιλέκα ψήφισαν κατά 44% την Μαρίν Λεπέν. Ακολουθεί στις προτιμήσεις τους ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν με 28% και ο Ερίκ Ζεμούρ με 8%. Το 52% λοιπόν των κίτρινων γιλέκων προτιμά ακροδεξιό πρόεδρο. Όσο για τον Μακρόν, αυτός αρκείται σε ένα φτωχό 5%. Παρά δε τις αντίθετες προβλέψεις, η αποχή των κίτρινων γιλέκων από την ψηφοφορία ήταν τελικά μικρότερη από το γενικό ποσοστό αποχής.
Όλα δείχνουν ότι για να αποκλεισθεί δυσάρεστη εξέλιξη στον δεύτερο γύρο επιβάλλονται άμεσες και συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν περισσότερο αυτές τις κατηγορίες πληθυσμού και αυτές τις περιοχές. Ο Εμμανουέλ Μακρόν πρέπει να δείξει ότι έχει συνείδηση του προβλήματος των νέων ανισοτήτων και ότι προτείνει τρόπους αντιμετώπισής του, όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η δε Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να δείξει αυτή τη φορά γρήγορα αντανακλαστικά. Ο λαϊκισμός, που βγαίνει ενισχυμένος από τον πρώτο γύρο των εκλογών στη Γαλλία, απειλεί σοβαρά –ειδικά όσο διαρκεί η παρούσα κρίση – το σύνολο της Ευρώπης. Οι «φειδωλές» χώρες, μεταξύ τους τώρα και η Γερμανία, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι καιρός για μικρόψυχες ταμειακές λογικές. Πρέπει να δοθεί άμεσα στους δυσαρεστημένους από τον Μακρόν γάλλους ψηφοφόρους και ταυτόχρονα στο σύνολο των ευρωπαίων πολιτών ένα ευκρινές σήμα ότι η Ευρώπη είναι παρούσα στην όλο και πιο δύσκολη καθημερινότητά τους. Αν περιμένουμε το έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαΐου, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να είναι αργά. Και όχι μόνο για τη Γαλλία.
Πηγή: www.tanea.gr